ΓΝΩΣΗ

ΓΝΩΣΗ

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

Γλώσσα των νέων

Ι. Ορισμός: Γλώσσα των νέων

Ο όρος γλώσσα των νέων δηλώνει το σύνολο των γλωσσικών φαινομένων που
χαρακτηρίζουν την επικοινωνία των νέων μεταξύ τους. Παρά τον χαρακτηρισμό
"γλώσσα", η γλώσσα των νέων δεν είναι ένα αυτοτελές γλωσσικό σύστημα, αλλά μια
"κοινωνιόλεκτος" [sociolect], δηλαδή ένας τρόπος ομιλίας με λεξιλογικά,
πραγματολογικά και δομικά χαρακτηριστικά που χρησιμοποιείται υπό ορισμένες
συνθήκες επικοινωνίας και είναι μέρος της γλωσσικής συνείδησης μιας κοινότητας. Η
κοινωνική βάση της γλώσσας των νέων είναι η "παρέα", το δίκτυο των συνομηλίκων.
Κατά συνέπεια δεν υπάρχει μια ενιαία γλώσσα των νέων, αλλά ένα σύνολο από
επιμέρους τρόπους ομιλίας με κοινές τάσεις διαμόρφωσης και κοινά γλωσσικά στοιχεία.
Καθώς η ελληνική έρευνα είναι ακόμη περιορισμένη, τα στοιχεία που ακολουθούν
συνδυάζουν ευρήματα από διάφορες γλώσσες.
Γιάννης Ανδρουτσόπουλος, Γλώσσα των νέων, Εγκυκλοπαιδικός οδηγός για τη
γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 108 (http://www.greek-
language.gr/greekLang/studies/guide/thema_b9/)

Χαρακτηριστικά της γλώσσας των νέων : 
-είναι ιδιαίτερα πλούσια σε νέες εκφράσεις, ιδιόμορφες χρήσεις των λέξεων οι οποίες συνδυάζονται μεταξύ τους με παράξενο τρόπο (π.χ. χλωμό το κόβω)
-έχει ρευστότητα, δηλαδή αλλάζει διαρκώς, νέες εκφράσεις αντικαθιστούν με γρήγορο ρυθμό τις παλιές που χάνουν ταχύτατα την επικαιρότητά τους
-πολλές εκφράσεις είναι κατανοητές μόνο μεταξύ των νέων, κάτι που θυμίζει τις ιδιαίτερες «γλώσσες» ορισμένων επαγγελμάτων (π.χ. ναυτικοί, γιατροί) ή την αργκό ιδιαίτερων κοινωνικών ομάδων (π.χ. υπόκοσμος)
-περιέχει συχνά σοκαριστικό ή και υβριστικό λεξιλόγιο
-περιέχει πολλές ξένες λέξεις
-είναι επηρεασμένη από τις γλωσσικές χρήσεις του διαδικτύου, όπως π.χ. από το facebook, τα emoticons, τα greeklish κ.ά. παρόμοια φαινόμενα
-συχνά συνοδεύεται από εξωγλωσσικά φαινόμενα, όπως ιδιαίτερες χειρονομίες, ιδιαίτερο στυλ βαδίσματος, χτενίσματος ή ενδυμασίαςΑίτια δημιουργίας και διάδοσης της γλώσσας των νέων
1) Η ανάγκη επικοινωνίας και ένταξης σε παρέες συνομηλίκων οδηγεί τους νέους στην
υιοθέτηση γλωσσικών τύπων που ενστερνίζεται και η ομάδα, καθώς
ενσωματώνονται γρηγορότερα και γίνονται πιο εύκολα αποδεκτοί απ ̓ αυτήν.
2) Με τον ιδιαίτερο αυτό τρόπο έκφρασης οι νέοι διαφοροποιούνται από τους
μεγαλύτερους. Πιο συγκεκριμένα, συμβολίζουν ότι ανήκουν σε μια γενιά με δικά της
ενδιαφέροντα και αξίες, που διαφέρει από αυτή των ενηλίκων. Με τη γλώσσα τους ,
επίσης εκφράζουν τη διαμαρτυρία τους προς το πολιτικό και ιδεολογικό
κατεστημένο.
3) Η εξάπλωση των σύγχρονων τεχνολογιών στην καθημερινή ζωή των νέων και η
επικοινωνία μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τους οδηγεί στην υιοθέτηση
ενός γλωσσικού ιδιώματος – όπως αυτού των greeklish.
4) Στους νέους επικρατεί η αντίληψη ότι χρησιμοποιώντας ξεχωριστό γλωσσικό κώδικα
είναι εξελιγμένοι, αφού συμμετέχουν στις τελευταίες τεχνολογικές εξελίξεις.
5) Η γλώσσα των νέων είναι μια γλώσσα άμεση (κάνει τους νέους να αισθάνονται
οικεία μεταξύ τους) και δύσκολα αποκωδικοποιήσιμη από τους ενήλικες, γιατί
πρώτον είναι συνθηματική και δεύτερον πολλές λέξεις λέγονται και γράφονται μισές
ή με αρτικόλεξα.
6) Οι νέοι έχουν συχνά την τάση να επαναστατούν, να απορρίπτουν και να
αμφισβητούν καθιερωμένους τρόπους συμπεριφοράς, καθώς και παραδοσιακούς
θεσμούς (σχολείο, οικογένεια, κράτος). Επιδεικνύουν έτσι, την επαναστατικότητά
τους και τις προοδευτικές τους αντιλήψεις αναζητώντας νέα εκφραστικά μέσα.
7) Η απουσία μελέτης και επαφής με το βιβλίο και τη γνώση, σε συνδυασμό με τον
μιμητισμό (συμπεριφορά, ενδυμασία, τρόπος ψυχαγωγίας, μουσική, γλώσσα) μέσω
της επίδρασης της ξένης κουλτούρας που προβάλλεται έντονα κυρίως από τα
ΜΜΕ(τηλεόραση, ίντερνετ).
8) Η ανάγκη πρωτοτυπίας, δημιουργικότητας και εκφραστικότητας που εκδηλώνεται
με τη δημιουργία μιας νέας γλώσσας.

ΙΙΙ. Θετικά της γλώσσας των νέων
1) Εμπλουτίζει και συχνά ανανεώνει τη μητρική γλώσσα με κάποιες λέξεις και
εκφράσεις που σταδιακά μπορεί να χρησιμοποιούνται και από ενήλικες. Πολλές από
αυτές επίσης που ανταποκρίνονται στους κανόνες της γραμματικής και του
συντακτικού εντάσσονται στο ελληνικό λεξιλόγιο και το εμπλουτίζουν.
2) Δείχνει το χιούμορ, την επινοητικότητα, τη δημιουργικότητα και τη φαντασία των
νέων στοιχεία που αν τα αξιοποιήσουν και σε άλλους τομείς της ζωής μπορούν να
συμβάλλουν στην πρόοδο και την ευημερία της κοινωνίας.
3) Δεν αποτελεί κίνδυνο για την επίσημη γλώσσα, διότι χρησιμοποιείται σε
συγκεκριμένες επικοινωνιακές περιστάσεις και η χρήση της περιορίζεται όταν ο νέος
ενηλικιώνεται.
4) Εκφράζει τη νεανική κουλτούρα και ιδιοσυγκρασία. Συγκεκριμένα εκπέμπει
μηνύματα οικειότητας, αλληλεγγύης και αμφισβήτησης. Με αυτό τον τρόπο
επικοινωνίας οι νέοι προσπαθούν να διαφοροποιηθούν από τη γλωσσική νόρμα και
από τον κόσμο ενηλίκων.
ΙV. Αρνητικά της γλώσσας των νέων
1) Δημιουργείται πρόβλημα στην επικοινωνία με ανθρώπους άλλων ηλικιών, κυρίωςτους ενήλικες, που δεν είναι εξοικειωμένοι με τη γλώσσα των νέων με συνέπεια να μην αντιλαμβάνονται το περιεχόμενο των όρων που χρησιμοποιούν οι νέοι. Πολλές φορές η αδυναμία επικοινωνίας και συνεννόησης δημιουργεί παρεξηγήσεις, δυσχεραίνει τις σχέσεις τους με τους ενήλικες και διευρύνει το χάσμα των γενεών.
2) Οι νέοι αδυνατούν να εκφράσουν με ακρίβεια, σαφήνεια και πληρότητα τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, εξαιτίας των περιορισμένων εκφραστικών δυνατοτήτων της γλώσσας που χρησιμοποιούν, του στερεοτυπικού και συνθηματικού της χαρακτήρα.
3) Η γλώσσα των νέων συνιστά σε πολλές περιπτώσεις απόκλιση από την επίσημη γλώσσα και αποξενώνει τους νέους από αυτήν. Οδηγεί σταδιακά σε σημαντική συρρίκνωση του λεξιλογίου των νέων, επειδή υιοθετούν έναν στερεότυπο και υποβαθμισμένο λόγο.

ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ:

Ο όρος δηλώνει το σύνολο των γλωσσικών φαινομένων που χαρακτηρίζουν την επικοινωνία των νέων μεταξύ τους. Δεν πρόκειται για ένα αυτοτελές γλωσσικό σύστημα, αλλά για μια « κοινωνιόλεκτο» ‘η «ιδιόλεκτο», μια αργκό, έναν ιδιαίτερο τρόπο ομιλίας στη μεταξύ τους επικοινωνία.
Χαρακτηριστική εκδήλωση αυτής της ιδιότυπης γλώσσας είναι η χρησιμοποίηση πολλών ξένων λέξεων και φράσεων στη θέση των ελληνικών, κυρίως αγγλικών, 
greeklish,  νεολογισμοί, παραβίαση των παραδοσιακών κανόνων γραμματικής και συντακτικού, συνθηματολογία και υβρεολόγιο. Αυτή η μορφή γλωσσικής επικοινωνίας δεν είναι δυνατό να γίνει κατανοητή από την ευρύτερη γλωσσική κοινότητα παρά μόνο από τους νέους. Περιγράφεται μάλιστα με τον όρο «αισχρολογία».



