ΓΝΩΣΗ

ΓΝΩΣΗ

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΙΞΗΣ ΚΑΙ Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥΣ

ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΙΞΗΣ-ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΧΡΗΣΗΣ

ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΤΙΞΗΣ ΚΑΙ  Η ΧΡΗΣΗ ΤΟΥΣ


Τελεία ( . )
Η τελεία ανταποκρίνεται σε σταμάτημα ή κατέβασμα της φωνής. Σημειώνεται:
http://www.teicrete.gr/users/kutrulis/images/arrow_blue.gifστο τέλος μια πρότασης και δείχνει πως ό,τι ειπώθηκε έχει ακέραιο νόημα: Το αυτοκίνητο είναι άσπρο
http://www.teicrete.gr/users/kutrulis/images/arrow_blue.gifύστερα από μια συντομογραφία: π.χ.κτλ. Εξαιρούνται μερικές συντομογραφίες που σχετίζονται με τις διευθύνσεις του ορίζοντα, που δεν την παίρνουν, π.χ.: Α= Ανατολή, ανατολικός, ανατολικά, ΝΔ = νοτιοδυτικός, νοτιοδυτικά κτλ. Όταν πρόκειται, όμως, για προσδιορισμό τόπων, προσθέτουμε στις συντομογραφίες Α, Β κτλ. μια τελεία: η Β. Αμερική, η Ν. Ευρώπη κτλ.
http://www.teicrete.gr/users/kutrulis/images/arrow_blue.gifσε πολυψήφιους αριθμούς, χωρίζοντας σε τριάδες τα ψηφία με αρχή από τα δεξιά (π.χ., 2.234.456). Οι τετραψήφιοι αριθμοί και οι χρονολογίες δε χρειάζονται τελεία (π.χ., 1821).
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τελεία μετά από ένα απόλυτο αριθμητικό για να νοηθεί ως τακτικό: 9. = ένατος. (Η χρήση αυτή είναι σπάνια.)
Η τελεία του τέλους δε σημειώνεται σε τίτλους βιβλίων, σ' επιγραφές και σ' επικεφαλίδες.
Η τελεία και τα άλλα σημεία της στίξης:
Όταν υπάρχουν εισαγωγικά στο κείμενο, η τελεία σημειώνεται πάντα έξω από αυτά. Το ίδιο ισχύει στις περιπτώσεις χρήσης παρενθέσεων, αγκυλών κτλ. Ωστόσο, όταν μέσα στην παρένθεση υπάρχει ολόκληρη περίοδος, τότε η τελεία σημειώνεται μέσα στην παρένθεση.
Τελεία δεν σημειώνεται μετά το ερωτηματικό, το θαυμαστικό και τα αποσιωπητικά.
Άνω τελεία ( · )
Η άνω τελεία δηλώνει αρκετά στενό νοηματικό σύνδεσμο με τα προηγούμενα και χρησιμεύει για να σημειώνουμε μικρότερη διακοπή παρά με την τελεία και μεγαλύτερη παρά με το κόμμα. Ειδικότερα η άνω τελεία:
Μέσα στην περίοδο χωρίζει ομάδες από προτάσεις. Οι προτάσεις αυτές χωρίζονται μεταξύ τους με κόμματα, π.χ.: Του Αισχύλου σώζονται τρεις τραγωδίες από τον τρωικό κύκλο, ο Αγαμέμνονας, οι Χοηφόρες, οι Ευμενίδες· του Σοφοκλή, ο Αίας, η Ηλέκτρα και ο Φιλοκτήτης.
Στο εσωτερικό μιας φράσης χωρίζει δυο μέρη της που σχετίζονται μεταξύ τους, αλλά και που έχουν διαφορές, ιδίως όταν το δεύτερο επεξηγεί ή έρχεται σε αντίθεση με το πρώτο, π.χ.: Αυτός δεν ήταν άνθρωπος· ήτανε θεριό, δράκος, του βουνού στοιχειό.  Του πατέρα σου, όταν έλθης,/ δε θα βρης παρά τον τάφο·/ είμαι ομπρός του και σου γράφω/ μέρα πρώτη του Μαγιού. (Σολωμός).
Η άνω τελεία και τα άλλα σημεία της στίξης:
Όταν υπάρχουν στην πρόταση εισαγωγικά ή παρένθεση, η άνω τελεία σημειώνεται έξω από την παρένθεση ή τα εισαγωγικά.
Παρατήρηση: Η χρήση της άνω τελείας έχει ατονήσει σήμερα· στη θέση της χρησιμοποιείται το κόμμα ή η τελεία. Ένας επιπλέον λόγος για την ολοένα και αραιότερη χρήση της, αποτελεί το γεγονός της μη παρουσία της στο τυποποιημένο πληκτρολόγιο των υπολογιστών. Η εισαγωγή στο κείμενο πρέπει να γίνει με ειδική πληκτρολόγηση. Το σύμβολο της άνω τελείας αντιστοιχεί στο συνδυασμό πλήκτρων Alt+0183 (με το αριθμητικό πληκτρολόγιο). Μια καλή πρακτική, για όσους χρησιμοποιούν κειμενογράφους που το επιτρέπουν, είναι να αντιστοιχηθεί στην άνω τελεία μια απλή λειτουργία αυτόματης διόρθωσης κειμένου · μια απλή, αποτελεσματική και ευκολομνημόνευτη αλληλουχία πλήκτρων είναι τα δύο συνεχόμενα κόμματα ",,".
Κόμμα ( , )
Το κόμμα χρησιμεύει συνήθως για να σημειώσουμε λογικό χωρισμό και μικρό σταμάτημα στο εσωτερικό της περιόδου, ή σε μεγάλες φράσεις για να δώσομε ευκαιρία σε αναπνοή, είτε για να κάνουμε το κείμενο να διαβάζετε ευκολότερα (λ.χ. σε θεατρικά κείμενα, διδακτικά βιβλία) ή για να προκαλέσουμε προσδοκία. Το κόμμα είναι το πιο συχνό σημείο της στίξης και η χρήση του είναι απαραίτητη προκειμένου ν' αποφεύγονται παρανοήσεις και η ανάγνωση, ή η απαγγελία, να γίνεται ευκολότερη. Αν και δεν υπάρχουν απόλυτοι κανόνες για τη χρήση του κόμματος, σε γενικές γραμμές χρησιμεύει για να χωρίζουμε:
  • Μέσα στην πρόταση του όμοιους αναμεταξύ τους όρους, όταν του παραθέτουμε ασύνδετους, π.χ.: Η θάλασσα ήταν ήρεμη, γαλήνια, καθαρή.
Στην απαρίθμηση επιθέτων μπρος από ένα ουσιαστικό το κόμμα μπαίνει και πριν το τελευταίο επίθετο, όταν αυτό προσδιορίζει το ουσιαστικό ακριβώς όπως και τ' άλλα: Με αργά, βαριά, κουρασμένα βήματα. Αλλά δεν μπαίνει όταν το τελευταίο επίθετο αποτελεί με το ουσιαστικό έννοια που την προσδιορίζουν τα προηγούμενα επίθετα: Με κέρασε άσπρο παλιό κρασί.
  • Την παράθεση και κάθε είδους επεξήγηση: Άρχισε μια βροχή, κατακλυσμός.– Ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, ήταν κατοικία των θεών.
  • Την κλητική: Νίκο, σου στέλνω σήμερα το γράμμα.– Πήρα το γράμμα σου, κύριε Γιώργο, και χαίρομαι που είσαι καλά.
