ΓΝΩΣΗ

ΓΝΩΣΗ

Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

Ρούμπι Μπρίτζις ,το πρώτο μαύρο παιδί που περνά την πύλη ενός σχολείου λευκών στις ΗΠΑ

Eίναι 16 Νοεμβρίου του 1960, έξω από το δημοτικό σχολείο William Frantz, στη Νέα Ορλεάνη.
Γονείς έχουν συγκεντρωθεί στο προαύλιο και διαμαρτύρονται εξαγριωμένοι. Πετούν ντομάτες, φωνάζουν, εξαπολύουν κατάρες, γράφουν συνθήματα στους τοίχους κι έχουν στήσει στην είσοδο του κτιρίου ένα μικρό παιδικό φέρετρο. Μέσα σε αυτό έχουν τοποθετήσει μια μαύρη κούκλα. Την ίδια στιγμή μια 6χρονη, «κουκλίτσα», η Ρούμπι Μπρίτζις γίνεται το πρώτο μαύρο παιδί που περνά την πύλη ενός σχολείου λευκών στις ΗΠΑ κι ένα σύμβολο στον αγώνα κατά του ρατσισμού μέχρι και σήμερα, 56 χρόνια μετά.


Την άνοιξη του 1960 η αμερικανική κυβέρνηση αποφασίζει να κάνει το πρώτο βήμα για να μπουν τα μαύρα παιδιά στα λευκά σχολεία, και θεσπίζει μία διαδικασία εθνικών εξετάσεων για να αποφασίσει ποια θα είναι τα πρώτα παιδιά που θα ενταχθούν στο «πείραμα».
Ο πατέρας της Ρούμπι, είναι πολύ διστακτικός στο να θέσει την κόρη του σε μία διαδικασία, που όπως σωστά προβλέπει θα την βάλει σε μεγάλες περιπέτειες. Η μητέρας της όμως επιμένει. Και ο λόγος; Όχι μόνο θέλει μια καλύτερη ευκαιρία στη μόρφωση για το παιδί της αλλά το αντιλαμβάνεται και ως μια πράξη αγώνα για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών.
Το κοριτσάκι φτάνει στο σχολείο υπό τη συνοδεία αστυνομικών. Όταν βλέπει τον συγκεντρωμένο κόσμο στην αυλή, θεωρεί ότι συμμετέχουν σε κάποια γιορτή. Σύντομα όμως θα καταλάβει ότι μόνο εορταστικά δεν την υποδέχονται.
Αγέρωχη θα μπει στο σχολείο και θα διεκδικήσει το αυτονόητο για όλα τα παιδιά.Η πρώτη μέρα είναι δραματική. Το κοριτσάκι περνάει όλη την ημέρα μαζί με τους αστυνομικούς στο γραφείο της διεύθυνσης, κι εκείνοι για να την προστατέψουν δεν τολμούν μέσα στο χάος που επικρατεί να την μεταφέρουν στην τάξη. Ούτως ή άλλως μάθημα δεν γίνεται, καθώς οι γονείς δεν έχουν αφήσει τα παιδιά τους να πάνε στο σχολείο, μη δεχόμενοι ότι θα έχουν μια μαύρη συμμαθήτρια.
Τη δεύτερη μέρα μια λευκή μαθήτρια σπάει τον αποκλεισμό των ρατσιστών, όταν ο ιερέας πατέρας της περνάει από το οργισμένο πλήθος και μπαίνει στο σχολείο λέγοντας τους ότι υπερασπίζεται το δικαίωμα του να πάει το παιδί του στο σχολείο. Θα περάσουν ακόμη αρκετές μέρες μέχρι να αρχίσουν κι άλλοι γονείς να επιτρέπουν στα παιδιά τους να ξαναπάνε σχολείο και μέχρι να αρχίσουν να «ξεφουσκώνουν» οι αντιδράσεις.
Κάποιοι όμως είναι ανυποχώρητοι. Μπαίνουν στο σχολείο και προσπαθούν να βγάλουν το μικρό παιδί έξω με το ζόρι. Κάθε πρωί η μητέρα ενός άλλου παιδιού βρίσκεται στο προαύλιο του σχολείο και μόλις την βλέπει, την απειλεί ότι θα την δηλητηριάσει. Η αστυνομία, που έχει αναλάβει την προστασία της, έχει ζητήσει από τους γονείς της να της βάζουν φαγητό από το σπίτι και να μην της επιτρέπουν να τρώει οτιδήποτε από το κυλικείο ή ότι τυχόν της προσφέρουν συμμαθητές της.
Δεν είναι όμως μόνο οι γονείς. Ούτε οι δάσκαλοι δέχονται να διδάξουν το μικρό μαύρο κορίτσι. Είναι μόνο μια γενναία δασκάλα, η Μπάρμπαρα Χένρι, η οποία για έναν ολόκληρο χρόνο είναι η μόνη που κάνει μάθημα στη Ρουμπί, ουσιαστικά στην απομόνωση.
inRead Advertisement by VIDADS since 2011



Το κορίτσι έχει βρεθεί ξαφνικά σε μία δίνη ρατσισμού, με μόνο της «αμάρτημα» το γεγονός ότι πήγε σε ένα σχολείο που τα παιδιά έχουν διαφορετικό χρώμα από εκείνη. Τα καταλαβαίνει όλα αλλά δεν πτοείται. Η εικόνα με το φέρετρο που είδε την πρώτη μέρα στο σχολείο, δεν φεύγει ποτέ από το μυαλό της όμως . Η Ρούμπι έχει δηλώσει πως επί πολλούς μήνες έβλεπε εφιάλτες με το φέρετρο κι εκείνη μέσα. Για να αντιμετωπίσει τον τρόμο της απλά προσεύχεται κάθε πρωί πριν ξεκινήσει για άλλη μια δηλητηριώδη μέρα στο σχολείο.
Σχολιάζοντας μετά από χρόνια τη στάση της Ρούμπι, ο αστυνομικός που την συνόδευε στο σχολείο, ο Τσαρλς Μπαρκς, θα πει ότι η μικρή δεν έδειξε να φοβάται, ούτε ταράχτηκε από τις αντιδράσεις. «Ακολουθούσε σαν στρατιωτάκι. Ήμασταν όλοι πολύ περήφανοι!», θα σημειώσει.
Η Ρουμπί τελείωσε τελικά το σχολείο, μεγάλωσε, δούλεψε σε πρακτορείο ταξιδίων, προτού παραιτηθεί για να μεγαλώσει τα παιδιά της. Η οικογένεια της που είχε το θάρρος να την στείλει στο σχολείο των λευκών δεν έμεινε φυσικά ατιμώρητη καθώς ο πατέρας της απολύθηκε και οι παππούδες της έχασαν τη γη τους.
Πλέον, έχει μιλήσει πολλές φορές για την εμπειρία της και τον ρατσισμό που επικρατεί στις ΗΠΑ. Το 2011, συνάντησε μάλιστα τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα. Οι δυο τους στάθηκαν μπροστά στον πίνακα που ζωγράφισε ο Νόρμαν Ρόκγουελ προς τιμήν της και ο πρόεδρος των ΗΠΑ της είπε: «Αν δεν ήσουν εσύ, δεν θα ήμουν εδώ και δεν θα βλέπαμε μαζί αυτόν τον πίνακα».





ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ 6η
ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΣ
  1. Ορισμός: Η οργανωμένη, εκούσια και ανιδιοτελής προσφορά υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.
  2. Αξία:
    • Κταπολέμηση ατομικισμού και ιδιοτέλειας, ανάπτυξη αλληλεγγύης, συντροφικότητας,  ενότητας.
    • Ενεργός συμμετοχή στην κοινωνική και πολιτική ζωή και ενίσχυση δημοκρατίας.
    • Έμπρακτη απόδειξη ανιδιοτελούς αγάπης προς τον συνάνθρωπο.
    • Ηθική ικανοποίηση και πληρότητα.
    • Διοχέτευση δημιουργικών δυνάμεων ανθρώπου με τρόπο ωφέλιμο.
  3. Φορείς ευαισθητοποίησης:
    • Οικογένεια –> Γαλουχεί (ανατρέφει) τα μέλη της με πνεύμα ανιδιοτελούς προσφοράς, δίνοντας η ίδια το παράδειγμα.
    • Το σχολείο –> Διαμορφώνει προσωπικότητες με ηθικές αξίες και ανθρωπιστικά ιδεώδη / Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες ή συμμετέχει σε δραστηριότητες εθελοντικής δράσης.
    • Τα Μ.Μ.Ε. –> Παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της εθελοντικής  προσφοράς και δράσης / Προβάλλουν ανάλογα πρότυπα.
    • Οι πολιτικοί, πνευματικοί και θρησκευτικοί ηγέτες –> Δίνουν με το έργο τους απτά παραδείγματα κοινωνικής προσφοράς ώστε να αποτελέσουν παράδειγμα για τον κόσμο.
  4. Προβλήματα σύγχρονης εποχής που καθιστούν επιτακτική την ανάγκη ανθρωπιάς και αλληλεγγύης:
    • Παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε πολλές χώρες της υφηλίου.
    • Πόλεμος και συνέπειές του.
    • Φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας, όπως βία και εγκληματικότητα.
    • Οικολογική καταστροφή.
    • Κυριαρχία της μηχανής.
    • Απρόσωπες, εφήμερες και ιδιοτελείς διαπροσωπικές σχέσεις.
    • Υπονόμευση ανθρώπινων αξιών από τον υλικό ευδαιμονισμό, τη χρησιμοθηρία, τον ανταγωνισμό .
    • Οι αιτίες που οδήγησαν στην ανάπτυξη της εθελοντικής δραστηριοποίησης των πολιτών οφείλονται:
      • Στην όξυνση των κοινωνικών προβλημάτων και στη συνειδητοποίησή τους από την πλευρά των πολιτών. Η οικονομική κρίση, η διόγκωση της ανεργίας, η εξαθλίωση των συνθηκών διαβίωσης των διάφορων κοινωνικών στρωμάτων και η απειλή ενός ανασφαλούς μέλλοντος ώθησαν τους πολίτες στην αυτοοργάνωση για να υποστηρίξουν ηθικά και υλικά όσους συνανθρώπους τους κινδύνευαν να συνθλιβούν κάτω από τις νέες συνθήκες.
      • Στην αλλοτρίωση των ανθρώπινων σχέσεων μέσα στα αστικά κυρίως περιβάλλοντα εγκλώβισε αρκετές κοινωνικές ομάδες σε ένα αδιέξοδο αντιμετώπισης των προβλημάτων και επέβαλε ως απάντηση τη συνειδητοποίηση της αξίας της συλλογικής δράσης, της ενεργοποίησης των πολιτών και της αλληλεγγύης.
      • Στην απογοήτευση από το σύγχρονο τρόπο ζωής που συνδέθηκε με τον καταναλωτισμό, τον ατομικισμό, την ανταγωνιστική διάθεση, την αλαζονεία και την δημιουργία επίπλαστων αναγκών.
      • Στην ενοχοποίηση των ευαισθητοποιημένων ατόμων που θεωρούσαν ότι δεν ήταν δυνατό να έχουν θέση παρατηρητών της ανθρώπινης δυστυχίας και του κοινωνικού δράματος που υπήρχε γύρω τους. 
      • Στις αναζητήσεις των ανθρώπων για το βαθύτερο και ουσιαστικότερο νόημα της ζωής μέσα από την ανθρώπινη επικοινωνία και την εκούσια προσφορά προς το κοινωνικό σύνολο. 
      • Στην οικονομική, γνωστική και τεχνική ικανότητα των μέσων πολιτών να οργανώνονται και να συγκροτούν και μη κυβερνητικούς πόλους εξουσίας που διέπονται από τη λογική της ανιδιοτελούς προσφοράς προς τους συνανθρώπους.
      • Στη συνδρομή των σύγχρονων μέσων επικοινωνίας που προβάλλουν την ανθρώπινη δυστυχία και γνωστοποιούν στο ευρύ κοινό τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ένα κόσμο που έχει τα χαρακτηριστικά της σκληρότητας, της ανομίας και της βιαιότητας.
      Η θετική προσφορά του εθελοντισμού έγκειται στο ότι:
      • Συμβάλλει στην υποστήριξη και στη διάσωση ανθρώπων που δοκιμάζονται από σημαντικά προβλήματα καταστοφών, πολέμων, υποσιτισμού, εξαθλίωσης.
      • Βελτιώνει τις συνθήκες ζωής των ευάλωτων και ευπαθών κοινωνικών ομάδων ενώ αποτρέπει φαινόμενα εκμετάλλευσης της ανθρώπινης ύπαρξης.