Εκτός από τα γενικότερα αίτια που οδηγούν στην αλλοίωση της ελληνικής γλώσσας, είναι αναγκαίο ν’ αναζητηθούν και οι ειδικότερες αιτίες και οι παράγοντες εκείνοι, που συνδέονται στενά με τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες, και συντελούν στη διαμόρφωση της ιδιόμορφης αυτής νεανικής γλώσσας.
Γιατί οι νέοι διαφοροποιούνται γλωσσικά;
·        Η βασικότερη αιτία της διαμόρφωσης του ιδιόμορφου αυτού κώδικα επικοινωνίας προσδιορίζεται από την έντονη και συνεχή προσπάθεια των νέων να διαφοροποιηθούν και να ξεχωρίσουν από τους μεγάλους. 
·        Το διαχρονικό αυτό φαινόμενο εκδηλώνεται μέσα από την έντονη αμφισβήτηση που ασκούν οι νέοι στα πεπραγμένα των μεγάλων, απογοητευμένοι από τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, για την οποία τους θεωρούν υπεύθυνους. Μέσα στο γενικότερο κλίμα της πολύπλευρης κοινωνικής κρίσης οι νέοι κατηγορούν τους μεγάλους για υποκρισία που την έχουν αναγάγει σε κανόνα της κοινωνικής ζωής, για την υιοθέτηση της συμβατικότητας, της ασυνέπειας όσον αφορά τα λόγια και τις πράξεις τους. Έτσι, οι νέοι βλέποντας τα οράματά τους για ένα καλύτερο – ειρηνικό και δίκαιο – κόσμο να καταρρίπτονται, αξίες και ιδανικά να περνούν μια έντονη κρίση, έρχονται σε σύγκρουση με την κοινωνική αυτή κατάσταση και κατ’ επέκταση με πολιτιστικά αγαθά και αξίες, όπως είναι η γλώσσα.
·        Γίνεται λοιπόν κατανοητό πως η διαφοροποίηση των νέων από τον κόσμο των μεγάλων εκδηλώνεται μέσα από ποικίλους τρόπους, όπως η ψυχαγωγία, η ενδυμασία αλλά και η γλώσσα. Γι’ αυτό χρησιμοποιούν ένα διαφορετικό γλωσσικό κώδικα, ώστε να μη γίνονται κατανοητοί από τους μεγαλύτερους και έτσι να δείξουν ότι διαφοροποιούνται απ’ αυτούς. Επομένως, η ομιλία μιας «διαφορετικής» γλώσσας δημιουργεί και την ξεχωριστή προσωπικότητα και στάση ζωής των νέων, ενώ, ταυτόχρονα, τους κατατάσσει σε μια αυτόνομη και ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, η οποία διακρίνεται από την αποδοχή των ίδιων αξιών και ιδεολογιών.
·        Η ανάγκη να γίνουν αποδεκτοί από τους συνομηλίκους τους και την παρέα τους.
·        Δεν έχουν αναπτύξει πλήρως τις συμβάσεις της γλωσσικής ευγένειας και απόστασης που απαιτούνται στην ενήλικη ζωή.
·        Ο πειραματισμός, η πρωτοτυπία και το παιχνίδι είναι τάσεις που γενικότερα χαρακτηρίζουν την εφηβεία άρα εκφράζονται και γλωσσικά.
·        Ενίοτε η ιδιόμορφη γλώσσα να καλύπτει την άγνοια της μητρικής γλώσσας και του πλούσιου λεξιλογίου της.
·        Οι επιδράσεις που δέχονται από τα ΜΜΕ, το διαδίκτυο και γενικά την τεχνολογία.
·        Η εκμάθηση της αγγλικής από μικρή ηλικία.
·        Η τυποποίηση που έχει κυριαρχήσει στην εποχή μας, η ομοιομορφία ζωής, η μηχανοποίηση, η μαζοποίηση και η ισοπέδωση των ιδιαίτερων ατομικών χαρακτηριστικών των ανθρώπων. Αυτά τα αρνητικά κοινωνικά φαινόμενα αποτυπώνονται στην ομιλία των νέων που βιώνουν εντονότερα τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες
Κριτική της γλώσσας των νέων

·        Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας ή συντηρητικής ιδεολογίας υποστηρίζουν ότι η γλώσσα των νέων δεν είναι «καθώς πρέπει» αλλά φτωχή, υβριστική, χυδαία και θεωρούν ότι η εκτεταμένη χρήση της θα οδηγήσει στο θάνατο της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού.
·        Αρκετοί γλωσσολόγοι και ψυχολόγοι θεωρούν ότι οι νέοι μιλούν μια γλώσσα δημιουργική, που μπορεί να υιοθετείται και από μεγαλύτερες ηλικίες ως ένδειξη νεανικότητας . Ο κώδικάς τους είναι δείκτης ταυτότητας και συνοχής της παρέας. Η κοινή γλώσσα εμπλουτίζεται από τους νέους, παραμένει ζωντανή και εξελίσσεται.
·        Η γλώσσα των νέων δεν αποτελεί κίνδυνο, εφόσον: α) οι νέοι συνειδητοποιούν ότι είναι διαφορετική  η κοινή νέα ελληνική και διαφορετική η γλώσσα που χρησιμοποιούν στην παρέα και β) έχουν την ευελιξία και τη δυνατότητα να προσαρμόζουν το λόγο τους στις επικοινωνιακές περιστάσεις και να παράγουν διάφορα είδη κειμένων με πληρότητα, αλληλουχία και αποτελεσματικότητα.




Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019

Θέμα έκθεσης: η γλωσσομάθεια

Θέμα έκθεσης: η γλωσσομάθεια

ΘΕΜΑ ΕΚΘΕΣΗΣ: «Γράψτε ένα  άρθρο για την εφημερίδα του σχολείου 
σας αναπτύσσοντας τους λόγους για τους οποίους είναι απαραίτητη η 
γνώση μιας ή περισσοτέρων ξένων γλωσσών στο σύγχρονο κόσμο»

1.Δομή: Τίτλος-Πρόλογος-Κυρίως θέμα-Επίλογος-Υπογραφή του άρθρου

Τίτλος: Εφόσον πρόκειται για άρθρο σε εφημερίδα χρειαζόμαστε 
κάποιον κατάλληλο τίτλο, όπως π.χ. «Τα οφέλη από τη γλωσσομάθεια»
 ή «Η χρησιμότητα των ξένων γλωσσών στο σύγχρονο κόσμο» κ.τ.λ.
Πρόλογος: ο πρόλογος πρέπει να προειδοποιεί με περιεκτικό τρόπο τον 
αναγνώστη για το περιεχόμενο όσων θα πούμε. Μπορούμε να 
χρησιμοποιήσουμε καταρχήν έναν ορισμό της γλωσσομάθειας («Στην εποχή 
μας η γλωσσομάθεια, δηλαδή η ικανότητα να χειριζόμαστε μια ή περισσότερες
 ξένες γλώσσες πέρα από τη μητρική μας, είναι περισσότερο απαραίτητη από 
ποτέ»). Στη συνέχεια εξηγούμε γιατί η γλωσσομάθεια είναι τόσο απαραίτητη 
ειδικά στην εποχή μας («Το άνοιγμα των συνόρων μεταξύ των κρατών, η 
ανάπτυξη των συγκοινωνιών και της ηλεκτρονικής επικοινωνίας, οι 
παγκόσμιες οικονομικές δραστηριότητες φέρνουν ολοένα και πιο συχνά σε
 επαφή ανθρώπους από όλα τα μέρη του κόσμου»). Κλείνουμε τον 
πρόλογο συνοψίζοντας τη δομή του κυρίως θέματος που θα ακολουθήσει 
(«Συνεπώς η γνώση των ξένων γλωσσών είναι αναγκαία από 
οικονομική-επαγγελματική, πνευματική και πολιτιστική άποψη»).

Κυρίως θέμα: χρησιμοποιούμε μια σειρά από συνδετικές λέξεις ή εκφράσεις,
 για να τακτοποιήσουμε τις σκέψεις και να διευκολύνουμε τον αναγνώστη να παρακολουθήσει τη λογική μας: Καταρχήν, έπειτα, στη συνέχεια, ακόμη, 
επιπλέον, επιπρόσθετα, τέλος κ.τ.λ.
Ομαδοποιούμε τα επιχειρήματά μας σε λόγους α) οικονομικούς-επαγγελματικούς / β) πνευματικούς / γ) πολιτιστικούς

*Οικονομικοί-επαγγελματικοί λόγοι:
- Η επαρκής γνώση ξένων γλωσσών βοηθά τον άνθρωπο στο να βρει μια 
θέση εργασίας ή να εξελιχθεί στο επάγγελμά του. Σε μια σειρά από επαγγέλματα 
δεν νοείται να μην γνωρίζεις μια ξένη γλώσσα: εμπόριο με το εξωτερικό, 
τουριστικά επαγγέλματα (ξεναγοί, σερβιτόροι, ξενοδόχοι, εστιάτορες), 
διδασκαλία ξένων γλωσσών στο σχολείο ή στα φροντιστήρια, μεταφραστές.
- Ο επαγγελματίας που γνωρίζει ξένες γλώσσες μπορεί να πάρει ιδέες και
 γνώσεις από ξένους συναδέλφους του για το πώς να αναπτύξει την επιχείρησή 
του, ποια προϊόντα έχουν ζήτηση, να γνωρίσει νέες τεχνικές, προόδους 
και ανακαλύψεις στον τομέα που τον ενδιαφέρει.
- Ο νέος που θέλει να σπουδάσει μια επιστήμη σε βάθος πρέπει να μπορεί να διαβάζει τα επιστημονικά βιβλία που είναι γραμμένα στις ξένες γλώσσες. 
Μπορεί επίσης να σπουδάσει σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.