  • Ένα μόριο ή ένα βεβαιωτικό (ή αρνητικό) επίρρημα στην αρχή της περιόδου, που χρησιμεύει για τη σύνδεση με τα προηγούμενα: Ναι, θα φύγω.– Όχι, δε θέλω.– Τότε, θα συμφωνήσουμε (δηλ. αφού είναι έτσι).
  • Τις κύριες από δευτερεύουσες προτάσεις – τις αιτιολογικές, τελικές (εκτός όταν εισάγονται με το να), αποτελεσματικές, υποθετικές, εναντιωματικές, χρονικές ή που εισάγονται με το χωρίς να, ιδίως όταν αυτές προηγούνται ή όταν είναι μεγάλες, π.χ.: Δεν πρέπει να ξεκινήσομε, γιατί ο καιρός άρχισε να χαλά.– Αν θέλεις, έλα.– Χωρίς να το καταλάβω, μου πήραν το πορτοφόλι.
  • Τις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις όταν προηγούνται του ρήματος: Το τι έκρυβε η στάση της, ήταν δύσκολο να διαπιστωθεί. Αλλά: Ήταν δύσκολο να διαπιστωθεί το τι έκρυβε η στάση της..
  • Το ρήμα και τον αμέσως κατόπι του εμπρόθετο προσδιορισμό που φανερώνει αντίθεση, π.χ.: Περισσότερο έβλαψε, παρά ωφέλησε.
  • Τις συμπλεκτικές προτάσεις, π.χ.: Δε θα πάω στα Χανιά, ούτε στο Ρέθυμνο.– Και γενναίοι άνθρωποι ήταν, και τον εαυτό τους πρόσεχαν.
  • Τις διαζευκτικές προτάσεις, π.χ.: Ή θα σωθούμε, ή θα χαθούμε.
  • Τις αντιθετικές προτάσεις, π.χ.: Δεν έχομε εμείς, μα κάτι θα γίνει.– Ναι μεν είναι ακριβότερο, αλλά είναι το καλύτερο για τη δουλειά μου.
  • Τις συμπερασματικές προτάσεις: Να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε... – Δεν είναι κακός, να (=ώστε να) μη μας δώσει νερό.
  • Το σύνδεσμο και, όταν αυτός έχει σημασία συνδέσμου που χρειάζεται κόμμα, π.χ.: Εσύ μαζεύεις, και (= ενώ) αυτός σκορπά.– Πήγαινε στο καλό, και (= γιατί) δε σ' έχω ανάγκη.
  • Τους όρους μιας πρότασης που συνδέονται με τους συνδέσμους ή, είτε, μήτε, ούτε, όταν είναι περισσότεροι των δυο: Ούτε ο Κώστας, ούτε ο Γιώργος, ούτε Μαρία κατάφεραν να λύσουν το γρίφο. Αλλά: Ούτε ο Μπάμπης ούτε ο Θωμάς είπαν την αλήθεια.
Η δυσκολότερη περίπτωση είναι η θέση ή μη του κόμματος πριν από αναφορική πρόταση που ακολουθεί το υποκείμενο, επειδή η λανθασμένη χρήση του κόμματος έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή του νοήματος της πρότασης:
Τα δέντρα του κήπου που είναι καρποφόρα χρειάζονται λίπασμα.
( Η αναφορική πρόταση εδώ προσδιορίζει άμεσα το υποκείμενο. Καθορίζει ποια δέντρα του κήπου χρειάζονται λίπασμα, δηλαδή όσα δέντρα είναι καρποφόρα και όχι όλα.
Πέταξαν τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει. (= Πέταξαν μόνο εκείνα από τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει).
Τα δέντρα του κήπου, που είναι καρποφόρα, χρειάζονται λίπασμα.
(Εδώ μπορεί να παραλειφθεί η αναφορική πρόταση χωρίς να προκύψει αλλοίωση του νοήματος· δηλαδή τα δέντρα του κήπου, που όπως γνωρίζουμε είναι όλα καρποφόρα, χρειάζονται λίπασμα.)
Πέταξαν τα ροδάκινα, που είχαν σαπίσει. (= Πέταξαν όλα τα ροδάκινα τα οποία είχαν σαπίσει).
Το κόμμα και τα άλλα σημεία της στίξης:
  • Όταν παραθέτουμε τα λόγια κάποιου άλλου σε εισαγωγικά, σημειώνουμε το κόμμα έξω από τα εισαγωγικά μόνο όταν το απαιτεί η πρόταση: Κατορθώσαμε να πει «παραδίνομαι», γιατί τον κουράσαμε πάρα πολύ.
    Αντίθετα, δεν χωρίζουμε με κόμμα τις παρένθετες προτάσεις, μικρές ή μεγάλες, που δηλώνουν ποιος είπε τα λόγια που βρίσκονται στα εισαγωγικά: «Είμαστε έθνος ανάδελφο» είπε ο Πρόεδρος.
    Αν, όμως, αυτού του είδους οι προτάσεις υπάρχουν σε διαλόγους χωρίς εισαγωγικά (εισάγονται δηλαδή με παύλες), χρησιμοποιούνται πάντα με κόμμα:
    – Μπορείτε να πιείτε νερό, μας είπε ο περβολάρης.
  • Δεν σημειώνουμε κόμμα αμέσως μετά το ερωτηματικό και το θαυμαστικό.
Δύο τελείες ( : )
ή διπλή τελεία
ή πάνω και κάτω τελεία
Οι δύο τελείες δηλώνουν ότι θ' ακολουθήσει παράθεμα από ξένο κείμενο, απόφθεγμα, παροιμία ή ευθύς λόγος. Χρησιμοποιείται ακόμη στις περιπτώσεις που αναλύομε ή ερμηνεύομε κάτι που έχομε καταγράψει, π.χ.: Σκεπτόμουν καθαρά τούτο: θα εκτελέσω όσο μπορώ καλύτερα το χρέος μου.
Η λέξη ύστερ' από τις δύο τελείες γράφεται με αρχικό γράμμα κεφαλαίο όταν οι δύο τελείες έχουν τη θέση τελείας.
Παύλα ( – )
Η παύλα δηλώνει αλλαγή του συνομιλητή σ' ένα γραπτό κείμενο διαλόγου όταν δεν χρησιμοποιούνται εισαγωγικά.
Επίσης χρησιμοποιείται για να φανεί μεγαλύτερη η αντίθεση των προηγούμενων με τ' ακόλουθα, π.χ.: Ξεκίνησαν – μα δε θα φτάσουν ποτέ!
Η χρήση της παύλας δείχνει απότομη αλλαγή ή ανακολουθία στη φράση, π.χ.: Είδα το Μιχάλη προχθές – ο Γιάννης ήταν στο τηλέφωνο.
Η παύλα είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί στο τέλος μιας παραγράφου, αμέσως μετά την τελεία, δηλώνοντας ότι έχει ολοκληρωθεί ένα θέμα, μια νοηματική ενότητα. (Σημείωση: Από εδώ βγήκε και η φράση: «τελεία και παύλα», δηλαδή τελείωσε τελείως το ζήτημα.)
Επίσης, η παύλα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάλογο, όταν διακόπτεται απότομα ο λόγος, σε αντίθεση με τα αποσιωπητικά, που δηλώνουν κυρίως: παύση, αποσιώπηση, αμηχανία κτλ.:
– Μπορώ να σας μιλή–
– Σταμάτα! Δεν σου επιτρέπω να μιλάς!