      • Βοηθάει στην ενδυνάμωση των κοινωνικών δεσμών ανάμεσα στους πολίτες που παύουν να νιώθουν εγκλωβισμένοι σε ένα άξενο ανταγωνιστικό και αλλοτριωμένο περιβάλλον. Οι εθελοντές λειτουργούν ως συμπλήρωμα του κοινωνικού κράτους και προωθούν με τη δραστηριοποίησή τους την ευρυθμία του.
      • Αναπτύσσει την αξία και το ιδεώδες της ανθρωπιστικής προσέγγισης του κόσμου με αλτρουϊστική νοοτροπία που αντιτίθεται στην εγωπάθεια, τον ατομικισμό και την ιδιοτέλεια.
      • Συντελεί στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας και διαμορφώνει την οικολογική συνείδηση των πολιτών επιλύοντας προβλήματα που σχετίζονται με την καθημερινή ζωή τους.
      • Καλλιεργεί την πεποίθηση της ενεργούς δράσης των ατόμων, της αλληλοαποδοχής και της συλλογικής ενέργειας για την επίτευξη κοινών στόχων με αποτέλεσμα να προάγεται και η ιδέα της εθνικής ομοψυχίας.
      Η αρνητική εκδοχή των κινήτρων της εθελοντικής δράσης:
      • Οι εθελοντές στην πραγματική διάσταση της εκούσιας ενσυνείδητης κοινωνικής προσφοράς τους υποκινούνται από ανιδιοτελή διάθεση. Ωστόσο υπάρχει το ενδεχόμενο να καπηλευτούν ορισμένοι αυτή τη μορφή δραστηριοποίησης για να καλύψουν οικονομικές και πολιτικές φιλοδοξίες κάτω από το ένδυμα της εθελοντικής ενεργοποίησης.
      • Επικριτική μπορεί επίσης να θεωρηθεί και η αντίληψη ότι οι εθελοντές διέπονται από μια δοκινχωτικήκαι ουτοπική στάση ζωής. Προσπαθούν να επιλύσουν αντίξοα κοινωνικά, οικονομικά, περιβαλλοντικά και πολιτιστικά προβλήματα ενώ στην πραγματικότητα λειτουργούν σα ρομαντικοί αιθεροβάμονες που είναι μοναχικοί οδοιπόροι σε ένα κόσμο που υπερβαίνει τις δυνατότητές τους.
      • Η προσπάθεια των εθελοντών να λειτουργήσουν συμληρωματικά στο κράτος πρόνοιας θεωρείται από ορισμένους επικριτές ως μηχανισμός κατευνασμού της πολιτικής και κοινωνικής δυσαρέσκειας με αποτέλεσμα να συνδράμουν όχι απλά στην ανακούφιση και λύτρωση του ανθρώπινου πόνου αλλά και να εξυπηρετούν τελικά τις πολιτικές σκοπιμότητες.
      • Ορισμένοι εθελοντές δεν κατευθύνονται στις επιλογές τους από την πηγαία ανάγκη συνεισφοράς προς το συνανθρωπό τους αλλά αντιμετωπίζουν τη δράση τους με τυχοδιωκτική πρόθεση και περιπετειώδη διάθεση για να ανακαλύψουν και να εξερευνήσουν πιθανότητες αναζωογόνησης της περιορισμένης καθημερινότητάς τους.
      Συνολική αποτίμηση της εθελοντικής δράσης:
      Ο εθελοντισμός είναι μια πράξη μέσα από την οποία οι άνθρωποι αποκτούν  νέες δεξιότητες και βοηθούνται να είναι ενεργοί πολίτες στην κοινότητα τους. Ο εθελοντισμός δεν έχει πλαίσια και όρια, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που μπορεί να πάρει διάφορες μορφές και διαστάσεις με βάσει τις αξίες, αρχές και την κοινωνικό -οικονομική και πολιτισμική πραγματικότητα της κοινωνίας.
      Οι εθελοντές προέρχονται από οποιοδήποτε κοινωνικό-οικονομικό στρώμα της κοινωνίας. Αν λάβουμε υπόψη ότι ένας εθελοντής μπορεί να είναι οποιασδήποτε ηλικίας, οικονομικής κατάστασης, ακαδημαϊκού υπόβαθρου, τότε μπορούμε εύκολα να ισχυριστούμε ότι σχεδόν όλοι οι πολίτες μπορούν να είναι υποψήφιοι εθελοντές.
      Εθελοντής είναι ο πολίτης εκείνος που προσφέρει ανιδιοτελώς τον ελεύθερο του χρόνο ή τη γνώση του για χρήσιμες δράσεις προς όφελος άλλων, χωρίς να περιμένει αντάλλαγμα. Με αυτή την έννοια ο εθελοντισμός ταυτίζεται με τη φιλανθρωπία, όπως χρησιμοποιήθηκε κατά την κλασική εποχή κυρίως για να αποδώσει μια καινούργια αρετή, την αγάπη για το συνάνθρωπο.
      Oι εθελοντές προσεγγίζονται και θεωρούνται περισσότερο συνεργάτες παρά φιλάνθρωποι. Εντάσσονται στη λειτουργία των υπηρεσιών και των προγραμμάτων κάποιου οργανισμού, αναλαμβάνουν εξειδικευμένους ρόλους, συναλλάσσονται με τα μέλη του προσωπικού και τα άτομα.
      H εθελοντική δράση αποτελεί μαθησιακή-μορφωτική λειτουργία. Eνισχύει την απόκτηση κοινωνικών, επικοινωνιακών και επαγγελματικών δεξιοτήτων και αναπτύσσει νέες ικανότητες. Eνδυναμώνει και δίνει νέο περιεχόμενο στη ζωή των ατόμων. Aυξάνει τη δυνατότητα ενεργού συμμετοχής των νέων στη ζωή και την εργασία. Aποτελεί εν δυνάμει χώρο ανάπτυξης νέων κοινωνικών υπηρεσιών αυξάνοντας την απασχόληση. Η εθελοντική δράση μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη μάχη της ανεργίας και αποτελεί πηγή θέσεων εργασίας.