**Πνευματικοί λόγοι:
-Ο άνθρωπος καλλιεργείται πνευματικά. Διευρύνει τους πνευματικούς του 
ορίζοντες. Πλουτίζει τις γνώσεις και τη σκέψη του μαθαίνοντας ξένες γλώσσες.
 Μέσω των ξένων γλωσσών κατανοεί καλύτερα και τη δική του 
γλώσσα, διαπιστώνοντας τις διαφορές και τις ομοιότητες. Μπορεί να μελετήσει
 την ξένη κουλτούρα και να γνωρίσει απευθείας τον ξένο πολιτισμό, 
ακούγοντας μουσική, διαβάζοντας βιβλία, παρακολουθώντας ταινίες. Μαθαίνει
 την ιστορία και τη λογοτεχνία ενός άλλου πολιτισμού.

***Πολιτιστικοί λόγοι:
-Με τη γνώση ξένων γλωσσών οι λαοί έρχονται σε βαθύτερη επαφή μεταξύ
 τους. Γνωρίζουν καλύτερα ο ένας τον άλλο, μαθαίνουν τις συνήθειες, τα ήθη 
και τα έθιμα, τον τρόπο σκέψης, γενικά τον πολιτισμό του άλλου λαού. Πλουτίζουν ο ένας τον άλλο με τη ανταλλαγή ιδεών και αξιών και έρχονται πιο κοντά. Μπορούν
 έτσι να λυθούν παρεξηγήσεις και μίση μεταξύ των λαών και να 
επικρατήσει παγκοσμίως η ειρήνη, η δημοκρατία και η ελευθερία.

Επίλογος: Συνοψίζουμε σύντομα όσα είπαμε. Μπορούμε να ξεκινήσουμε με
 μια φράση όπως «Συνοψίζοντας όσα ειπώθηκαν παραπάνω μπορούμε να πούμε 
ότι» ή «Κλείνοντας αυτό το άρθρο» κ.τ.λ. και λέμε περιληπτικά «η γλωσσομάθεια αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για την επαγγελματική και πνευματική εξέλιξη
 του ανθρώπου, αλλά και ένα μέσο για την καλύτερη γνωριμία και κατανόηση
 μεταξύ των λαών».   


        

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Κειμενικοί Δείκτες: Γλωσσικά στοιχεία - Εκφραστικά μέσα