Παρένθεση 
[ (  ) ]
Διπλή παύλα 
( –   – )
Κοινό γνώρισμα και των δύο σημείων στίξης είναι ότι οι λέξεις που περικλείονται σ' αυτά παρουσιάζουν, κατά τη γνώμη μας, λιγότερο ενδιαφέρον. Έχουν όμως και διαφορές μεταξύ τους, τις ακόλουθες:
Η παρένθεση χρησιμεύει για να περικλείσει και ν' απομονώσει λέξη ή φράση ολόκληρη που επεξηγεί ή συμπληρώνει τα λεγόμενα, π.χ.: «Ο Όμηρος (Οδύσσεια 490) εξυμνεί τη ζωή.»  «Το αυτοκίνητο (σαράβαλο) αγκομαχούσε στον ανήφορο...»
Παρένθεση χρησιμοποιούμε και μετά από μια περίοδο. Στις περιπτώσεις αυτές προηγείται άνω τελεία ή άλλο σημείο στίξης, π.χ.: «Θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν· (Μαβίλης).»  «–Φοβάμαι κάτι χειρότερο! (φεύγουν από τη σκηνή).»
Η παρένθεση επίσης χρησιμεύει για να περικλείσει λέξεις ή φράσεις που μπορούν να παραλειφθούν. Αυτό συχνά το πετυχαίνομε και με τα κόμματα. Η παρένθεση πρέπει να χρησιμοποιείται στην περίπτωση αυτή, όταν τα παρένθετα λόγια αποχωρίζονται καθαρά στο νόημα και στη διατύπωση από το υπόλοιπο κείμενο και δεν υπάρχει σ' αυτό λέξη που αναφέρεται στα λόγια μέσα στην παρένθεση.
Μέσα σε παρένθεση αναγράφονται οι παραπομπές: «Το γράμμα αποκτείνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί», είπε ο Παύλος· (Προς Κορινθίους Β' 3.6).
Η παρένθεση μπορεί ν' ακολουθεί ή και να έχει κατόπι της άλλη στίξη, ιδίως κόμμα. Μπορεί και ν' αρχίζει με κεφαλαίο γράμμα. Η τελεία  μπαίνει πριν κλείσει η παρένθεση όταν η παρένθεση αρχίζει με κεφαλαίο.
Η διπλή παύλα χρησιμοποιείται για να απομονωθεί μέρος της φράσης, όπως γίνεται και στην παρένθεση. Αυτό γίνεται ιδίως όταν όταν το μέρος αυτό δεν είναι τόσο δευτερότερο ώστε να κλειστεί σε παρένθεση. Το κλείσιμό του μέσα σε κόμματα θα μπορούσε να προκαλέσει ασάφεια, π.χ.: «Ο πατέρας μου –ελαφρύ το χώμα που τον σκέπασε– δεν ήθελε να με κάνει βοσκό.» Επίσης για προσθήκη ή επεξήγηση όπως και η παρένθεση.
Αγκύλες [  ]
Χρησιμοποιούνται για ν' απομονωθεί μια ένδειξη που βρίσκεται ήδη σε παρένθεση.
Εισαγωγικά ( « » )
Τα εισαγωγικά σημειώνονται στην αρχή και στο τέλος παραθεμάτων: Μου είπε: «Δε σε ξέρω καθόλου».
 Επίσης όταν αναφέρουμε λέξεις ή φράσεις που δεν ανήκουν στην κοινή γλώσσα ή που παίρνουν ένα ιδιαίτερο νόημα ή απόχρωση νοήματος στο λόγο μας: οι παλαιότεροι χρησιμοποιούσαν τη λέξη «σπουδαίος» με διαφορετικό νόημα· σήμαινε το μορφωμένο, το λόγιο.
Τίτλοι βιβλίων, θεατρικών έργων, ονόματα πλοίων, εφημερίδων, επιγραφές κτλ., τοποθετούνται μέσα σε εισαγωγικά.
Επίσης χρησιμοποιούνται για να δηλωθεί μεταφορική χρήση της γλώσσας καθώς και για σχόλιο, ειρωνεία.
Ύστερα από τα εισαγωγικά σημειώνεται, όταν χρειάζεται, η τελεία και η επάνω τελεία. Το κόμμα δε σημειώνεται, εκτός όταν με το κλείσιμο των εισαγωγικών τελειώνει φράση που απαιτεί κόμμα, π.χ.: «Είναι δυο η ώρα» είπε η Μαρία «τα μαγαζιά θα έχουν κλείσει».
Το ερωτηματικό και το θαυμαστικό σημειώνονται μέσα από τα εισαγωγικά του τέλους ( εκτός κι αν δεν ανήκουν στο κείμενο το κλεισμένο μέσα στα εισαγωγικά, και τότε μπαίνουν έξω από τα εισαγωγικά).
Όταν το κείμενο των εισαγωγικών συνεχίζεται και σε καινούργια παράγραφο, ξανασημειώνομε στην αρχή της τα εισαγωγικά του τέλους (»), ενώ η προηγούμενη παράγραφος κλείνει χωρίς εισαγωγικά.
Στη θέση των εισαγωγικών μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα παλιότερα πνεύματα δασεία και ψιλή, μονά ή διπλά ανεστραμμένα (‘ ’ ή “ ”), κυρίως όταν χρειάζεται να υπογραμμιστεί μια λέξη ή φράση, που βρίσκεται ήδη μέσα σε εισαγωγικά.
Όταν ένα τμήμα κειμένου που βρίσκεται μέσα σε εισαγωγικά περιλαμβάνει λέξεις ή προτάσεις που πρέπει να κλειστούν σε άλλα εισαγωγικά, τότε χρησιμοποιούμε τα «ανωφερή εισαγωγικά» ή «διπλά κόμματα» (“ ” ή “ „).
Τα εισαγωγικά δεν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν σε λέξεις που τυπώνονται με διαφορετική γραμματοσειρά. Αυτό συνήθως εφαρμόζεται στις περιπτώσεις παράθεσης μίας λέξης ή ενός τίτλου βιβλίου κτλ.
Εισαγωγικά επίσης χρησιμοποιούμαι στους διαλόγους, όταν δεν γίνεται χρήση της παύλας (για να διακρίνονται τα πρόσωπα):
«Τι είναι η ζωή;» μονολόγησε ο γερο-Θόδωρος.
«Ένα ποτήρι νερό» συμπλήρωσε ο Γιάννης.
Όταν στους διαλόγους χρησιμοποιούνται παύλες, παραθέτουμε σε εισαγωγικά τους εσωτερικούς διαλόγους· δηλαδή, τα λόγια που σκέφτονται ή ανακαλούν τα πρόσωπα των διαλόγων:
– Περάστε, κύριε Γιώργο. Εδώ έχει δροσιά.
«Είναι καλύτερα να περάσω τώρα» σκέφτηκε ο κυρ-Γιώργος.
–Φχαριστώ κυρα-Φρόσω, έρχομαι.
Ομοιωματικά 
( » )
Σημειώνονται για να μην επαναληφθεί λέξη που γράφτηκε ακριβώς στο ίδιο σημείο της προηγούμενης σειράς γραπτού κειμένου.
Θαυμαστικό 
( ! )