      Η συμβολή του σχολείου στην καλλιέργεια εθελοντικής συνείδησης

      • Στις σύγχρονες αντίξοες κοινωνικές συνθήκες το σχολείο οφείλει να είναι ανοιχτό στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον και να αναπτύσσει δυναμικό και εξωστρεφή προς την κοινωνία και τους προβληματισμούς της προσανατολισμό. Η σχολική κοινότητα πρέπει να αναπτύσσει αμφίδρομη σχέση με τα ζητήματα κοινωνικής ευαισθησίας, να καλλιεργείται η εγρήγορση των νέων ανθρώπων και το ιδεώδες της συλλογικής προσφοράς.
      • Το μαθητικό κοινό μπορεί να αναπτύξει συλλογικά κοινωνικές δράσεις και με βιωματική και συνεργατική προσέγγιση των κοινωνικών θεμάτων να καλλιεργήσει τις αξίες της ανθρωπιστικής συνεισφοράς, της αλτρουϊστικής ιδεολογίας και της αλληλεγγύης.
      • Η έννοια του εθελοντισμού μπορεί να υποστηριχθεί και να προαχθεί με πολιτιστικές δρατηριότητες, ημερίδες, σεμινάρια και αφιερώματα από μαθητές και εκπαιδευτικούς για να μεταδοθεί το μήνυμα της εκούσιας συνειδητής προσφοράς προς το κοινωνικό σύνολο και να εδραιωθεί η σπουδαιότητά του στη σκέψη των νέων ανθρώπων.
      • Προγράμματα Περιβαλλοντικά, Πολιτιστικά, Αγωγής-Υγείας που υλοποιούνται στα πλαίσια της σχολικής κοινότητας είναι δυνατόν να καλλιεργήσουν και να διαμορφώσουν εθελοντική συνείδηση στους μαθητές καθώς τους ενεργοποιούν για να δραστηριοποιηθούν σε διάφορους τομείς και να αναλάβουν πρωτοβουλίες που σχετίζονται με την ευαισθητοποίησή τους για πλήθος ζητημάτων.
      • Η συνεργασία του σχολείου με διάφορους κρατικούς φορείς και υπηρεσίες μπορεί επίσης να ενδυναμώσει την εθελοντική δράση των μαθητών. Η επικοινωνία με συμβουλευτικούς σταθμούς, με κέντρα ψυχολογικής υποστήριξης, με εθελοντικές οργανώσεις είναι δυνατό να συμβάλλει στην ενεργό συμμετοχή των παιδιών σε δράσεις με κοινοφελή χαρακτήρα.

Τρίτη 7 Μαΐου 2019

Ελληνική: μία και ενιαία γλώσσα

Γράφει ο Γεράσιμος Μαρκαντωνάτος*
Η ελληνική γλώσσα είναι, ως γνωστόν, από τις ελάχιστες γλώσσες του κόσμου που διατηρήθηκε ενιαία και αδιάσπαστη χιλιετίες. Πράγματι η Ελληνική είναι η μόνη ευρωπαϊκή γλώσσα που μιλιέται χωρίς διακοπή επί 4.000 χρόνια και γράφεται επί 3.500 χρόνια. Είναι γεγονός επίσης ότι, όπως και όλες οι άλλες γλώσσες της οικουμένης, υπέστη και αυτή σημαντικές αλλαγές και διαφοροποιήσεις κατά τη μακραίωνη εξέλιξή της, καθώς αλλάζει αναπόδραστα καθετί το ζωντανό – διατήρησε ωστόσο αλώβητη την ιστορική της ενότητα και συνέπεια, παρέχοντας έτσι αδιαφιλονίκητες μαρτυρίες για την ιστορική συνέχεια και ενότητα συνάμα του ελληνικού πολιτισμού. Η άποψη εν προκειμένω του έγκριτου ελληνιστή Robert Browning είναι νομίζουμε απόλυτα εύλογη – ότι δηλαδή «δεν αποτελεί υπερβολή να υποστηριχθεί πως η Ελληνική δεν είναι μια σειρά από ξεχωριστές γλώσσες αλλά μία και ενιαία γλώσσα, και ότι αν κάποιος επιθυμεί να μάθει Ελληνικά, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν θα αρχίσει από τον Ομηρο, τον Πλάτωνα, την Καινή Διαθήκη, το έπος του Διγενή Ακρίτα ή τον Καζαντζάκη». Παρόμοιες ή παρεμφερείς απόψεις για την ελληνική γλώσσα έχουν διατυπώσει και πολλοί άλλοι διακεκριμένοι ξένοι ελληνιστές, όπως οι G. Thomson, L. Palmer, A. Mirambel, P. Chantraine και F. Adrados.