Κειμενικοί Δείκτες: Γλωσσικά στοιχεία - Εκφραστικά μέσα


Γλώσσα
Η γλώσσα ενός κειμένου μπορεί να είναι απλή, λιτή, φυσική, κοντινή
 στον προφορικό λόγο, κυριολεκτική-αναφορική-δηλωτική, μεταφορική-
ποιητική-συνυποδηλωτική, σαφής, ιδιωματική, ακριβής, με πολλά σχήματα 
λόγου, εξεζητημένη, αρχαΐζουσα/καθαρεύουσα – δημοτική.
Η γλώσσα των ηρώων ενός αφηγηματικού - ποιητικού κειμένου
Ο διάλογος αναδεικνύει την ιδιόλεκτο των χαρακτήρων: Κάθε χαρακτήρας 
σε ένα έργο έχει δική του ιδιόλεκτο, δηλαδή τη δική του ιδιοσυγκρασιακή 
χρήση της γλώσσας (με βάση κοινωνικά, μορφωτικά, γεωγραφικά κτλ κριτήρια)
 η οποία είναι πάντοτε διακριτή από την ιδιόλεκτο των άλλων χαρακτήρων.
 Κανένας χαρακτήρας σε ένα έργο δεν μιλάει ακριβώς όπως ένας άλλος.
Συγχρόνως, αποκαλύπτεται η γλωσσική ιδιοτυπία του αφηγητή ή του 
ποιητικού υποκειμένου, για παράδειγμα διάφοροι ιδιωματισμοί, η χρήση
 δημοτικής ή λόγιας γλώσσας.
Η γλώσσα της αφήγησης
Ρήματα: συνήθως σε παρελθοντικούς χρόνους (κυρίως αόριστο), χωρίς 
να είναι σπάνιος και ο «ιστορικός ενεστώτας»· ρήματα που δηλώνουν 
κίνηση ή δράση· ρήματα κρίσης/βούλησης.
Διαρθρωτικές λέξεις/φράσεις που δηλώνουν σχέσεις χρόνου, 
αιτίου και αποτελέσματος, σκοπού.
Ρυθμός: επαναλήψεις, παρηχήσεις, αντιθέσεις, αναλογίες
Λειτουργίες της Γλώσσας
Αναφορική λειτουργία
1.     Ο πομπός απευθύνεται στη λογική του δέκτη και η γλώσσα λειτουργεί
 με λογικό τρόπο
2.   Το βάρος του πέφτει στην πληροφόρηση, αποσκοπεί, δηλαδή, στη
 μετάδοση μιας πληροφορίας
3.    Ενδιαφέρει η κατανόηση των νοημάτων και η σαφής πρόσληψη
4.    Η πραγματικότητα απεικονίζεται ρεαλιστικά, ο λόγος είναι αντικειμενικός
5.    Οι λέξεις χρησιμοποιούνται κυριολεκτικά (δηλωτική χρήση της γλώσσας)
Ποιητική λειτουργία
1.    Ο πομπός απευθύνεται στο συναίσθημα του δέκτη
2.   Το βάρος πέφτει στη μορφή του μηνύματος και όχι στο περιεχόμενο
3.    Ενδιαφέρει η συναισθηματική διέγερση και η αισθητική απόλαυση
4.    Η πραγματικότητα απεικονίζεται υποκειμενικά
5.   Οι λέξεις χρησιμοποιούνται μεταφορικά (συνυποδηλωτική χρήση της γλώσσας)
6.    Ο λόγος γίνεται λογοτεχνικός
Παρατήρηση
Δεν πρέπει πάντα να ταυτίζεται η αναφορική λειτουργία με την κυριολεξία 
και η ποιητική με τη μεταφορά.
Πχ, Η ψυχική συρρίκνωση περιορίζει τους ορίζοντες του σύγχρονου ανθρώπου.
 Στη φράση χρησιμοποιούνται μεταφορές, αλλά η λειτουργία είναι αναφορική.
Πχ.  Κι ο ίσκιος του μεγάλωσε πάνω στον τοίχο.
Και τον ερώτησε: πού έχεις κρυμμένα τα όπλα;
  Κι εκείνος, κανείς δεν ξέρει αν από σύμπτωση, ή ίσως για ν' απαντήσει,
  έβαλε το χέρι πάνω στην καρδιά του.
Πρόκειται για στίχους του Λειβαδίτη. Ο λόγος είναι κυριολεκτικός, αλλά η 
λειτουργία είναι ποιητική. Υπάρχει εσωτερικός ρυθμός και εικονοποιητικός λόγος.
Εκφραστικά μέσα
Αφορούν:
-          Στις γλωσσικές ποικιλίες (ιδίωμα ή διάλεκτο του ομιλητή
 ή συγγραφέα, γλωσσικές ποικιλίεςοπτικές της γλώσσας)
-          Στο λεξιλόγιο (κοινό – καθημερινό, εξειδικευμένο – τεχνικό)
-          Στους γραμματικούς χρόνους, τις εγκλίσεις και τα ρηματικά πρόσωπα
-          Στη στίξη
-          Στα σχήματα λόγου
-          Στη σύνδεση των προτάσεων (παρατακτική, υποτακτική)
-          Στη σημασία των λέξεων (κυριολεξία, μεταφορά, παρομοίωση, αντίθεση κ.ά.),
-          Στην ονοματοποίηση: Είναι η διαδικασία μετατροπής ενός ρήματος ή ενός επιθετικού προσδιορισμού σε ουσιαστικό (π.χ. υπολογίζω > υπολογισμός, φτωχός > φτωχοποίηση). Η γραμματική αυτή μετατόπιση έχει συνέπειες και στο νόημα, εφόσον οι ονοματοποιημένοι τύποι φέρουν τα σημασιολογικά χαρακτηριστικά τόσο των ρηματικών διαδικασιών ή των ιδιοτήτων από όπου προέρχονται όσο και του αποτελέσματος αυτών των διαδικασιών ή των ιδιοτήτων. Η ονοματοποίηση χαρακτηρίζει τα επιστημονικά κείμενα, όπως το δοκίμιο ή οι τεχνικές αναφορές,
-          Στη χρήση προσωπικής και απρόσωπης σύνταξης,
-          Στη χρήση ευθέος ή πλαγίου λόγου
-       Στη χρήση ενεργητικής ή παθητικής σύνταξης
Οι χρόνοι του ρήματος
Ενεστώτας: δηλώνει κάτι που γίνεται στο παρόν εξακολουθητικά ή κάτι που επαναλαμβάνεται. Κάποιες φορές μπορεί να αναφέρεται σε πράξεις που θα γίνουν στο κοντινό μέλλον. Ο ιστορικός ενεστώτας δίνει παραστατικότητα και δραματικότητα.
Παρατατικός: δηλώνει κάτι που γινόταν στο παρελθόν εξακολουθητικά ή με επανάληψη.
Στιγμιαίος μέλλοντας: δηλώνει κάτι που θα γίνει στο μέλλον χωρίς συνέχεια ή επανάληψη.
Εξακολουθητικός μέλλοντας: δηλώνει κάτι που θα γίνεται στο μέλλον με αδιάκοπη συνέχεια ή με επανάληψη.
Αόριστος: δηλώνει κάτι που έγινε στο παρελθόν συνοπτικά ή στιγμιαία,  ανεξάρτητα αν διήρκεσε πολύ ή λίγο. Ο γνωμικός αόριστος δηλώνει κάτι που έχει διαχρονική ισχύ. Μερικές φορές μπορεί να δηλώνει τη βεβαιότητα ενός συμβάντος στο μέλλον (πχ αν έχεις αυτόν δικηγόρο, καθάρισες…).
Παρακείμενος: δηλώνει κάτι που έχει γίνει στο παρελθόν και παραμένει συντελεσμένο την ώρα που μιλάμε.
Υπερσυντέλικος: δηλώνει κάτι που έγινε στο παρελθόν και τελείωσε πριν γίνει κάτι άλλο.
Συντελεσμένος μέλλοντας: δηλώνει κάτι που θα έχει τελειώσει στο μέλλον πριν γίνει κάτι άλλο.
Οι ρηματικοί χρόνοι δηλώνουν τόσο τη χρονική βαθμίδα (παρελθόν, παρόν, μέλλον) όσο και τον τρόπο ενέργειας (εξακολουθητικά, στιγμιαία, συντελεσμένα).
Η επιλογή των ρηματικών χρόνων από τον πομπό συμβάλλει στη ζωντάνια, την  πειστικότητα και την παραστατικότητα.
Οι εγκλίσεις του ρήματος
Οριστική: δηλώνει κάτι το πραγματικό και βέβαιο, κάτι που είναι δυνατό να συμβεί (θα + παρατατικός ή υπερσυντέλικος), κάτι που είναι πιθανό (θα + οριστική οποιουδήποτε χρόνου), παράκληση (σε ερωτήσεις), ευχή (μακάρι να / ας + οριστική παρελθοντικού χρόνου).
Υποτακτική: δείχνει επιθυμία, κάτι που ενδέχεται να γίνει, προτροπή, αποτροπή, απορία, προσταγή, παραχώρηση (πριν από αυτή υπάρχουν τα: ας, να, για να, αν, όταν, μόλις, πριν, μη/μην)
Προστακτική: προσταγή, προτροπή, αποτροπή, απαγόρευση, ευχή, παράκληση
Τα πρόσωπα του ρήματος
α' ενικό: προσδίδει προσωπικό/εξομολογητικό τόνο, αμεσότητα και ζωντάνια στο ύφος, οικειότητα, υποκειμενικότητα, βιωματικότητα, αξιοπιστία.
β' ενικό: προσδίδει αμεσότητα και ζωντάνια, οικειότητα, παραινετικό/προτρεπτικό τόνο, αποστροφή/ επικοινωνιακή διάθεση, δραματικότητα/ θεατρικότητα.
γ' ενικό: οι απόψεις παρουσιάζονται ως αντικειμενικές και γενικά αποδεκτές, ο συγγραφέας παρουσιάζεται ως αποστασιοποιημένος παρατηρητής, το ύφος γίνεται ουδέτερο και η διάθεση ρεαλιστική.
α' πληθυντικό: με αυτό ο πομπός εντάσσει και τον εαυτό του στο θέμα, συγγραφέας και αναγνώστης (πομπός και δέκτης) εμφανίζουν κοινή οπτική γωνία, δίνεται έτσι αίσθηση συλλογικότητας/συμμετοχής, πειστικότητα, οικειότητα, αμεσότητα, γενίκευση και καθολικότητα του προβλήματος,
β' πληθυντικό: προσδίδει παραίνεση και διάθεση προτροπής, αμεσότητα, οικειότητα πομπού-δέκτη, αμεσότητα, τόνο ευγένειας. Δηλώνει την παρουσία κοινού.
γ' πληθυντικό: προσδίδει αντικειμενικότητα, απόψεις γενικά αποδεκτές, απρόσωπο ύφος, ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων.
Τροπικότητα:
Διακρίνεται σε επιστημική, που σχετίζεται με τον βαθμό βεβαιότητας του ομιλητή (υπόθεση, δυνατότητα, πιθανότητα, βεβαιότητα), και δεοντική, που σχετίζεται με την αναγκαιότητα πραγματοποίησης αυτού για το οποίο γίνεται λόγος (επιθυμία, ευχή, πρόθεση, υποχρέωση). Εκφράζεται με ποικίλους τρόπους (επιρρήματα, απρόσωπα τροπικά ρήματα, χρόνοι ή εγκλίσεις κ.λπ.)
Επιστημική τροπικότητα
Η επιστημική τροπικότητα καλύπτει ένα φάσμα σημασιών σχετικών με τη βεβαιότητα του ομιλητή γι' αυτό που λέει, που στο ένα του άκρο βρίσκεται η υπόθεση και στο άλλο η ρητά δηλωμένη βεβαιότητα. Ορισμένες από αυτές τις σημασίες είναι οι εξής:
Υπόθεση
Εκφράζεται η υπόθεση του ομιλητή γι' αυτό που λέει. Εκφέρεται με το να + υποτακτική, τα αν, εάν, άμα, έτσι και, ας + οριστική πολλών χρόνων κ.ά., π.χ. Να ξέρουν οι άνθρωποι τι χάνουν από τη ζωή στο χωριό, θα φύγουν από τις πόλεις. Ας είχε αυτοκίνητο και θα έβλεπες πού θα ήταν.
Δυνατότητα
Εκφράζεται από τον ομιλητή αυτό που είναι δυνατό να γίνει. Εκφέρεται ως εξής: μπορεί + υποτακτική, ίσως + υποτακτική, θα + οριστική κ.ά., π.χ. Φέτος, λόγω του καιρού, μπορεί να έχουμε μεγάλη παραγωγή λαδιού. Ίσως κάνει λιγότερο κρύο τον επόμενο μήνα.
Πιθανότητα
Εκφράζεται από τον ομιλητή η πιθανότητα να γίνει αυτό που λέει. Από αυτήν την άποψη είναι πιο ισχυρή από τη δυνατότητα. Εκφέρεται με τα πρέπει + υποτακτική, θα + οριστική κ.ά., π.χ. Ο θείος σου πρέπει να έχει πολλά χρήματα για να τα ξοδεύει τόσο εύκολα. Θα ήταν δύσκολα εκείνα τα χρόνια.
Βεβαιότητα