Χρησιμοποιείται ύστερα από ένα επιφώνημα ή μια έκφραση που δηλώνει θαυμασμό, προσταγή, χαρά, ελπίδα, φόβο, ένα ξαφνικό αίσθημα, πάθος ή άλλο συναίσθημα, π.χ.: Ζήτω! Μακάρι! Πήγαινε! Ντροπή! Ίσια το τιμόνι! πρόσταξε ο πατέρας.
Το θαυμαστικό που δηλώνει ειρωνεία ή που σημειώνεται για να υπογραμμιστεί κάτι απίστευτο ή ανόητο, και που αναφέρεται σε λέξη μόνο της πρότασης, το βάζομε σε παρένθεση, π.χ.: Λέει πως ανέβηκε σε μια ώρα(!) στον Όλυμπο.– Η Σούλα είναι σπουδαία(!) νοικοκυρά.
Σημειώνουμε θαυμαστικό και σε προτάσεις ερωτηματικού τύπου αλλά πραγματικά επιφωνηματικές, π.χ.: Που καταντήσαμε! Και πιστεύεις κι εσύ τέτοια πράματα!
Το θαυμαστικό σημειώνεται μέσα από τα εισαγωγικά όταν ανήκει στα λόγια που κλείνονται σ' αυτά, και έξω από αυτά όταν ανήκει στο κείμενο που εισάγει τα ξένα λόγια, π.χ.: «Ζήτω η Ελλάδα!» βροντοφώναξε.– Και ποιος δε θυμάται του Λεωνίδα το «μολών λαβέ»!
Η λέξη ύστερα από θαυμαστικό (εκτός όταν αυτό συνοδεύει ένα επιφώνημα) γράφεται με κεφαλαίο στην αρχή. Συνεχίζομε με μικρό γράμμα, όταν η συνέχεια συνδέεται άμεσα με τα προηγούμενα: «Ίσια τα πανιά!» πρόσταξε ο καπετάνιος.
Όταν η επιφωνηματική πρόταση αρχίζει από επιφώνημα, παραλείπουμε συνήθως από αυτό το θαυμαστικό: Αχ, και να φυσούσε λίγο!
Τα επιφωνήματα που παρατείνουν το τελευταίο φωνήεν, γράφονται κιόλας έτσι, π.χ.: άαα! ήταν φανταστικό!, έεε! πρόσεχε!, ώωω! την πατήσαμε!, άααχ!, πωπώωω!, όφουουου!, όχουουου!, άουουου! κτλ.
Το θαυμαστικό και τα άλλα σημεία της στίξης:
Για το θαυμαστικό ισχύουν τα ίδια που ισχύουν για το ερωτηματικό.
Ερωτηματικό 
( ; )
Τοποθετείται στο τέλος κάθε ευθείας ερωτηματικής πρότασης, π.χ.: Θα πάμε για καφέ;– Είναι καλός χτίστης ο Γιάννης;
Η πλάγια ερώτηση δε χρειάζεται ερωτηματικό, π.χ.: Με ρώτησε γιατί δεν τον περίμενα.– Δεν έμαθα που πήγε.
Τοποθετημένο μετά μια λέξη, σε παρένθεση, δηλώνει ειρωνεία ή αμφιβολία ή αμφισβήτηση, π.χ.: Περηφανευόταν πως ήταν ο καλύτερος(;) κυνηγός.
Σε σειρά από ερωτήσεις σημειώνεται το ερωτηματικό μόνο στην τελευταία, όταν οι ερωτήσεις απαιτούν την ίδια απάντηση: Θέλεις να μείνεις μόνος, να υποφέρεις, να καταντήσεις αλκοολικός; Αλλά: Γιατί άργησες; πού ήσουν; τι έκανες; (Παρατήρηση: στην περίπτωση μικρών προτάσεων δεν είναι αναγκαίο το πρώτο γράμμα μετά το ερωτηματικό να είναι κεφαλαίο. Αλλά: Μάνα τι έχεις και βογκάς; Τι κακό σου 'καμε ο γιος σου; Σε παράκουσε, λόγο σου αντιγύρισε ποτέ;
Οι διμερείς (ή πολυμερείς) ερωτήσεις παίρνουν ερωτηματικό στο πρώτο μέρος και τελεία στο δεύτερο, που διαζευγνύετε από το πρώτο, π.χ.: Έρχεσαι σα φίλος; ή σαν εχθρός.– Αυτό είναι κουνουπίδι; είναι λάχανο; ή είναι μπρόκολο.
Το ερωτηματικό σημειώνεται μέσα από τα εισαγωγικά όταν ανήκει στα λόγια που κλείνονται σ' αυτά, και έξω από αυτά όταν ανήκει στο κείμενο που εισάγει τα ξένα λόγια, π.χ.: «Πού πάμε;» βροντοφώναξε.– Ποιος είπε το «μολών λαβέ»;
Η λέξη ύστερα από ερωτηματικό γράφεται με κεφαλαίο στην αρχή. Συνεχίζομε με μικρό γράμμα, όταν η συνέχεια συνδέεται άμεσα με τα προηγούμενα: «Είστε καλά;» ξαναρώτησε και έφυγε, κλείνοντας την πόρτα πίσω του.
Το ερωτηματικό και τα άλλα σημεία της στίξης:
  • Δεν μπαίνει ποτέ κόμμα μετά από ερωτηματικό: – Πάλι πήρες άδεια από τη σημαία; με ρώτησε γελώντας πονηρά.
    Παρατήρηση: η ίδια πρόταση μπορεί να γραφεί ισοδύναμα με τη χρήση του κόμματος, αλλά χρησιμοποιώντας εισαγωγικά: «Πάλι πήρες άδεια από τη σημαία;» με ρώτησε γελώντας πονηρά.
  • Το ερωτηματικό σημειώνεται μέσα στην παρένθεση, στα εισαγωγικά, τις διπλές παύλες κτλ., μόνον όταν ολόκληρη η ευθεία ερώτηση είναι παρενθετική: Μας άφησε να σκεφτόμαστε διάφορα (μήπως ήταν κι η πρώτη φορά;), πριν μας εξηγήσει ...
  • Όταν υπάρχουν αποσιωπητικά, το ερωτηματικό σημειώνεται πριν από αυτά:
    – Είναι λογικό να μη μας λέει τίποτα;...
  • Όταν υπάρχουν εισαγωγικά, το ερωτηματικό μπαίνει  μέσα σ' αυτά, εκτός κι αν δεν ανήκει στο κείμενο που βρίσκεται μέσα σ' αυτά: «Τι καιρό κάνει σήμερα;» με ρώτησε η Μαρία.
    Αλλά: Σε ρώτησε πράγματι «Τι καιρό κάνει σήμερα;»; Η Μαρία με ρώτησε: «Τι καιρό κάνει σήμερα;».
Αποσιωπητικά ( ... )
Τα αποσιωπητικά σημειώνονται όταν δεν τελειώνουμε τη φράση. Επίσης όταν σε παράθεμα από συγγραφέα παραλείπομε ένα τμήμα φράσης ή και φράσεις ολόκληρες· στις περιπτώσεις αυτές τα αποσιωπητικά τοποθετούνται μέσα σε αγκύλες: Για την απάντηση στο ερώτημα των εξετάσεων, δείτε στη σελίδα 41 του βιβλίου την παράγραφο: «Από τη σοβαρότητα [...] είναι επανάσταση των ιδεών.».
Με τα αποσιωπητικά δηλώνεται επίσης θαυμασμός, ειρωνεία, συγκίνηση, φόβος, δισταγμός, ντροπή, περιφρόνηση, απειλή κτλ., για όσα θα σημειωθούν αμέσων κατόπιν, π.χ.: «Μην ξανάρθεις αδιάβαστος, γιατί...»  «Κι έπειτα... έπειτα όλα τέλειωσαν.»