Και ο ενιαίος χαρακτήρας της Ελληνικής μπορούμε να πούμε ότι εδράζεται σε τρεις κυρίως παράγοντες: στην ετυμολογική συνέπεια και συνέχεια του λεξιλογίου της, στη διαχρονική ομοιομορφία της γραφής της και στην οργανική, τη δομική θα λέγαμε, συνοχή της. Ετσι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι χιλιάδες λέξεις ή ετυμολογικές ρίζες, όπως και οι παραγωγικοσυνθετικοί μηχανισμοί τους – με άλλα λόγια το κύριο σώμα της Ελληνικής -, είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος ολόιδιες και κοινές σε όλες τις ιστορικές περιόδους και φάσεις της μακραίωνης διαδρομής της. Οταν λόγου χάριν προφέρουμε τις λέξεις θάλασσα, ουρανός, δήμος, δημοκρατία, τραγωδία, κωμωδία, θάνατος, τέλος, μοίρα, τύχη κ.λπ., θα λέγαμε ότι κατά τινα τρόπον «επικοινωνούμε» νοερά με εκείνους τους κατοίκους αυτής της χώρας που έζησαν χιλιάδες χρόνια πριν από εμάς και χρησιμοποίησαν τις ίδιες αυτές λέξεις με την ίδια περίπου σημασία. Εξάλλου στη διάρκεια όλων αυτών των αιώνων οι λέξεις παριστάνονταν με τα ίδια γράμματα από τότε ως σήμερα – ειδικότερα από τον 8ο αι. π.Χ. όπου ανάγονται οι πρώτες επιγραφές σε αλφαβητική γραφή, όπως είναι επί παραδείγματι οι γνωστές επιγραφές του Διπύλου (περίπου 740-730 π.Χ.) και του κυπέλλου του Νέστορα (δεύτερο μισό του 8ου αι. π.Χ.). Πρόσφατα μάλιστα συναρπαστικές ανακαλύψεις εγχάρακτων γλωσσικών θραυσμάτων στην Αίγυπτο και στην Κεντρική Ιταλία, τα οποία χρονολογούνται από τις αρχές του 8ου αι. π.Χ., συνηγορούν υπέρ της θεωρίας ότι η προσαρμογή του φοινικικού αλφαβήτου σε ελληνικό έγινε κατά τον 9ο αι. π.Χ. ή και ακόμη νωρίτερα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Αλλά και η οργανική συνοχή της Ελληνικής, που αποτελεί τον τρίτο παράγοντα της διαχρονικής της ενότητας, είναι όντως παραδειγματική· γιατί μπορεί να υπέστη, ως ζωντανός οργανισμός, πολλές και ποικίλες μεταβολές στη δομή της – ιδιαίτερα επί του φωνολογικού πεδίου, στη διάρκεια της ελληνιστικής κυρίως εποχής, κατά την οποία σφυρηλατήθηκε, καθώς γνωρίζουμε, και η φυσιογνωμία της Νεοελληνικής -, αλλά οι αλλαγές αυτές δεν μπόρεσαν να αλλοιώσουν τον εσώτερο οργανισμό της, τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ταυτότητάς της.
Ούτε λοιπόν η αρχαία Ελληνική είναι νεκρή γλώσσα, σαν τη Λατινική, όπως ειπώθηκε πρόσφατα, αλλά ζωντανή και θάλλουσα παρουσία μέσα στον κορμό της Νεοελληνικής, αφού ζωντανή και σφριγηλή παραμένει έως σήμερα η μία και ενιαία Ελληνική. Αξίζει πράγματι να αναφέρουμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα με κάποια χονδρικά ποσοστά: Από τις 110 λέξεις που περιέχουν και τα δύο μαζί προοίμια της «Ιλιάδας» και της «Οδύσσειας» (8ος αι. π.Χ.) το ένα τρίτο και πλέον από αυτές χρησιμοποιούνται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ατόφιες και ολοζώντανες στη Νεοελληνική, ενώ οι υπόλοιπες γίνονται αμέσως κατανοητές με τη βοήθεια ελάχιστων εξηγητικών σχολίων. Από τις περίπου 500 λέξεις που περιλαμβάνει ο γνωστός λόγος του Λυσία «Υπέρ Αδυνάτου» (5ος αι. π.Χ.) μόνο το ένα τρίτο περίπου από αυτές είναι κάπως δύσληπτες για τους Νεοέλληνες, ενώ οι υπόλοιπες είναι σε ευρύτατη χρήση στη Νεοελληνική. Από τις 4.900 λέξεις της Καινής Διαθήκης (1ος-2ος αι. μ.Χ.) κατά τον Γεώργιο Χατζιδάκι, τον πατέρα της ελληνικής Γλωσσολογίας, οι μισές περίπου, δηλαδή οι 2.280, χρησιμοποιούνται ευρέως και σήμερα, οι 2.220 είναι ευκολονόητες από τους Νεοέλληνες και μόνο περίπου 400 χρειάζονται ερμηνευτικό σχολιασμό, για να γίνουν κατανοητές. Τέλος από τις περίπου 800 λέξεις που περιέχουν οι 24 οίκοι ή στάσεις του «Ακάθιστου Υμνου» (πιθανόν 7ος αι. μ.Χ.) περίπου το ένα τρίτο από αυτές απαιτούν εξηγητικά σχόλια, για να καταστούν εύληπτες, ενώ οι υπόλοιπες είναι σε κοινή χρήση στη Νεοελληνική. Και για ένα μικρό μέτρο σύγκρισης με τα παραπάνω αναφερόμενα ποσοστά αρκεί να επισημάνουμε τούτο μόνο: Κείμενα της αρχαιότερης Αγγλικής είναι σχεδόν ακατάληπτα από τους σύγχρονους Αγγλους χωρίς κατάλληλα ερμηνεύματα. Κανείς όμως έως τώρα δεν χαρακτήρισε τα παλαιότερα Αγγλικά «νεκρή γλώσσα», ούτε πρότεινε να περιοριστεί στο ελάχιστο η διδασκαλία τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Ο κ. Γεράσιμος Α. Μαρκαντωνάτος είναι διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας – συγγραφέας.

Δευτέρα 6 Μαΐου 2019

Εξεταστέα ύλη μαθημάτων ομάδας Α

Ως εξεταστέα ύλη ορίζονται τα δύο τρίτα (2/3) της διδαχθείσας. Σε κάθε περίπτωση η εξεταστέα ύλη δεν μπορεί να είναι λιγότερη από το μισό της διδακτέας. Η επιλογή και ο ακριβής προσδιορισμός της εξεταστέας ύλης για κάθε μάθημα γίνεται από τον διδάσκοντα και σε περίπτωση που το μάθημα διδάσκεται από περισσότερους του ενός καθηγητές γίνεται μετά από συνεργασία μεταξύ τους. Η εξεταστέα ύλη κατατίθεται και εγκρίνεται από τον Διευθυντή και γνωστοποιείται στους μαθητές πέντε (5) εργάσιμες
ημέρες πριν από τη λήξη των μαθημάτων. 

Παρασκευή 3 Μαΐου 2019

Μάθετε να γράφετε σωστά τους συνδέσμους, τις προθέσεις και τα επιρρήματα

Οι σύνδεσμοι είναι άκλιτες λέξεις που συνδέουν μεταξύ τους λέξεις και προτάσεις
Πρόθεση είναι ένα άκλιτο μέρος του λόγου που μπαίνει εμπρός από τα ονόματα ή τα επιρρήματα για να φανερώσει μαζί τους τόπο, χρόνο, αιτία, τρόπο,προέλευση,ποσό κλπ. Από τις προθέσεις επίσης, κάποιες χρησιμεύουν και ως πρώτα συνθετικά σε σύνθετες λέξεις: (προς) πρόσθεση, (κατά) κατάθεση, (μετά) μετάθεση.
Το επίρρημα είναι άκλιτο μέρος του λόγου το οποίο προσδιορίζει ρήματα ή προτάσεις. Κάθε επίρρημα είναι ή ανήκει σε επιρρηματικό σύνολο, το οποίο αποτελείται από περισσότερα επιρρήματα. Σε κάθε γλώσσα συνήθως το επίρρημα δημιουργείται προσθέτοντας στο θέμα και μία κατάληξη, χαρακτηριστική της γλώσσας.
ΩΣ, ΣΑΝ, ΓΙΑ

Τα μόρια ως, σαν, για, αν και συγγενικά, έχουν διαφορετική χρήση. Το μόριο ως δηλώνει ιδιότητα ή αιτιολογική σχέση. Λέμε και γράφουμε:

απέτυχε ως δήμαρχος (δήλωση ιδιότητας)· ως άρρωστος πρέπει να κάνει δίαιτα (δήλωση αιτιολογικής σχέσης).