Εκφράζεται από τον ομιλητή βεβαιότητα γι' αυτό που λέει. Εκφέρεται με απλή οριστική και συνοδεύεται συχνά από εκφράσεις (επιρρήματα κτλ.) που δηλώνουν βεβαιότητα, π.χ. Ο Κολόμβος σίγουρα ανακάλυψε την Αμερική.
Δεοντική τροπικότητα
Η δεοντική τροπικότητα καλύπτει ένα ευρύ φάσμα σημασιών σχετικών με την προσδοκία πραγματοποίησης αυτών που λέει ο ομιλητής, που στο ένα άκρο του βρίσκεται η απλή επιθυμία και στο άλλο η υποχρέωση. Ορισμένες από αυτές τις σημασίες είναι οι εξής:
Επιθυμία
Εκφράζεται από τον ομιλητή η επιθυμία του υποκειμένου. Εκφέρεται συχνά με το ρήμα θέλω + υποτακτική, π.χ. Όλοι θέλουν να έχουν καλή υγεία.
Ευχή
Εκφράζεται από τον ομιλητή η επιθυμία του υποκειμένου ως ευχή. Είναι πιο ισχυρή από την τροπικότητα της επιθυμίας. Εκφέρεται με απλή υποτακτική (και εκφράσεις που δείχνουν πως πρόκειται για ευχή και όχι προσταγή) και με τα ας, να, μακάρι, που + υποτακτική, π.χ. Ας πλύνει καμιά φορά το αυτοκίνητο. Να μπεις στην εκκλησία, έστω και για λίγο.
Πρόθεση
Εκφράζεται από τον ομιλητή η πρόθεση του υποκειμένου να κάνει μια ενέργεια. Εκφέρεται με ρήματα που δηλώνουν πρόθεση (στοχεύω να, σκοπεύω να, προτίθεμαι να, λέω να κτλ.) + υποτακτική, π.χ. Οι μαθητές της Γ΄ Λυκείου σκοπεύουν να πάνε φέτος εκδρομή στην Ιταλία.
Υποχρέωση
Εκφράζεται από τον ομιλητή η ανάγκη, η υποχρέωση του υποκειμένου να κάνει μια ενέργεια. Εκφέρεται, εκτός της προστακτικής, με το απρόσωπο ρήμα «πρέπει» και με ανάλογες εκφράσεις (είναι ανάγκη, είναι υποχρεωμένος κτλ.) + υποτακτική, π.χ. Φέτος ο Γιάννης πρέπει να πάρει το πτυχίο του.
Ενεργητική – Παθητική Σύνταξη
Ενεργητική σύνταξη
Τονίζεται το υποκείμενο της ενέργειας που δηλώνει το ρήμα, δίνει προφορικότητα και ζωντάνια, ο λόγος γίνεται πιο απλός και πιο εύστοχος επικοινωνιακά.
Παθητική σύνταξη
Τονίζεται το γεγονός, το αποτέλεσμα της ενέργειας. Ο λόγος γίνεται συνθετότερος, πιο επίσημος και απρόσωπος.
Προσοχή στη μετατροπή από τη μια σύνταξη στην άλλη (ενεργητική σε παθητική: υποκείμενο = ποιητικό αίτιο, αντικείμενο = υποκείμενο, ρήμα παθητικής φωνής // παθητική σε ενεργητική: υποκείμενο = αντικείμενο, ποιητικό αίτιο = υποκείμενο, ρήμα ενεργητικής φωνής)
Απρόσωπη Σύνταξη
Απρόσωπα ρήματα είναι τα ρήματα:
α) που σχηματίζονται μόνο στο γ' ενικό πρόσωπο: πχ πρέπει
β) το γ' εν. πρόσωπο προσωπικών ρημάτων: πχ μπορεί
γ) το γ' εν. πρόσωπο ρημάτων παθητικής φωνής: πχ απαγορεύεται
δ) το γ' εν. πρόσωπο ρημάτων που δηλώνουν φυσικά φαινόμενα: πχ βρέχει
Απρόσωπες εκφράσεις σχηματίζονται με το γ' εν. πρόσωπο του ρήματος είναι και ένα επίθετο ή ουσιαστικό: πχ είναι καλό
Τα απρόσωπα ρήματα ή οι απρόσωπες εκφράσεις ως υποκείμενο έχουν:
α) πρόταση,  
β) αφηρημένο ουσιαστικό ή πρόταση, π.χ. Απαγορεύεται το κάπνισμα ή Απαγορεύεται να καπνίζετε
γ) ουσιαστικό Στα ρήματα που δηλώνουν φυσικό φαινόμενο το υποκείμενο είναι το εννοούμενο ο καιρός ή ο Θεός ή η φύση
Σύνδεση των προτάσεων
Παρατακτική σύνδεση: Σύνδεση όμοιων προτάσεων. Οι προτάσεις παραμένουν ισοδύναμες και αυτοτελείς. Ο λόγος είναι απλός, λιτός, άμεσος. Υπάρχει ζωντάνια και προφορικότητα.
Υποτακτική σύνδεση: Σύνδεση ανόμοιων προτάσεων. Ο λόγος γίνεται σύνθετος και πυκνός. Αποκτά επισημότητα και πειστικότητα. Αποτυπώνει τις λογικές σχέσεις μεταξύ των περιεχομένων των προτάσεων. Δείχνει τις ιδιαίτερες εκφραστικές ικανότητες του πομπού.
*Διαδοχική υπόταξη: δευτερεύουσες προτάσεις διαφορετικού είδους εξαρτώνται η μία από την άλλη.
Ασύνδετο σχήμα: Όμοιοι όροι ή όμοιες προτάσεις που χωρίζονται με κόμμα. Ο λόγος γίνεται γοργός και απλός, το περιεχόμενο δίνεται συνοπτικά, ενώ συμβάλλει στη συγκινησιακή φόρτιση του δέκτη.
Δευτερεύουσες προτάσεις
Ειδικές: Είναι ονοματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα ότι, που, πως. Τίθενται ως υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση.
Βουλητικές: Είναι ονοματικές προτάσεις. Εισάγονται με το να. Τίθενται ως υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση.
Ενδοιαστικές: Είναι ονοματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα μη, μην, μήπως. Τίθενται ως υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση.
Πλάγιες ερωτηματικές: Είναι ονοματικές προτάσεις. Εισάγονται με ερωτηματικές αντωνυμίες ή επιρρήματα, με τα αν, μήπως, γιατί. Τίθενται ως υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση.
Χρονικές: Είναι επιρρηματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα όταν, αφού, καθώς, ενώ, πριν, ώσπου. Λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του χρόνου.
Αιτιολογικές: Είναι επιρρηματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα γιατί, αφού, επειδή, καθώς. Λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αιτίας.
Τελικές: Είναι επιρρηματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα να, για να. Λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού.
Συμπερασματικές: Είναι επιρρηματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα ώστε, που. Λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του αποτελέσματος.
Υποθετικές: Είναι επιρρηματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα αν, εάν, είτε. Λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της προϋπόθεσης.
Εναντιωματικές: Είναι επιρρηματικές προτάσεις. Εισάγονται με τα αν και, μολονότι, παρόλο που, και ας, ακόμη κι αν. Λειτουργούν ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αντίθεσης.
Αναφορικές προτάσεις
1.     Αναφορικές ονοματικές επιθετικές: Εισάγονται με την αναφορική αντωνυμία ο οποίος, η οποία, το οποίο ή το που. Χρησιμοποιούνται ως επιθετικός προσδιορισμός.
Α) Αναφορικές επιθετικές περιοριστικές: δίνουν μια πληροφορία που είναι απαραίτητη για να καταλάβει ο δέκτης το νόημα. (ονομάζονται και προσδιοριστικές)
Β) Αναφορικές επιθετικές μη περιοριστικές: δίνουν μια επιπλέον πληροφορία η οποία δεν είναι απαραίτητη. Χωρίζονται με κόμμα. (ονομάζονται και παραθετικές ή προσθετικές)
2. Αναφορικές ελεύθερες ονοματικές: Εισάγονται με τα όποιος, όποια, όποιο / όσος, όση, όσο / ό,τι / οποιοσδήποτε, οποιαδήποτε, οποιοδήποτε / οσοσδήποτε, οσηδήποτε, οσοδήποτε / οτιδήποτε, οτιδήποτε, οτιδήποτε. Χρησιμοποιούνται ως υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο, προσδιορισμός.
3. αναφορικές  ελεύθερες επιρρηματικές: Εισάγονται με τα αναφορικά επιρρήματα: όπου, οπουδήποτε, όποτε, οποτεδήποτε, όσο, οσοδήποτε, όπως (όχι όμως και με το οπωσδήποτε). Εκφράζουν επιρρηματικές σημασίες, π.χ. χρόνο, τρόπο, τόπο, ποσό.
Μικροπερίοδος – Μακροπερίοδος Λόγος
Μικροπερίοδος λόγος: λόγος απλός, γοργός και λιτός. Τα νοήματα είναι εύκολα κατανοητά. Δίνεται έμφαση, ζωντάνια, αυθορμητισμός και παραστατικότητα στο λόγο. Το ύφος γίνεται προφορικό και οικείο.
Μακροπερίοδος λόγος: Δείχνει την ευχέρεια του πομπού στη χρήση του λόγου. Έχουμε πολύπλοκη οργάνωση, , διασάφηση των σχέσεων μεταξύ των εννοιών (πχ επεξήγηση, αιτιολόγηση...). Το ύφος γίνεται σύνθετο, σοβαρό και επίσημο. Έχουμε γρήγορη και δυναμική εξέλιξη του κειμένου. Οι σκέψεις δίνονται αναλυτικά, γεγονός που βοηθά στην πρόσληψη από τον αναγνώστη.
Σημεία Στίξης
Τελεία: Χρησιμοποιείται στο τέλος μιας φράσης που έχει ολοκληρωμένο νόημα (πρότασης/περιόδου) και γίνεται διακοπή φωνής. Επίσης, σε συντομογραφίες και σε πολυψήφιους αριθμούς.
Άνω τελεία: Χρησιμοποιείται όταν τα μέρη μιας φράσης συνδέονται αντιθετικά ή  επεξηγηματικά, όταν η 2η ημιπερίοδος συμπληρώνει την 1η. Δείχνει ότι το νόημα δεν έχει ολοκληρωθεί. Δηλώνει παύση μικρότερη από την τελεία και μεγαλύτερη από το κόμμα. Είναι συχνή στα στοχαστικά δοκίμια, για να εντείνει τον προβληματισμό του αναγνώστη και προσδίδει έμφαση.
Κόμμα: Δηλώνει μικρή διακοπή, τοποθετείται μεταξύ ασύνδετων λέξεων, ασύνδετων όμοιων προτάσεων, πριν την επεξήγηση ή την παράθεση, πριν και μετά την κλητική προσφώνηση, μετά από ένα καταφατικό ή αρνητικό μόριο, μετά από κάποιο βεβαιωτικό επίρρημα, πριν και μετά τις δευτερεύουσες προτάσεις, εκτός από τις ειδικές, τις πλάγιες ερωτηματικές, τις βουλητικές και τις ενδοιαστικές και τις αναφορικές μη περιοριστικές.
Διπλή τελεία: πριν από φράσεις που αποδίδονται όπως ακριβώς ειπώθηκαν, πριν από ρήσεις, γνωμικά, από αρίθμηση, όταν δίνονται τα αποτελέσματα μιας πράξης, φαινομένου, προβλήματος, όταν αναλύονται, επεξηγούνται ή ερμηνεύονται φαινόμενα, όταν παρατίθενται όροι. Προσδίδει έμφαση σε αυτό που ακολουθεί.
Παύλα: Χρησιμοποιείται στο διάλογο για να δηλώσει την αλλαγή προσώπου ή για να κάνει εντονότερη μια αντίθεση.
Διπλή παύλα: Ανάμεσά τους τίθεται μια φράση που επεξηγεί τα γραφόμενα ή προσθέτει κάτι νέο και είναι απαραίτητο στοιχείο για την κατανόηση του λόγου. Συνήθως είναι πιο ισχυρό σημείο από την παρένθεση.