Aποσιωπητικά σημειώνομε, σ' ορισμένες περιπτώσεις, και μετά από θαυμαστικό ή ερωτηματικό, στις περιπτώσεις αυτές δείχνουν ένα σταμάτημα στην ομιλία, π.χ.: «Και τι δε θα 'κανα! ... Φτάνει να μ' άφηνες.» «Πώς μας θωρείς ακίνητος; ...»
Αποσιωπητικά χρησιμοποιούμε και στην περίπτωση δισταχτικής ομιλίας, χωρίς ν' αποσιωπούμε τίποτα, προκειμένου να τονιστούν εκείνα που θ' ακολουθήσουν.
Σημείωση: Η αγγλική ονομασία των αποσιωπητικών (ellipsis) και ο αντίστοιχος δεκαδικός κωδικός ASCII, μου υποδείχθηκαν από τον Σεμπαστιάν Νικολάου (www.sebdesign.eu), τον οποίο και ευχαριστώ.
Αστερίσκος 
( * )
Στο τέλος μιας λέξης δηλώνει παραπομπή σε υποσημείωση κειμένου. Σε φιλολογικά κείμενα στην αρχή μια λέξης δηλώνει ότι η λέξη είναι υποθετική. Κοντά σε μια χρονολογία δηλώνει τη γέννηση ενός προσώπου.
Ενωτικό ( - )
Βάζουμε ενωτικό στο τέλος της αράδας όταν η λέξη δε χωράει ολόκληρη και θα πρέπει να συλλαβιστεί.
Σημειώνεται ενωτικό συνήθως σε μακρόσυρτες συνθέσεις λέξεων: κοινωνικο-οικονομικός. Απαραίτητο είναι όταν σε περίπτωση βραχυλογίας χρησιμοποιούνται δύο παράλληλες λέξεις: πρωί-βράδυ, μέρα-νύχτα.
Βάζουμε ενωτικό ύστερα από τα προταχτικά: αγια-, αϊ-, γερο-, γρια-, θεια-, κυρα-, μαστρο-, μπαρμπα-, παπα-, χατζη-, όταν πάνε μπροστά από κύριο όνομα, π.χ.: αγια-Μαρίνα, αϊ-Γιώργης, γερο-Δήμος, κυρα-Ρήνη, μαστρο-Νικόλας, μπαρμπα-Γιάννης, παπα-Κωστής κτλ. Οι προταχτικές λέξεις δεν παίρνουν τόνο.
Χρησιμοποιούμε ενωτικό στην απαρίθμηση ή παράθεση σταθμών δρομολογίων, π.χ.: Η γραμμή Ηρακλείου - Χανίων. Το ταξίδι Πειραιά - Ηράκλειο διαρκεί δέκα ώρες.
Τοποθετούμε ενωτικό στα σύνθετα παραθετικά, δηλαδή σε ονοματικά σύνολα που αποτελούνται από δύο ομοιόπτωτες λέξεις με ιδιαίτερη σημασιολογική σημασία, π.χ.: ταξίδι-αστραπή, λέξη-κλειδί, πλοίο-φάντασμα κτλ.
Στις περιπτώσεις ελληνικών ή ξενικών κυρίων ανθρωπονυμικών ονομάτων που αποτελούνται από δύο μικρά ονόματα, σημειώνεται το ενωτικό μόνο όταν χρησιμοποιούνται και τα δύο μαζί για να προσδιορίσουν τον ίδιο άνθρωπο: Ζακ-Υβ Κουστό, Αντρέ-Μαρί Αμπέρ, Άννα-Μαρία κτλ. Αντίθετα, όταν υπάρχουν δύο μικρά ονόματα τα οποία δεν χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα, τότε το ενωτικό δε σημειώνεται: Αντώνιος Εμμανουήλ Κατακουζηνός, Ηλέκτρα Ελένη Μαυρογένη· αλλά, Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης.
Το ενωτικό χρησιμοποιείται σ' όλες τις περιπτώσεις των ελληνικών ονομάτων με δύο επώνυμα: Θανάσης Πετσάλης-Διομήδης, Κατερίνα Περισυνάκη-Κουτρούλη
Βάζουμε ενωτικό σε εμπορικούς τίτλους ή επωνυμίες επιχειρήσεων, π.χ.: Αγραφιώτης - Πουρνάρας και Σία.
Το ενωτικό σημειώνεται στο τέλος ή στην αρχή ενός γλωσσικού τύπου, για να δειχτεί πως αυτός δε γράφεται ολόκληρος: μονο-, δηλαδή λέξεις που αρχίζουν από το μονο.
Σημειώνουμε το ενωτικό σε φράσεις που λειτουργούν ως ένα όνομα: το σ' αγαπώ-σε-μισώ, ο φίλος μου ο Αυτός-που-γίνεται-τύφλα κτλ.
Δεν παίρνουν ενωτικό τα κυρ, πάτερ και καπετάν, π.χ:: ο κυρ Αντώνης, ο πάτερ Γεώργιος, ο καπετάν Μιχάλης κτλ.
Το ενωτικό ανάμεσα σε όμοιες λέξεις συνήθως αποφεύγεται, π.χ.: Προχώρα σιγά σιγά. Περπατούσαμε άκρη άκρη στο δρόμο.
Υποδιαστολή 
( , )
Σημειώνεται στην αναφορική αντωνυμία ό,τι (= καθετί) και στο χρονικό σύνδεσμο ό,τι (= μόλις): ό,τι μου πεις θα το κάμω.–  Ό,τι ήρθε.
Σ' ένα δεκαδικό αριθμό χωρίζει το ακέραιο μέρος από το δεκαδικό: (3,14).
Απόστροφος 
( ' )
Σημειώνεται στην έκθλιψη: απ' αυτά· στην αφαίρεση: μου 'πε· στην αποκοπή: φέρ' το.
Παράγραφος ( §)
Δηλώνεται μικρή διακοπή στο λόγο, ιδίως όταν ο λόγος προχωρεί σε διαφορετικό κύκλο ιδεών. Η έναρξη παραγράφου δηλώνεται με αλλαγή σειράς, και το ξεκίνημα της γραφής λίγο πιο μέσα από τη συνηθισμένη αρχή της σειράς.
Συν, πλην ( ± )
Όταν βρίσκεται κοντά σε μια χρονολογία, σημαίνει το περίπου, τη μη βεβαιότητα σε σχέση με τη χρονολογία.
Αριθμοί και σημεία στίξης
Το κόμμα χρησιμοποιείται για να χωρίζει τις ακέραιες μονάδες από το δεκαδικό μέρος του αριθμού. Οι πολυψήφιοι αριθμοί παριστάνονται ανά ομάδες τριών ψηφίων· κάθε ομάδα τριών ψηφίων χωρίζεται από την προηγούμενη ή την επόμενη με σταθερό ημιδιάστημα. Τα δεκαδικά ψηφία δεν χωρίζονται μεταξύ τους. Εναλλακτικά, στη  θέση του ημιδιαστήματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί η τελεία. Για παράδειγμα:
Η απόσταση μεταξύ αυτών των δύο περιοχών είναι 1 256 456,1256 μέτρα. Το βάρος του χαμένου φορτίου ήταν 2.526.253,145 κιλά.
Ο διαχωρισμός σε ομάδες των τριών ψηφίων δεν συνηθίζεται στην περίπτωση των χρονολογιών. Για παράδειγμα:
Η Επανάσταση του 1821. Η καταστροφή του συντελέστηκε το 4500 π.Χ. Η περιοχή κατοικήθηκε πολύ πριν το 10500 π.Χ.