ΠΡΟΣΟΧΗ: Το ουσιαστικό, το οποίο εισάγεται με το ως και επέχει θέση κατηγορουμένου, παρακολουθεί την πτώση του προηγουμένου ουσιαστικού στο οποίο αναφέρεται.
Γράφουμε και λέμε:

οι πρωτοβουλίες του κυρίου Σουφλιά, ως υπουργού Παιδείας, (όχι: ως υπουργός Παιδείας) υπήρξαν εύστοχες.

Όταν δεν πρόκειται για ιδιότητα, με περιοριστική σημασία, αλλά για κατάσταση, το ωςπεριττεύει: Λέμε και γράφουμε:

η Ελλάς ανακηρύχτηκε κράτος ανεξάρτητο (να είναι κράτος ανεξάρτητο) - αλλά: η· Ελλάς ως κράτος ανεξάρτητο είναι μέλος του Ο.Η.Ε. (με την ιδιότητα του ανεξάρτητου κράτους).

Περιττεύει επίσης το ως με τη σημασία του για:

σκοπό της ζωής του είχε να υπηρετήσει την επιστήμη - όχι: ως σκοπό της ζωής του.

Το μόριο σαν δηλώνει παρομοίωση ή εξομοίωση. Λέμε και γράφουμε:

τρέχει σαν τρελός (όπως ένας τρελός)· είναι φιλότιμος σαν τον Γιάννη (όσο και ο Γιάννης).

Το ομοιωματικό σαν, όταν συνοδεύει αντωνυμία ή ουσιαστικό με άρθρο συντάσσεται με αιτιατική. Λέμε και γράφουμε:

είναι σαν εσένα· μαύρος σαν τον κόρακα - αλλά: μαύρος σαν κόρακας.
Το μόριο για δηλώνει: αμφίβολη ιδιότητα - περνά για άνθρωπος· σκοπό - τον είχε για σωματοφύλακα· καταλληλότητα - αυτός κάνει για δάσκαλος.

Η ορθότερη σύνταξη της καταχρηστικής πρόθεσης μέχρι είναι με γενική πτώση, όχι με αιτιατική. Λέμε και γράφουμε:

μέχρι της επομένης ημέρας - όχι: μέχρι την επόμενη ημέρα.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η σύνταξη του μέχρι με γενική είναι απαράβατη σε καθιερωμένες λόγιες εκφράσεις. Γράφουμε:

μέχρι τέλους - όχι: μέχρι το τέλος· μέχρι τελικής πτώσεως - όχι: μέχρι την τελική πτώση.

ΩΣ (ΕΩΣ)

Το ώς τονίζεται, όταν επέχει θέση πρόθεσης και συντάσσεται με αιτιατική. Δεν τονίζεται, όταν είναι αναφορικό ή παρομοιαστικό μόριο. Γράφουμε:

θα σε περιμένω ώς τις πέντε· η αναστολή των εχθροπραξιών θα κρατήσει ώς την επόμενη εβδομάδα - αλλά: ως άνθρωπος οφείλω να υπερασπιστώ την τιμή μου.

ΥΠΕΡ-ΚΑΤΑ

Οι λέξεις υπέρ και κατά χρησιμοποιούνται στον δόκιμο νεοελληνικό λόγο και ως επιρρήματα και ως προθέσεις (οπότε συντάσσονται με γενική). Λέμε και γράφουμε:

είστε υπέρ ή κατά· εψήφισε υπέρ· εδήλωσε κατά.

Ως προθέσεις οι λέξεις υπέρ και κατά διατηρούν τη λόγια χρήση τους και συμπαρασύρουν σε λόγια μορφή και τη γενική του ουσιαστικού με την οποία συνάπτονται. Λέμε και γράφουμε:

η στρατιωτική αυτή τακτική αποδείχτηκε υπέρ των αντιπάλων· οι χερσαίες δυνάμεις προχώρησαν κατά των εχθρικών θέσεων· υπέρ πίστεως και πατρίδος· υπέρ βωμών και εστιών· κατά παντός υπευθύνου· εξαπέλυσε μύδρους κατά της κυβερνήσεως.

ΕΝΑΝΤΙΟΝ - ΕΝΑΝΤΙ - ΕΝΑΝΤΙΑ

Στον δόκιμο νεοελληνικό λόγο οι λέξεις εναντίον (κατά) και έναντι (απέναντι) χρησιμοποιούνται ως προθέσεις και συντάσσονται με γενική. Λέμε και γράφουμε:

εναντίον μου, εναντίον των αντιπάλων, εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής· έναντι της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης η κυβέρνηση έπρεπε να πάρει τα κατάλληλα μέτρα· έναντι των υφισταμένων όρων της εξωτερικής μας πολιτικής με την Τουρκία, επιβάλλεται ιδιαίτερη προσοχή.

Η λέξη ενάντια κανονικώς χρησιμοποιείται μόνον ως επίρρημα και σημαίνει αντιθέτως.Λέμεκαι γράφουμε:

μου μίλησε ενάντια· ψήφισε ενάντια.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Δεν συντρέχει λόγος να αντικαθίσταται το εναντίον (με τη σημασία του κατά) από το ενάντια. Λέμε και γράφουμε:

εναντίον της οικονομικής λιτότητας - όχι: ενάντια στην οικονομική λιτότητα.

ΠΡΟΤΟΥ

Το μόριο προτού συντάσσεται με υποτακτική αορίστου, δίχως την παρεμβολή του να. Λέμε και γράφουμε:

προτού μιλήσεις, να σκεφτείς καλά - όχι: προτού να μιλήσεις.

Λιγότερο δόκιμη κρίνεται η αντικατάσταση του προτού + ρήμα από το πριν να + ρήμα. Λέμε και γράφουμε:

έλα να με δεις προτού φύγεις - αντί: έλα να με δεις πριν να φύγεις.

ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΙΝ

Η πρόθεση πριν συντάσσεται στον νεοελληνικό λόγο με από και αιτιατική, όχι με απλή αιτιατική. Λέμε και γράφουμε:

γύρισε πριν από ένα μήνα - όχι: πριν ένα μήνα.

Το επίρρημα πριν (πρωτύτερα) ακολουθεί την επιρρηματικη έκφραση στην οποία αναφέρεται. Λέμε και γράφουμε:

πέντε μήνες πριν, μου υποσχέθηκε πως θα γυρίσει.