Παρένθεση: περιέχει μια φράση που επεξηγεί, διευκρινίζει ή συμπληρώνει, προσθέτει ένα νέο στοιχείο ή παρεμβάλλει ένα σχόλιο. Μπορεί επίσης να παραπέμπει σε κάποιο συγγραφέα ή έργο.
Κάθετη γραμμή: Τίθεται ανάμεσα σε λέξεις συνώνυμες ή με παραπλήσιο σημασιολογικό περιεχόμενο. Δίνει έμφαση στο λόγο.
Ενωτικό: Τοποθετείται σε διπλά ονόματα ή επώνυμα, στα αϊ, γερο, γρια, κυρά, μπάρμπα, θεια, παπα, μαστρο, όταν ακολουθούνται από κύριο όνομα, σε πολυσύνθετες λέξεις (πχ κοινωνικο-πολιτικός τομέας), σε λέξεις ίδιας πτώσης (πχ φράση-κλειδί), σε χρονικούς ή τοπικούς προσδιορισμούς (πχ πρωί-πρωί).
Εισαγωγικά: Δηλώνουν επανάληψη αυτούσιων λόγων άλλων, μορφές ευθύ λόγου, μεταφορική χρήση μιας έννοιας, ειρωνεία, δυσπιστία, αμφισβήτηση, ειδικό λεξιλόγιο, γλωσσικά ιδιώματα, τίτλους βιβλίων/ταινιών κ.λπ., επωνυμίες, έμφαση σε αυτό που λέγεται, λέξεις παλαιότερων γλωσσικών μορφών.
Ερωτηματικό: Είναι σχολιαστικό σημείο στίξης, εκφράζει προβληματισμό, απορία, επιδιώκει να αφυπνίσει, να κινήσει το ενδιαφέρον, να διεγείρει συναισθήματα, να δώσει έμφαση, ζωντάνια, παραστατικότητα. Συχνά εκφράζει αμφιβολία ή αμφισβήτηση, αγανάκτηση και αποδοκιμασία. Με το ερωτηματικό μπορεί να τίθεται μια παράκληση ή μια ρητορική ερώτηση.
Θαυμαστικό: Είναι επίσης σχολιαστικό σημείο στίξης. σημειώνεται μετά από επιφωνήματα και μετά από φράσεις που δηλώνουν έκπληξη, θαυμασμό, αποδοκιμασία ή επιδοκιμασία, χαρά, ανησυχία, απορία, ειρωνεία, αμφισβήτηση, υπερβολή, απαίτηση, αποφασιστικότητα.
Αποσιωπητικά: Δηλώνουν έκφραση συγκίνησης, ανησυχίας, προβληματισμού, αμφισβήτησης, δισταγμού, ειρωνείας, υπονοούμενου, υπαινιγμού, ειρωνείας ή έκφραση που δεν ολοκληρώθηκε επειδή διακόπηκε ο πομπός ή ήταν συγκινημένος. Επίσης, για να παραλειφθούν ομοειδείς όροι.
Ύφος
Το ύφος ενός κειμένου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απλό, φυσικό, λιτό, οικείο, ανεπιτήδευτο, παραστατικό, γλαφυρό, λυρικό, αλληγορικό, στοχαστικό, επιστημονικό, στομφώδες, ειρωνικό, σαρκαστικό, χιουμοριστικό, καυστικό, δραματικό, μεγαλόπρεπο, λυρικό, σοβαρό, επίσημο, τυπικό, αυστηρό, προτρεπτικό, εξομολογητικό, διδακτικό, πυκνό σε νοήματα, ουδέτερο, σύνθετο, εξεζητημένο, επιτηδευμένο, λαϊκό, φροντισμένο.
Συγκεκριμένα, σε ένα λιτό/απλό ύφος έχουμε απλό λεξιλόγιο, μικροπερίοδο λόγο, ασύνδετο σχήμα ή παρατακτική σύνδεση, περιορισμένα εκφραστικά μέσα. Στοχεύει στη φυσικότητα, στη συντομία και στη διατύπωση σαφών νοημάτων.
Σε ένα οικείο ύφος κυριαρχούν το α’ και β’ ρηματικό πρόσωπο, η ενεργητική σύνταξη, ο μικροπερίοδος λόγος και η παρατακτική σύνδεση ή το ασύνδετο σχήμα, οικείες εκφράσεις και προσφωνήσεις, το καθημερινό λεξιλόγιο, τα παραδείγματα και ο διάλογος, ο ευθύς λόγος, ο ρηματικός λόγος.
Στο επίσημο ύφος αντίθετα κυριαρχεί το γ’ ρηματικό πρόσωπο, η παθητική σύνταξη, ο μακροπερίοδος λόγος, η υποτακτική σύνδεση και το επίσημο λεξιλόγιο, ο ονοματικός λόγος, η κυριολεκτική χρήση της γλώσσας.
Σε ένα επιστημονικό ύφος βρίσκουμε τα περισσότερα από τα παραπάνω, πολλούς επιστημονικούς όρους και αναλυτικότητα και επεξηγηματικότητα στη σκέψη, επίκληση στη λογική και αναφορική λειτουργία της γλώσσας.
Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για το ουδέτερο ύφος, προσθέτοντας την έλλειψη συναισθηματισμού και σχολιασμού.
Στο εξομολογητικό ύφος αντίθετα, διακρίνουμε το α’ ρηματικό πρόσωπο, μια διάθεση έκφρασης συναισθημάτων και σκέψεων και μια αίσθηση αναδρομής στο παρελθόν με τη χρήση ιστορικών χρόνων.
Στο λαϊκό ύφος, από την άλλη, βρίσκουμε, εκτός από το καθημερινό λεξιλόγιο, την προφορικότητα και την παρατακτική σύνδεση, και μια διάθεση αφήγησης.
Στο χιουμοριστικό – ειρωνικό ύφος εντοπίζουμε υπονοούμενα, υπαινιγμούς, λογοπαίγνια, κωμικές εικόνες, σχολιαστικά σημεία στίξης, συνδυασμό καθημερινού και εξεζητημένου λεξιλογίου, διάθεση επικοινωνίας και προφορικότητα.
Στο προτρεπτικό ύφος κυριαρχούν το β’ πρόσωπο, οι μελλοντικές εκφράσεις, οι βουλητικές προτάσεις, η υποτακτική και η προστακτική έγκλιση, ο παραινετικός τόνος για το μέλλον.
Στο ζωντανό – παραστατικό ύφος διακρίνουμε την κυριαρχία του διαλόγου, του ευθύ λόγου, των παραδειγμάτων, των ερωτήσεων, της ενεργητικής σύνταξης, των εικόνων, των παρομοιώσεων. Στόχος να παραμείνει αμείωτο το ενδιαφέρον του δέκτη.
Στο λυρικό ύφος κυριαρχούν η ποιητική λειτουργία της γλώσσας, τα σχήματα λόγου, η επίκληση στο συναίσθημα. Υπάρχει μουσικότητα και υποβλητικότητα. Στόχος είναι η υποβολή συναισθημάτων και η πρόκληση συγκίνησης.
Στο εξεζητημένο ύφος συνδυάζονται ο λεκτικός πληθωρισμός και η διαδοχική υπόταξη.
Στο υψηλό ύφος εντοπίζουμε την προσπάθεια έξαρσης ηρωικών και ενάρετων προσωπικοτήτων και πράξεων, καταστάσεων που ξεπερνούν τα καθημερινά όρια και μέτρα. Στόχος είναι η εξύψωσή τους.
Στο φροντισμένο ύφος παρατηρούμε τη λογική οργάνωση των σκέψεων, τη δημιουργία νοηματικών ενοτήτων, την ύπαρξη συνοχής και συνεκτικότητας.
Στο υποβλητικό ύφος βρίσκουμε την έκφραση ψυχικών καταστάσεων με υπαινικτικό τρόπο. Κυριαρχούν τα σύμβολα και οι εικόνες. Για παράδειγμα, τα πεσμένα κίτρινα φύλλα του φθινοπώρου υποβάλλουν μια ατμόσφαιρα μελαγχολίας.
Στο νοσταλγικό ύφος είναι φανερή μια διάθεση αναπόλησης του παρελθόντος, με τη χρήση θαυμαστικών εκφράσεων και αναφωνήσεων.
Στο σκοτεινό ύφος υπάρχει αινιγματικός τόνος, ασάφειες στη διατύπωση, μακροπερίοδος με διαδοχική υπόταξη λόγος. Στόχος είναι μια βαθύτερη επικοινωνία με το δέκτη.
Στο χαλαρό ύφος εντοπίζουμε τη συνειρμική ανάπτυξη των σκέψεων,  παρεκβάσεις και επαναλήψεις.
Στο προφορικό ύφος βρίσκουμε ανολοκλήρωτες εκφράσεις και συνειρμικό λόγο. Στόχος είναι η ζωντάνια και η οικειότητα.
Συνοχή
Όταν μιλάμε για συνοχή, εννοούμε τη μορφική - συντακτική σύνδεση των προτάσεων, των περιόδων, των παραγράφων. Είναι η εξωτερική σύνδεση.
-          Επαναλήψεις λέξεων – φράσεων
-          Χρήση συνώνυμων όρων ή νοηματικά συγγενών κ.λπ. ( συνωνυμία, αντωνυμία, υπωνυμία, υπερωνυμία)
-          Χρήση αντωνυμιών (Αναφορά)
-          Χρήση γενικότερων όρων
-          Με τη χρήση ερωταποκρίσεων
-          Αντικατάσταση κάποιου όρου από άλλους που κατευθύνουν σε αυτόν (πχ οι μεν … οι δε) (Υποκατάσταση)
-          Παράλειψη λέξης ή φράσης που μπορεί να εννοηθεί εύκολα από όσα ειπώθηκαν ή θα ειπωθούν (Έλλειψη)
-          Χρήση διαρθρωτικών - μεταβατικών λέξεων που δηλώνουν:
·         Χρόνο (καταρχάς, έπειτα, συγχρόνως κ.λπ.)
·         Αντίθεση (αλλά, ωστόσο, όμως κ.λπ. )
·         Αιτιολόγηση (γιατί, αφού, καθώς κ.λπ.)
·         Αίτιο – αποτέλεσμα (για αυτόν το λόγο, με αποτέλεσμα κ.λπ.)
·         Συμπέρασμα (λοιπόν, επομένως, συνεπώς κ.λπ.)
·         Σκοπό (για να, να, προκειμένου να κ.λπ.)
·         Αναλογία (σαν, όπως, παρόμοια κ.λπ.)
·         Έμφαση (βέβαια, αδιαμφισβήτητα, οπωσδήποτε κ.λπ.)
·         Προσθήκη (επιπλέον, επίσης, άλλωστε κ.λπ.)
·         Αρίθμηση (πρώτο, δεύτερο, τέλος κ.λπ.)
·         Διάζευξη (είτε – είτε, ή)
·         Επεξήγηση (δηλαδή, με άλλα λόγια, συγκεκριμένα κ.λπ.)
·         Παράδειγμα (για παράδειγμα, παραδείγματος χάριν, λόγου χάρη κ.λπ.)
·         Προϋπόθεση (εάν, εφόσον, υπό το όρο κ.λπ.)
Συνεκτικότητα
Είναι η εσωτερική σύνδεση των ιδεών – νοημάτων, η νοηματική συνάφεια μεταξύ προτάσεων, περιόδων, παραγράφων.
Μπορεί να υπάρχουν:
-          Σχέσεις χώρου ή χρόνου
-          Σχέση προβλήματος – λύσης
-          Σχέση αιτίου – αποτελέσματος
-          Σχέση υπόθεσης - συμπεράσματος
-          Σχέσης αντίθεσης
-          Σχέσεις σύγκρισης
-          Σχέσεις αναλογίας
-          Σχέση διατύπωσης άποψης – ανάλυσης κ.λπ.
-          Σχέσεις προσθήκης
Εικόνα
Είναι η περιγραφή ενός προσώπου, ενός χώρου ή ενός αντικειμένου.
Μια εικόνα μπορεί να είναι στατική ή δυναμική.
Μπορεί, επίσης, να είναι οπτική, όταν απευθύνεται στην όραση, ακουστική, όταν τα γνωρίσματά της αξιοποιούν ακουστικά στοιχεία, οσφρητική ή απτική/κινητική, όταν αξιοποιεί αντίστοιχα  στοιχεία.
Οι περισσότερες εικόνες είναι μεικτές.
Η λειτουργία τους είναι ανάλογη της λειτουργίας των περιγραφών.
Σχήματα Λόγου
Ως προς τη σημασία
Μεταφορά
Μια λέξη ή μια φράση χρησιμοποιείται με διαφορετική σημασία από την αρχική της.
Με τη μεταφορά διευρύνεται το περιεχόμενο και δημιουργείται ένα νέο νόημα, μέσα από την προβολή μιας ομοιότητας. Δίνεται παραστατικότητα, εκφραστικότητα, ζωντάνια και γλαφυρότητα. Ο λόγος γίνεται πλούσιος, βαθύς και δυνατός.
Π.χ. Η μοίρα πλέκει συμφορές.
Παρομοίωση
Κάτι παραλληλίζεται με κάτι άλλο, το οποίο έχει αυτή την ιδιότητα σε μεγαλύτερο βαθμό. Χρησιμοποιούνται οι λέξεις σαν, όπως και άλλες με παρόμοια σημασία.