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Η Αντιφατική ταυτότητα των Νεοελλήνων

Η Αντιφατική ταυτότητα των Νεοελλήνων από τον Κορνήλιο Καστοριάδη
Τα κεντρικά στοιχεία του Ελληνικού δράματος είναι, από τη μία μεριά, η τριπλή αναφορά που περιέχει για μας η παράδοση: αναφορά στους αρχαίους Έλληνες, αναφορά στο Βυζάντιο, αναφορά στην λαϊκή ζωή και κουλτούρα, όπως αυτή δημιουργήθηκε στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου και κάτω από την Τουρκοκρατία.
Από την άλλη μεριά, η αντιφατική και, θα μπορούσε να πει κανείς, ψυχοπαθολογική σχέση μας με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, που περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από το γεγονός ότι ο πολιτισμός αυτός έχει μπει εδώ και δεκαετίες σε μία φάση έντονης κρίσης και υποβόσκουσας αποσύνθεσης.
Η διπλή και ταυτόχρονη αναφορά στην αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο, που αποτέλεσε το επίσημο «πιστεύω» του νεοελληνικού κράτους και του πολιτιστικού κατεστημένου της χώρας, οδήγησε και οδηγεί σε αδιέξοδο, κατά πρώτο και κύριο λόγο διότι οι δυο αυθεντίες που επικαλείται βρίσκονται σε διαμετρική αντίθεση μεταξύ τους.
Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός ελευθερίας και αυτονομίας, που εκφράζεται στο πολιτικό επίπεδο στην πολιτεία ελεύθερων πολιτών που συλλογικά αυτοκυβερνώνται και στο πνευματικό επίπεδο με την ακατάπαυστη επαναστατική ανανέωση και αναζήτηση. Ο βυζαντινός πολιτισμός από την άλλη, είναι πολιτισμός θεοκρατικής ετερονομίας, αυτοκρατορικού αυταρχισμού και πνευματικού δογματισμού. Στο Βυζάντιο δεν υπάρχουν πολίτες, αλλά υπήκοοι του αυτοκράτορα, ούτε στοχαστές, μόνο σχολιαστές ιερών κειμένων.
Η προσπάθεια συνδυασμού και συμφιλίωσης αυτών των δύο αυθεντιών λοιπόν, δεν μπορούσε παρά να νεκρώσει κάθε δημιουργική προσπάθεια και να οδηγήσει σε ένα στείρο σχολαστικισμό, όπως αυτός που χαρακτήριζε το πνευματικό κατεστημένο της χώρας επί ενάμισυ σχεδόν αιώνα μετά την ανεξαρτησία και που επαναλάμβανε τα χειρότερα μιμητικά στοιχεία του Βυζαντίου.
Καθ’ όσο ξέρω, είμαστε ο μόνος λαός με μεγάλο πολιτιστικό παρελθόν που πρόσφερε στον κόσμο το γελοίο και θλιβερό θέαμα προσπάθειας τεχνητής επαναφοράς της γλώσσας που μιλιόταν πριν από 25 αιώνες. Ούτε οι Ιταλοί προσπάθησαν να ξαναζωντανέψουν τα λατινικά, ούτε οι Ινδοί τα σανσκριτικά. Και είναι εξίσου χαρακτηριστικό ότι ενώ η ∆υτική Ευρώπη, στους δυο περασμένους αιώνες εγέννησε δεκάδες λαμπρούς ελληνιστές, μόνο τρία ονόματα έχουμε που μπορούν να σταθούν αχνά στο ίδιο επίπεδο με αυτούς: Τον Κοραή, τον Βερναρδάκη και τον Συκουτρή -τον οποίο Συκουτρή οδήγησε χαρακτηριστικά σε αυτοκτονία ο φθόνος και το μίσος των κηφήνων τού εν Αθήνησι Πανεπιστημίου.
Περηφανευόμαστε ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων, αλλά για να μάθουμε τι έλεγαν και τι ήταν οι αρχαίοι πρέπει να προσφύγουμε σε ξένες εκδόσεις και σε ξένες μελέτες. Αυτή η ίδια στάση έκανε ασφαλώς επίσης αδύνατη τη γονιμοποίηση της λαϊκής παράδοσης και την μεταφορά της στο χώρο της έντεχνης παιδείας, με εμφατική εξαίρεση την ποίηση.
Αρκεί να σκεφθεί κανείς ότι ο τεράστιος μουσικός πλούτος της λαϊκής μουσικής σε μελωδίες, ρυθμούς, κλίμακες και όργανα, έμεινε νεκρός στα χέρια των νεοελλήνων συνθετών, όπως έμεινε άχρηστος και ο αρχιτεκτονικός και διακοσμητικός πλούτος της λαϊκής παράδοσης.
Τέλος, αυτή η αναφορά στα δύο μεγάλα παρελθόντα, με τον αποστειρωτικό τρόπο που ετέθη, είναι στη ρίζα της σχιζοφρενικής μας σχέσης με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, του συνδυασμού ενός κακομοιριασμένου αισθήματος κατωτερότητας και μιας ψωροπερήφανης και αστήρικτης αυθάδειας. Έτσι παίρνουμε από τους ξένους τις BMW, τις τηλεοράσεις, τα κατεψυγμένα, κ.λπ. χωρίς να μιλήσω για τα πακέτα Ντελόρ, και τους βρίζουμε για την υποδούλωσή τους στην τεχνική και στον ορθολογισμό τους. Πράγματα που η ∆ύση βέβαια δεν περίμενε τους νεοφώτιστους ελληνοορθόδοξους για να τα κριτικάρει και να τα καταγγείλει η ίδια, και που δεν απαλείφονται με μια ετήσια εκδρομή στο Άγιο Όρος».
Κορνήλιος Καστοριάδης, διάλεξη στον Τριπόταμο Τήνου 20/08/1994.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης (Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922-Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) ήταν Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος, επαγγελματίας ψυχαναλυτής από το 1973 και διευθυντής σπουδών στην Ανώτατη Σχολή για τις Κοινωνικές Επιστήμες. Συγγραφέας του έργου «Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας», διευθυντής σπουδών στη Σχολή Ανωτέρων Σπουδών Κοινωνικών Επιστημών του Παρισιού από το 1979, και φιλόσοφος της αυτονομίας, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές του 20ού αιώνα.


    Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2016

    Ελληνικές επιγραφές στον κόσμο

    Είναι λοιπόν ακόμη μια απόδειξη πως η ελληνική (αρχαία) γλώσσα εκτιμάται καταλλήλως στο εξωτερικό, παρά στην Ελλάδα


    ΔΙΠΛΟΥΝ ΟΡΩΣΙΝ ΟΙ ΜΑΘΟΝΤΕΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑ «Διπλά βλέπουν αυτοί που γνωρίζουν γράμματα». Η φωτογραφία απεικονίζει την είσοδο στο κτίριο της γραμματείας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου.Το ρητό του Πυθαγόρα παραπέμπει στην εκπαίδευση και στην καλύτερη αντίληψη των πραγμάτων όταν κάποιος μορφώνεται. .

    massahouseti boston college
     Το σύμβολο του Boston College της Μασσαχουσέτης… «αἰὲν ἀριστεύειν… καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν…» (Ιλιάς Ζ’, στ. 208) (Πάντα να αριστεύεις…και να είσαι ανώτερος από τους άλλους, και να μην ντροπιάζεις την γενιά των προγόνων σου…)Φωτογραφία του χρήστη Αρχαία Ελληνικά.
    Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ - University of Queensland. 
     gefyra eiserner steg - frankfourti germany

    Επιγραφή στη γέφυρα Eiserner Steg της Φρανκφούρτης, Γερμανία. «ΠΛΕΩΝ ΕΠΙ ΟΙΝΟΠΑ ΠΟΝΤΟΝ ΕΠ’ ΑΛΛΟΘΡΟΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ» «Μέντης Ἀγχιάλοιο δαίφρονος εὔχομαι εἶναι υἱός, ἀτὰρ Ταφίοισι φιληρέτμοισιν ἀνάσσω. Νῦν δ’ ὧδε ξὺν νηὶ κατήλυθονἠδ’ ἑτάροισιν πλέων ἐπὶ οἴνοπα πόντον ἐπ’ ἀλλοθρόους ἀνθρώπους, ἐς Τεμέσην μετὰ χαλκόν, ἄγω δ’ αἴθωνα σίδηρον.» (Οδύσσεια, Α.180-184) «πως είμαι γιος του Αγχίαλου πέτομαι του καστροπολεμάρχου Μέντη με λεν, κι οι καραβόχαροι Ταφιώτες μ᾿ έχουν ρήγα. Εδώ έχω φτάσει με τους συντρόφους στο πλοίο μου ταξιδεύω για τόπο αλλόγλωσσο, την Τέμεσα, στο πέλαο το κρασάτο, να δώσω σίδερο, χαλκό να πάρω πίσω». 