Ο σύνδεσμος πριν (προτού) συντάσσεται με απλό ρήμα, όταν δηλώνει γεγονός που έγινε στο παρελθόν ή θα γίνει οπωσδήποτε στο μέλλον. Λέμε και γράφουμε:

πριν φύγει, έκλαψε· πριν καλοκαιριάσει, θα έχω ειδήσεις του.

ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ

Όλες οι αρχαίες προθέσεις (εξαιρούνται κάποιες καταχρηστικές: άχρι, ένεκα κτλ.) είναι οικείες και στον νεοελληνικό λόγο, καθώς απαντούν σε αναρίθμητες σύνθετες λέξεις κοινής χρήσης.

Εισβάλλω, έννοια, εξασφαλίζω, εκπομπή, προτείνω, προσβολή, ανατρέφω, διαταγή, καταδικάζω, μετακίνηση, παρατάσσω, αντίπαλος, αμφιρρέπω, επιστήμη, περιέχω, αποβάθρα, υποτιμώ, υπέροχος.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η πρόθεση εξ δεν παίρνει έκθλιψη, προφανώς επειδή δεν έχει εκπέσει κανένα τελικό φωνήεν.

Οι κυριότερες αρχαίες προθέσεις επιβίωσαν στον νεοελληνικό λόγο αναλλοίωτες και στη σύνταξη τους με πλάγια πτώση. Αυτού του τύπου τα εμπρόθετα είτε έχουν αφομοιωθεί από τον νεοελληνικό λόγο είτε πέρασαν (στην καθημερινή ομιλία, στην ειδική ορολογία της δημόσιας ζωής και στην επιστημονική έκφραση) με τη μορφή απολιθωμένων λεκτικών σχημάτων. Λέμε και γράφουμε:

προς θεού, μετά χαράς - αλλά και: ανά ώρα, διά βοής, υπό παρακολούθηση, υπό επιτήρηση, περί Ποιητικής, διά της τεθλασμένης, υπό την έννοια κτλ.

Αρχαιόμορφα εμπρόθετα αποδεικνύονται πολλές φορές αναντικατάστατα στον ελληνικό λόγο, όταν εξασφαλίζουν την απαιτούμενη οικονομία και την τυπική διατύπωση· την ειρωνεία, την αδρότητα, την κομψότητα της έκφρασης- τη διάκριση προφορικού και γραπτού λόγου. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η χρήση των αρχαιόμορφων εμπρόθετων είναι θεμιτή, στον βαθμό που δεν αλλοιώνει την υφή του νεοελληνικού λόγου. Λέμε και γράφουμε:
 
του ευχήθηκα εις ανώτερα και έφυγα· εν ονόματι του νόμου σε συλλαμβάνω- προ μηνόςέγινε στον Ειρηνικό νέα πυρηνική δοκιμή· πέθανε ταξιδεύοντας προς Θεσσαλονίκη· ένα συν ένα κάνουν δύο- έγινε γνωστός ανά την υφήλιο· η επίθεση κατά των Τούρκων· κατά κανόνα δεν αντιδρά στις προκλήσεις- παρά τους όρους της συνθήκης οι Αμφιπολίτες θέλησαν να κρατήσουν την αυτονομία τους· αντ’ αυτού επέτυχε να καταδικαστεί ερήμην-ε:

Καποδίστρια καταργήθηκε η αυτοδιοίκηση- η πραγματεία περί εξουσίας διαβάστηκε πολ το 5230 από κτίσεως κόσμου- ζούσε υπό παρακολούθηση· υπήρξε υπέρ το δέον σοβαρό:

ΠΡΟΣΟΧΗ: Στα εμπρόθετα αυτής της κατηγορίας το ουσιαστικό που παρακολουθεί την πρόθεση προσαρμόζεται κατά κανόνα στο νεοελληνικό κλιτικό και τονικό σύστημα. Λέμε και γράφουμε:

κατά την παράδοση της πόλης· παρά φύση· υπό έλεγχο· υπό συζήτηση· ανά τους αιώνες· κατά τύχη· κατ’ εξαίρεση· κατ’ αντιμωλία· παρά πάσα προσδοκία.

Το ουσιαστικό διατηρεί την αρχαία κλίση του και τον τόνο του αμετάθετο, μόνον όπου η εμπρόθετη έκφραση λογίζεται ως άκλιτο μονολεκτικό ή περιφραστικό επίρρημα. Λέμε και γράφουμε:

εντούτοις, κατευθείαν, κατεξοχήν, εις υγείαν, παρά πόδας, υπ’ αριθμόν, διά θαλάσσης, εξ αποστάσεως, υπό τας διαταγάς του, διά πυρός και σιδήρου, δι’ ανατάσεως χειρών, εξ όλης καρδίας.

Παραδείγματα με αρχαιόμορφα εμπρόθετα, κοινόχρηστα ή απολιθωμένα:

εις: εις πολλά έτη, εις βάρος μου, εις επήκοον, εις το διηνεκές, εις τον τύπον των ήλων.

εν: εν μέρει, εν όλω, εν σχέσει, εν γένει, ενόψει, εν συνεχεία, εν είδει, εν πάση περιπτώσει, εν αποστρατεία, εν στάσει, εν εναντία περιπτώσει, εν πρώτοις, εν αντιθέσει, ο εν λόγω.

εξ (εκ): εξάλλου, εξαρχής, εξίσου, εξάπαντος, εξανάγκης, εκ του προχείρου, εκ του φυσικού, εκ Θεού, εξ αίματος, εξ ουρανού, εξ αδιαιρέτου, εκ περιτροπής, εκ περισσού, εκ των προτέρων, εκ των υστέρων, εκ πρώτης όψεως.

προ: προπάντων, προπαντός, προ ολίγου, προ μηνός, προ εβδομάδος, προ έτους,-προ του κινδύνου, προ καιρού, προ του φαγητού.
προς: προσώρας, προς νερού του, προς το βουνό, προς τα ξημερώματα, προς το άγνωστο, προς τα ύψη, προς τα μέσα, προς τα έξω, προς Λάρισα, αναλόγως προς την ηλικία του, ίσος προς ίσο, ένας προς ένα, ως προς αυτό, προς όφελος του, προς βλάβη του, προς το συμφέρον του, προς το παρόν, η αγάπη προς την πατρίδα, ο σεβασμός προς τους ηλικιωμένους, προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

συν: δέκα συν δέκα, συνδυό-συντρείς, αυτός έχει τα συν και τα πλην του, συν Αθηνά και χείρα κίνει.