Η παρομοίωση συνδέει κάτι ανοίκειο με κάτι πιο οικείο προς το δέκτη, μέσα από την προβολή μιας ομοιότητας. Το ύφος γίνεται πιο ζωντανό και παραστατικό. Ο λόγος γίνεται εικονοπλαστικός και αλληγορικός και τα νοήματα εύληπτα.
Π.χ. Ο Αχιλλέας όρμησε στη μάχη σαν λιοντάρι.
Μετωνυμία
Χρησιμοποιείται μια λέξη που δηλώνει α) το περιέχον αντί του περιεχόμενου και  το αντίθετο, β) το συγκεκριμένου αντί του αφηρημένου και το αντίθετο, γ) το δημιουργό αντί για το δημιούργημα, δ) το αποτέλεσμα αντί της αιτίας.
Π.χ. Η πόλη ήταν ανάστατη.
Το κείμενο αποκτά πυκνότητα.
Συνεκδοχή
Χρησιμοποιείται μια λέξη που δηλώνει α) το μέρος αντί του όλου και αντίστροφα, β) το ένα αντί για πολλά και αντίστροφα, γ) το γένος αντί για το είδος και αντίστροφα. δ) την ύλη αντί για το πράγμα.
Το ύφος γίνεται πυκνό.
Π.χ. Κάθε κλαδί και κλέφτης (αντί: κάθε δέντρο)
Προσωποποίηση
Ζώα, φυτά, πράγματα, αφηρημένες έννοιες παρουσιάζονται να έχουν ανθρώπινες ιδιότητες.
Με την προσωποποίηση η αφήγηση αποκτά συμβολικές/αλληγορικές διαστάσεις και απομακρύνεται από το ρεαλισμό. Το αντικείμενο της προσωποποίησης αποκτά κύρος και αξία.
Π,χ, Κλαίνε τα δέντρα, κλαίνε τα βουνά.
Υπερβολή
Η απόδοση υπερβολικών ιδιοτήτων σε κάτι.
Τονίζεται η αξία ή το μέγεθος κάποιου προσώπου ή αντικειμένου και προκαλούνται ισχυρές εντυπώσεις.
Π.χ. Σα δυο βουνά είναι οι πλάτες του, σαν κάστρο η κεφαλή του.
Σχήμα κατ’ εξοχήν
Δηλώνει το πρόσωπο που κυρίως αντιπροσωπεύει μια έννοια.
Π.χ. «Μν εδετε τν μορφι πο τν Κοιλάδα γιάζει;» Διονύσιος Σολωμός
         Η Πόλη έπεσε.
Λιτότητα
Αντί για μια λέξη χρησιμοποιείται η αντίθετή της με άρνηση
Προκαλείται ένας μετριασμός της θετικής ή αρνητικής εντύπωσης που θα προκαλούσε η αρχική διατύπωση.
Π.χ. Η φθορά που έπαθε δεν ήταν μικρή.
Ειρωνεία
Δεν υπάρχει συμφωνία ανάμεσα στις λέξεις και στη σημασία τους.
Η ειρωνεία αποσκοπεί στη σάτιρα, στη διακωμώδηση, στην επίκριση.
Π.χ. Ωραία τα κατάφερες!
Αλληγορία
Μια ιστορία που άλλα λέει και άλλα εννοεί.
Το ύφος γίνεται ζωντανό και υποβλητικό.
Π.χ. Οχ! Σαν της είπα έτσι, άναψε ο γιαλός και κάηκαν τα ψάρια (έγινε έξαλλη).
Ευφημισμός
Λέξεις ή φράσεις αρνητικά φορτισμένες αντικαθίστανται με άλλες με θετικό ή ουδέτερο φορτίο.
Δημιουργεί μια διαφορετική εικόνα από την πραγματικότητα.
Π.χ. γλυκάδι αντί ξίδι
Αντίθεση
Όταν παρατίθενται δύο έννοιες που έχουν διαφορετική σημασία.
Με την αντίθεση γίνονται κατανοητές οι ακραίες καταστάσεις στις οποίες μπορεί να εμπλακεί ο άνθρωπος. Το ύφος γίνεται ζωηρό και παραστατικό, ενώ ο λόγος αποκτά αρμονία και ισορροπία.
Ως προς τη θέση των λέξεων
Ασύνδετο
Όμοιοι όροι ή προτάσεις δίνονται ασύνδετα, με κόμμα.
Ο λόγος γίνεται πυκνός, γοργός και καμιά φορά ασθματικός. Δίνεται έμφαση στους όρους και ζωντάνια στο λόγο.
Π.χ. Το τουφέκι ανάβει, αστράφτει,
        Λάμπει, κόφτει το σπαθί.
Πολυσύνδετο
Όμοιοι όροι ή προτάσεις συνδέονται με συμπλεκτικούς, αντιθετικούς ή διαχωριστικούς συνδέσμους. Στόχος είναι η απλότητα στο λόγο, η εύκολη κατανόηση των νοημάτων και η συναισθηματική φόρτιση του δέκτη.
Π.χ. Οι κλέφτες επροσκύνησαν και γίνηκαν ραγιάδες
        κι άλλοι φυλάγουν πρόβατα κι άλλοι φυλάγουν γίδια.
Χιαστό
Δυο λέξεις ή φράσεις επαναλαμβάνονται με αντίστροφη σειρά.
Π.χ. Μέρα και νύχτα περπατεί, νύχτα και μέρα λέγει.
Υπερβατό
Ανάμεσα σε δύο λέξεις με στενή συντακτική σχέση παρεμβάλλονται άλλες.
Ο λόγος αποκτά ρυθμό και πολυπλοκότητα.
Π.χ. Πίνω το ωριοστάλαχτο της πλάκας το φαρμάκι.
Κύκλος
Η αρχή και το κλείσιμο μιας πρότασης, περιόδου, στίχου, στροφής με την ίδια λέξη ή φράση.
Π.χ. Μοναχή το δρόμο επήρες,
        εξανάρθες  μοναχή.
Ομοιοτέλευτο
Διαδοχικές φράσεις που ομοιοκαταληκτούν.
Ο ρυθμός και η μουσικότητα ενδυναμώνουν.
Π.χ. Και βογκάει και βαριά μοιρολογάει.
Πρωθύστερο
Λέγεται πρώτα εκείνο που κανονικά είναι δεύτερο.
Π.χ. Ξεντύθη ο νιος, ξεζώστηκε και στο πηγάδι μπήκε. 
Αναστροφή
Η σκόπιμη αλλαγή της φυσικής σειράς των λέξεων.
Προκαλείται εντυπωσιασμός και δίνεται έμφαση σε κάποιο όρο.
Οξύμωρο
Δυο λέξεις που νοηματικά αλληλοαναιρούνται δίνονται μαζί.
Δημιουργείται αντίφαση, η οποία όμως αίρεται από το περιεχόμενο.
Παρήχηση
Η επανάληψη σε συνεχόμενες λέξεις του ίδιου ήχου ή φθόγγου (συνήθως σύμφωνου)
Συμβάλλει στη μουσικότητα.
Π.χ Τρανή λαλιά, τρόμου καλιά, ρητή κατά το κάστρο.
Ετυμολογικό σχήμα
Παρατίθενται μαζί ομόρριζες λέξεις.
Π.χ. Τραγούδι τραγουδήστε μου, χιλιοτραγουδημένο.
Ως προς την πληρότητα του λόγου
Επανάληψη
Λέξεις ή φράσεις που επανέρχονται ξανά και ξανά.
Με την επανάληψη δηλώνονται έντονα συναισθήματα. Έλκεται το ενδιαφέρον του δέκτη στα επαναλαμβανόμενα στοιχεία.
Αναδίπλωση
Η επανάληψη μια λέξης ή φράσης αμέσως δεύτερη φορά.
Π.χ. Φεύγει, φεύγει ο προδότης.
Επαναφορά
Όταν δύο ή περισσότερες προτάσεις στη σειρά αρχίζουν με την ίδια λέξη ή φράση.
Π.χ. Μαύρος ήταν, μαύρα φορεί, μαύρο και τ’ άλογό του.
Άρση – Θέση
Αρχικά δηλώνεται αυτό που δεν είναι κάτι και μετά αυτό που είναι.
Πλεονασμός
Η χρήση περισσότερων λέξεων.
Α) Παραλληλία
Όταν συγχρόνως το ίδιο νόημα εκφράζεται και καταφατικά και αρνητικά.
Π.χ. Μ’ απολησμόνησε και πια δε με θυμάται.
Β) Περίφραση
Μια έννοια εκφράζεται με περισσότερες λέξεις.
Π.χ. Ο Γέρος του Μοριά (αντί: Κολοκοτρώνης)
Γ) Ένα με δύο
Μια έννοια εκφράζεται με δυο λέξεις που συνδέονται με το και, ενώ έπρεπε η μία να είναι προσδιορισμός της άλλης.
Π.χ. Αστροπελέκι και φωτιά να πέσει στες αυλές σου (αστροπελέκι φλογερό).
Έλλειψη - Βραχυλογία
Η παράλειψη λέξεων που εννοούνται εύκολα.
Π.χ. Η δύναμή σου πέλαγο κι η θέλησή μου βράχος.
Είδη βραχυλογίας είναι:
Α) Σχήμα από κοινού
Μια λέξη ή φράση παραλείπεται και εννοείται αμετάβλητη.
Π.χ. Σε τραγουδά, όπως το πουλί τον ήλιο που ανατέλλει.
Β) Σχήμα εξ αναλόγου
Οι λέξεις που εννοούνται είναι αλλαγμένες. Δίνει προφορικότητα, απλότητα και χάρη.
Π.χ. Την άλλη μέρα δεν έφυγα, όπως είχα σκοπό.
Γ) Ζεύγμα
Δύο αντικείμενα συνδέονται με ένα ρήμα, ενώ το ένα ταιριάζει με άλλο ρήμα το οποίο εννοείται.
Π.χ. Ακούει ντουφέκια και βροντούν, σπαθιά λαμποκοπάνε (βλέπει σπαθιά).
Ρητορική ερώτηση
Ερώτημα στο οποίο ξέρουμε την απάντηση.
Δημιουργεί προβληματισμό.
Υποφορά – Ανθυποφορά
Σε μια ερώτηση πρώτα δίνεται η αρνητική απάντηση και μετά η θετική.
Π.χ. Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
        Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαρικόπι;
        Ουδέ σε γάμο ρίχνονται ουδέ σε χαροκόπι.
        Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ’ αγγόνια.
Αποσιώπηση
Παύση του λόγου.
Χρησιμοποιούνται αποσιωπητικά.
Το ύφος γίνεται υπαινικτικό και προκαλείται προβληματισμός και συναισθηματική φόρτιση.
Αναφώνηση
Επιφωνηματική φράση.
Δηλώνονται ποικίλα συναισθήματα, όπως θαυμασμός, οργή, χαρά.
Ως προς τη γραμματική συμφωνία των λέξεων
Καθολικό – Μερικό
Όταν η λέξη που δηλώνει ένα σύνολο που διαιρείται δεν εκφράζεται με γενική διαιρετική ή με εμπρόθετο, αλλά στην ίδια πτώση με τη λέξη που δηλώνει το μέρος.
Π.χ. Παίρνει τον κατήφορο, την άκρη το ποτάμι (αντί: του ποταμιού)
Έλξη
Ένας όρος δε συμφωνεί συντακτικά με τον όρο που πρέπει σύμφωνα με το νόημα, αλλά με κάποιον άλλο ισχυρότερο.
Π.χ. Τιμούμε όλους όσους αγωνίστηκαν για την πατρίδα. 
Πρόληψη
Το υποκείμενο μιας εξαρτημένης πρότασης τίθεται ως αντικείμενο της κύριας.
Π.χ. Για δέστε τον αμάραντο, σε τι βουνό φυτρώνει.
Κατά το νοούμενο
Η σύνταξη ακολουθεί το νόημα κι όχι τους κανόνες.
Π.χ. Ο κόσμος χτίζουν εκκλησιές.
Υπαλλαγή
Ένα επίθετο αποδίδεται σε ένα ουσιαστικό, ενώ κανονικά αναφέρεται σε άλλο όρο.
Συμβάλλει στη ρυθμικότητα.
Π.χ. Τ’ αντρειωμένα κόκκαλα ξεθάψτε του γονιού σας.
Ανακόλουθο
Οι λέξεις που ακολουθούν δεν έχουν συντακτική συμφωνία με τις προηγούμενες.
Δείχνει έντονη ψυχική φόρτιση του υποκειμένου.
Π.χ, Η κυρά – Ρήνη του Κριτού, του Δούκα η θυγατέρα, χρόνους της γράφουν τα προικιά (αντί: της κυρά – Ρήνης… της γράφουν).
Γενικότερα, τα σχήματα λόγου νοηματοδοτούν το κείμενο, καθώς ή τονίζουν κάτι ή διαφοροποιούν σημασίες, ανακαλούν μνήμες, εκφράζουν  σκέψεις και συναισθήματα. Συγχρόνως,  κάνουν ξεχωριστό το ύφος των προσώπων, ενώ το ίδιο το κείμενο δονείται, αποκτά ένταση, ζωντάνια, αμεσότητα, παραστατικότητα, δραματικότητα.
Η θεατρικότητα σε ένα αφηγηματικό ή ποιητικό κείμενο
1.     Η ύπαρξη χαρακτήρων – φωνών – σιωπών
2.    Ο διάλογος
3.    Η δράση
4.    Η ύπαρξη σκηνικού – χρονότοπου
5.    Στοιχεία πλοκής
Μοτίβο
Είναι επαναλαμβανόμενος θεματικός ή εκφραστικός τρόπος που επανέρχεται σε ένα λογοτεχνικό έργο ή στο έργο ενός/μιας συγγραφέα ή σε ένα σύνολο λογοτεχνικών έργων. Δεν πρέπει να συγχέεται με το θέμα. Π.χ. η «ξενιτιά» είναι θεματική, αλλά ο «γυρισμός του ξενιτεμένου» είναι λογοτεχνικό μοτίβο.