    Η γλώσσα μας σε 303 πανεπιστήμια· από την Ινδία ως τη Βενεζουέλα! Τα ελληνικά είναι μια δύσκολη και λίγο ομιλούμενη γλώσσα. Ποιος γνωρίζει όμως πως στην Αυστραλία υπάρχουν 18 πανεπιστημιακές σχολές και 149 δημόσια σχολεία που διδάσκουν τη νεοελληνική γλώσσα, στην Ινδία δύο πανεπιστημιακές σχολές, στην Ιταλία 15 πανεπιστημιακές σχολές και τρία δημόσια σχολεία, στην Ισπανία 20 πανεπιστημιακές σχολές και τρία δημόσια σχολεία; Ακόμη, στη Συρία, τη Λιθουανία, την Ιαπωνία, τη Νότια Αφρική, τη Βενεζουέλα, τη Σλοβενία, τη Ρωσία, το Ισραήλ… Διευθύνσεις και πληροφορίες για όλα τα ακαδημαϊκά, δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα που παρέχουν μαθήματα της ελληνικής γλώσσας στην Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό περιέχει ο οδηγός στην αγγλική με τον τίτλο «Institutions Offering Courses of Modern Greek in Greece and abroad» (Ιδρύματα που προσφέρουν μαθήματα νεοελληνικής γλώσσας στην Ελλάδα και το εξωτερικό) που εξέδωσε το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Διεθνών Εκπαιδευτικών Σχέσεων του υπουργείου Παιδείας. (http://www.greeklanguage.gr). Στις 2/10/1959 στην ετήσια συνεδρίαση του ΔΝΤ και της Διεθνούς Τράπεζας, ο πρώην πρωθυπουργός και καθηγητής Ξενοφών Ζολώτας έδωσε για 2η φορά (η 1η ήταν το 1957) μία ελληνοαγγλική ομιλία, ζητώντας να τον ακούσουν με προσοχή, ακόμα κι αν υπήρχε ο κίνδυνος να κουράσει τους ακροατές του. Αν και η γλώσσα των λόγων ήταν η Αγγλική, με εξαίρεση των συνδέσμων, άρθρων και προθέσεων η γλώσσα επί της ουσίας ήταν η ελληνική. Ο Ελληνικός λόγος στην Αγγλική του Ξ.Ζολώτα το 1959
    Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou

    Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

    Οδηγίες για την καταγραφή ημερολογίου

    Παραγωγή γραπτού λόγου: Οδηγίες για την καταγραφή ημερολογίου



    Ένα ημερολόγιο περιέχει γεγονότα, εμπειρίες, σκέψεις, συναισθήματα, επιθυμίες και ό,τι άλλο αφορά τη ζωή των ανθρώπων.Για να γράψεις το ημερολόγιό σου μπορείς να ακολουθήσεις τις παρακάτω οδηγίες:
    1..     Όταν περιγράφεις τις εμπειρίες σου, είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείς το πρώτο πρόσωπο ενικού, π.χ. «Στις διακοπές, όμως, βγαίνω έξω κάθε μέρα». Να θυμάσαι ότι το ημερολόγιο είναι ένας έμπιστος φίλος, γι’ αυτό μπορείς να του μιλάς όπως θα μιλούσες σ’ ένα φίλο ή φίλη σου, π.χ. «Πες μου, αγαπητό μου ημερολόγιο, εσύ θα άντεχες;» 


    2.     Στο ημερολόγιο χρειάζεται πρώτα να γράφεις την ημερομηνία στην αρχή της σελίδας πάνω δεξιά, π.χ. Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012. Μερικοί προτιμούν αντί για την ημέρα να γράφουν το όνομα της πόλης, π.χ. Θεσσαλονίκη, 8 Οκτωβρίου 2012. 


    3.      Από κάτω αριστερά μπορείς να χρησιμοποιείς τη φράση «αγαπημένο μου ημερολόγιο» ή «αγαπητό μου ημερολόγιο», όπως δηλαδή θα έγραφες γράμμα σ’ ένα φίλο ή φίλη σου.




    Το ημερολόγιο της Χριστίνας

    […] Νιώθω τόσο μόνη και τόσο απελπισμένη. Σε ποιον να μιλήσω; Αποφάσισα να αρχίσω να γράφω ημερολόγιο, κάθε φορά που θα με πνίγει η σιωπή. […] 
    Παρασκευή βράδυ, 25 Σεπτεμβρίου, 
    Πρώτη νύχτα στην Αθήνα, στο θυρωρείο ….
    Πρέπει να το πάρω απόφαση, να κλείσω την πόρτα και ν’ αρχίσω μια καινούρια ζωή, σε μια ξένη πόλη, που δε θέλω ν’ αγαπήσω. Είμαι δεκαπέντε χρονών, μοναχοκόρη, χαϊδεμένη, χαιρόμουν τα πάντα. Τίποτε δε μου έλειπε και ξαφνικά τα έχασα όλα. Όλα. Πήγαινα σχολείο, στην Τρίτη γυμνασίου. Μ’ άρεσαν τα μαθήματα, οι δάσκαλοι, οι συμμαθήτριές μου. Το μεσημέρι γύριζα με τα πόδια σπίτι και πάντα με περίμενε η μαμά χαμογελαστή. Ο πατέρας μου ήταν ασφαλιστής σε μια μεγάλη γερμανική εταιρεία. Δούλευε πρωί και απόγευμα. Τον έβλεπα πολύ μόνο τις Κυριακές, όταν πηγαίναμε εκδρομές, περιπάτους στον κινηματογράφο. Ήταν καλός, τον αγαπούσα και όλο με πείραζε. Βασίλισσα Χριστίνα με φώναζε. […]
    Απόσπασμα από «Το ψέμα», της Ζωρζ Σαρή, εκδ. Κέδρος
    δικτυογραφια:http://sykees8.blogspot.gr/2012/09/blog-post_862.html