ανά: ανά τον κόσμο, ανά τους αιώνες, ανά πάσα στιγμή.

διά: διά βίου, διαμέσου, διαμιάς, διά δέκα, διά ξηράς, διά θαλάσσης.

κατά: καταγής, κατά μέρος, καταπού, καταπώς, κατά το ποτάμι, κατά τον Νότο, κατά τα χαράματα, κατά λάθος, κατά τύχη, κατά τάξεις, κατά στίχο, κατ’ αντιπαράσταση, κατά πρόσωπο, κατά τα έργα τους.

μετά: μετά βίας, μετά φόβου, μετά μουσικής, μετά φανών και λαμπάδων.

παρά: παρά λίγο, παρά τρίχα, παρά τέταρτο, παρ’ όλα αυτά, παρά ταύτα, παρά τον κανόνα.

αντί: άλλα αντικείμενο· άλλων, αντί της καθιερωμένης σύνταξης.

επί: επιτόπου, επιτέλους, επί μέρους, επί δημοκρατίας, επί Θεοτόκη, επί δύο, επί τάπητος, επί τη βάσει, επί τετρακόσια χρόνια.

περί: περί τίνος πρόκειται, περί διαγραμμάτων, περί ανέμων και υδάτων, περί Ρητορικής, περί συλλογικής εργασίας, περί αρχής.

από: απαρχής, απεναντίας, απευθείας, αφότου, αφ’ υψηλού, από γεννησιμιού του, από καρδιάς, από καταβολής κόσμου, αφενός, αφετέρου.

υπό: υπόψη, υπό τον ήλιο, υπό δοκιμασία, υπό έλεγχο, υπό κράτηση, υπό τας διαταγάς, υπό μορφή.

υπέρ: υπέρ τρίτου, υπέρ πατρίδος, υπέρ ανεξαρτησίας, έχει πολλά υπέρ αυτού, υπέρ βωμών και εστιών.

μέχρι: μέχρι τέλους, μέχρι θανάτου, μέχρι αναισθησίας, μέχρι αηδίας.

άνευ: υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου.

πλην: δέκα πλην δέκα, πλην Λακεδαιμονίων.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Συχνά, εκ παραλλήλου προς το αρχαιόμορφο εμπρόθετο, υπάρχει και αντίστοιχος δημοτικός τύπος· στην περίπτωση αυτή η χρήση του ενός ή του άλλου τρόπον εξαρτάται κάθε φορά από τα συμφραζόμενα, γενικότερα από το είδος και το ύφος του λόγου. Λέμε και γράφουμε:

τον συμπάθησε με την πρώτη ματιά - αλλά: εκ πρώτης όψεως ίσως φαίνεται το θέμα ανώδυνο· πριν από ένα χρόνο, τέτοιον καιρό ήμουν άρρωστος - αλλά: πέθανε προ έτουςαπό καρδιακή προσβολή· βρίσκεται σε απομόνωση - αλλά: τελεί υπό κράτηση· «Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου» - αλλά: επί Μεταξά η Βουλή έμεινε κλειστή.

ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΑ ΣΕ -ΩΣ
Στον νεοελληνικό λόγο επικρατούν συνήθως επιρρήματα με κατάληξη σε -α.
Λέμε και γράφουμε:

πέρασα καλά· είμαι άσχημα· έφτασε αργά· καλά και άγια· πέθανε ανώδυνα· κύλησε το βράδυ ευχάριστα· και βέβαια δεν έχεις δίκαιο· μίλησε απλά.
Παρά ταύτα διατηρούν στον νεοελληνικό λόγο ορισμένα επιρρήματα την αρχαιόμορφη κατάληξη τους σε -ως σε τυπικές εκφράσεις και εκεί όπου ενδέχεται να δημιουργηθεί παρεξήγηση ότι πρόκειται για επίθετο και όχι για επίρρημα. Λέμε και γράφουμε:

πήρε το πτυχίο του με λίαν καλώς· καλώς ή κακώς, έτσι έχει το πράγμα· υπολόγισε τη στάθμη του ύδατος επακριβώς· ισχύει ό,τι είπα προηγουμένως - ποτέ: ό,τι είπα προηγούμενα· ενδεχομένως θα αργήσω απόψε - ποτέ: ενδεχόμενα θα αργήσω απόψε· το επικινδύνως ζην - ποτέ: το επικίνδυνα ζην τα είπε βεβαίως καλά, αλλά με ενοχλητική εμπάθεια-ανάλογα με τις συνήθειες του - αλλά: αναλόγως προς τον πληθυσμό της χώρας.

Ορισμένες φορές, αναλόγως προς την κατάληξη του επιρρήματος, διαφοροποιείται και η σημασία του. Λέμε και γράφουμε:

τα πούλησε ακριβά - αλλά: υπολογίζω το εισόδημα μου ακριβώς (ή με ακρίβεια)· μιλώ απλά – αλλά: απλώς και μόνον δεν ήμουν σε καλή διάθεση .

ΠΑΝΤΑ - ΠΑΝΤΟΤΕ

Το πάντα δηλώνει χρονική συνέχεια. Λέμε και γράφουμε:

ήταν πάντα καλός (σε όλη του τη ζωή, χωρίς διακοπή)· πάντα τον εκτιμούσε (σε όλη τη διάρκεια της γνωριμίας τους)· τον θεωρούσε πάντα σοβαρό άνθρωπο.

Το πάντοτε δηλώνει επανάληψη, Λέμε και γράφουμε:

κρατούσε πάντοτε στάση γενναία· παντού και πάντοτε.

ΕΠΑΝΩ - ΠΑΝΩ

- Όταν το επάνω χρησιμοποιείται ως τοπικό επίρρημα, αντικαθίσταται και με το πάνω. Λέμε και γράφουμε:

επάνω στο τραπέζι - αλλά και: πάνω στο τραπέζι.

- Όταν το πάνω δηλώνει αναφορά, χρόνο, ποσό, δεν αντικαθίσταται με το επάνω. Λέμε και γράφουμε:

δούλεψε πάνω από τρεις ώρες (ποτέ: δούλεψε επάνω από τρεις ώρες)· πάνω-κάτω (ποτέ: επάνω-κάτω).
ΠΡΟΣΟΧΗ: Σε πολλές περιπτώσεις η χρήση του πάνω είναι περιττή: κάθησε στην καρέκλα- όχι: επάνω στην καρέκλα.