Βιβλιογραφία
Λογοτεχνία, Φάκελος Υλικού – Δίκτυα Κειμένων, Γ’ Γενικού Λυκείου, Υπουργείο Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής
Λογοτεχνία, Φάκελος Εκπαιδευτικού, Γ’ Γενικού Λυκείου, Υπουργείο Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής
 «Εμείς και οι άλλοι…», Δίκτυο Κειμένων, Φάκελος Υλικού, Νεοελληνική Γλώσσα, Γ’ Γενικού Λυκείου, Υπουργείο Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, 2019
Συντακτικό της νέας ελληνικής, Α’ Β’ Γ’ Γυμνασίου, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
Νεοελληνική Γραμματική, αναπροσαρμογή της μικρής νεοελληνικής γραμματικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων.
Κούγκουλος Θανάσης, Η πρόσληψη του λογοτεχνικού χώρου από τη νεοελληνική κριτική, Ζητήματα νεοελληνικής φιλολογίας, Μετρικά Υφολογικά Κριτικά Μεταφραστικά, Πρακτικά ΙΔ’ Διεθνούς Επιστημονικής Συνάντησης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Τμήμα Φιλολογίας Τομέας Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2016.
Παπαντωνάκης Γ., Κωτόπουλος Τ., Σκηνικό, Χαρακτήρες, Πλοκή, Διαβάζοντας ένα λογοτεχνικό κείμενο: Για παιδιά και νέους, Εκδοτικός Όμιλος Ίων, 2011
Barry Peter, Γνωριμία με τη θεωρία, μια εισαγωγή στη λογοτεχνική και πολιτισμική θεωρία, μτφ. Αναστασία Νάτσινα, εκδόσεις Βιβλιόραμα, 2013
Φρυδάκη Ευαγγελία, Η θεωρία της λογοτεχνίας στην πράξη της διδασκαλίας, εκδόσεις Κριτική, 2003
Μυλιωνάκου – Σαϊτάκη Γιούλα, Προσεγγίσεις στη θεωρία της Λογοτεχνίας, Εκδόσεις Φυτράκη, 2006
Genette G., Σχήματα III, Εκδόσεις Πατάκη, 2007
Παπάζογλου Χ., Μετρική και Αφήγηση, ΜΙΕΤ, 2012
Αποστολίδου Β., Κόκορης Δ., Μπακογιάννης Μ., Χοντολίδου Ε., Λογοτεχνική ανάγνωση στο σχολείο & στην κοινωνία, εκδόσεις Gutenberg, 2018
Βλαβιανού Α, Γκότση Γ., Καρακάση Κ., Καργιώτης Δ., Κατσικάρος Θ., Πιπινιά Ι., Προβατά Δ., Σπυροπούλου Α., Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Τόμος Β’, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2008
Γαραντούδης Ε., Καγιαλής Τ., Ροτζώκος Ν., Αναστασιάδου Α., Κωστίου Κ., Βογιατζόγλου Α., Μέντη Δ., Νεότερη Εληνική Λογοτεχνία, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2008
Ρούσσου Βαρβάρα, Ο ελεύθερος στίχος υπό το πρίσμα της σύγχρονης μετρικολογίας: Τα πρώτα ελληνικά ελευθερόστιχα ποιήματα (1920 – 1940), Διδακτορική Διατριβή, 2007
Travers M., Εισαγωγή στη Νεότερη Ευρωπαϊκή Λογοτεχνία, εκδόσεις Βιβλιόραμα, 2005
M.H. Abrams, Λεξικό λογοτεχνικών όρων, μτφ. Γιάννα Δεληβοριά - Σοφία Χατζηιωαννίδου, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005
Μάντης Κ., Δαδούση Ν., Δαμασκηνή Σ., Νεοελληνκή Λογοτεχνία Θεωρία, Εκδόσεις Χατζηθωμά, 2019
Σταμλάκου Μ., Ευγενικός Ι., Νεοελληνική Γλώσσα Θεωρία – Μεθοδολογία, Εκδόσεις Χατζηθωμά, 2019
Μήτσελος Α., Μήτσελος Σ., Νέα Ελληνικά Γ’ Λυκείου, Ελληνοεκδοτική, 2019
Πρόδρομος Π., Μαυρακάκης Μ., Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία, Γ’ Γενικού Λυκείου, Κριτήρια αξιολόγησης, Εκδόσεις Πατάκη, 2019