ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ ''ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ''
ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Β’
Ο Σολωμός έγραψε το Β΄ Σχεδίασμα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» του στην Κέρκυρα στα χρόνια μεταξύ 1833 – 1844. Το σχεδίασμα αυτό αποτελείται από εξήντα ένα συνολικά αποσπάσματα, γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο και ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Το ύφος του είναι περισσότερο αφηγηματικό.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι τα πεζά που υπάρχουν στα αποσπάσματα, τόσο του Β΄ Σχεδιάσματος όσο και του Γ΄ Σχεδιάσματος, είναι σχέδια του Σολωμού στα ιταλικά, τα οποία μεταφράστηκαν και εντάχθηκαν στο κείμενο από τον Ιάκωβο Πολυλά. Υπάρχουν επίσης και κάποια άλλα πεζά κείμενα, τα οποία έγραψε ο Πολυλάς για να βοηθήσει στην κατανόηση του κάθε αποσπάσματος.
Το θέμα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» είναι ο ηρωικός αγώνας των Μεσολογγιτών κατά τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου (1825-1826). Η αριθμητική και στρατιωτική υπεροχή των Τούρκων, οι συχνές επιθέσεις καθώς και η έλλειψη τροφίμων ανάγκασαν τους αγωνιστές του Μεσολογγίου να πραγματοποιήσουν την ηρωική έξοδο το βράδυ της 10ης προς την 11η Απριλίου 1826, την Κυριακή των Βαΐων. Ο Σολωμός εμπνεόμενος από το ιστορικό αυτό γεγονός ανάγεται στον αγώνα του ανθρώπου για την ηθική, την εσωτερική του ελευθερία.
Γιατί «Ελεύθεροι πολιορκημένοι;»
Ο άνθρωπος ακόμη κι αν του στερήσουν τα πάντα, έχει κάτι απόλυτα δικό του: την ψυχή του και τη θέληση που ξεπηδάει απ΄ αυτήν. Όταν είναι δοσμένη σε κάτι υψηλό, καμιά εξωτερική βία δεν είναι ικανή να την υποδουλώσει. Όσο η ψυχή παλεύει γι αυτό, μένει ελεύθερη. Έτσι και οι Μεσολογγίτες αν και ήταν πραγματικά πολιορκημένοι,(και απ τους Τούρκους και από τη πείνα και από τον πόθο της ζωής) παρέμειναν ψυχικά-εσωτερικά ελεύθεροι. Γίνεται δούλος ο άνθρωπος όταν η ψυχή του αδειάζει και η θέληση του για αντίσταση ναρκώνεται.
Απόσπασμα 1:
- άκρα = απόλυτη, σχεδόν νεκρική σιγή.
- μνέει = ορκίζεται (αρχ. ελλην. ομνύω).
- Σουλιώτης = πολλοί Σουλιώτες, γνωστοί για την ηρωική τους δράση, ήταν κλεισμένοι στο Μεσολόγγι.
- Αγαρηνός = χρησιμοποιεί ενικό αντί πληθυντικό, δηλ. Αγαρηνοί. `Ετσι ονόμαζαν οι Βυζαντινοί του `Αραβες.
Απόσπασμα 2:
- βουνάκι = μικρό κοπάδι.
- εσύσμιξε = έσμιξε, ενώθηκε.
- ασπούδα = βιασύνη.
- ξαστοχώ = ξεχνώ.
- κραίνω = φωνάζω.
Το κάθε απόσπασμα αποτελεί και ιδιαίτερη ενότητα.
- Απόσπασμα 1: Η πείνα και η στέρηση έχουν εξασθενήσει σωματικά τους πολιορκημένους.
- Απόσπασμα 2: Η ομορφιά της φύσης την άνοιξη μεγαλώνει την αγάπη για τη ζωή.
‘Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει’
Στον στίχο αυτό δεσπόζει το ρήμα βασιλεύει που τοποθετημένο στο τέλος δίνει έμφαση με τη βαρύτητα που έχει ως σημασία. Δεν υπάρχει απλά ησυχία .Κυριαρχεί απόλυτη σιωπή και το ρ. βασιλεύει δίνει απόλυτα αυτή την εντύπωση. Επίσης δημιουργείται ένα τέτοιο αισθητικό αποτέλεσμα αφού χρησιμοποιείται μεταφορικά
Αξιοσημείωτη είναι η επιλογή των λέξεων άκρα του τάφου σιωπή από τον ποιητή. Οι συγκεκριμένες λέξεις μπορούν να συσχετισθούν μεταξύ τους με ποικίλους τρόπους, ως εξής: άκρα σιωπή δηλ απόλυτη σιωπή . Επίσης, άκρα του τάφου, που ισοδυναμεί με τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου δηλ. ακρότατη .και τέλος, του τάφου σιωπή , που ισοδυναμεί με την νεκρική σιωπή. Η χρήση λοιπόν της λέξης τάφος περιγράφει βιωματικά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την έννοια της απόλυτης σιωπής, πράγμα που δεν θα μπορούσε να γίνει ΄τόσο αποτελεσματικά με τη χρήση άλλης λέξης
Σημείωση: Είναι γνωστή η «αγωνία του λόγου», όπως λέμε ενός ποιητή και ειδικά του Σολωμού που πασχίζει να βρει τη «μοναδική» λέξη για να «ντύσει» το περιεχόμενο του με την καλύτερη δυνατή μορφή. Το λογοτεχνικό ύφος αποτελεί τις συγκεκριμένες λεκτικές επιλογές ενός ποιητή που γίνονται μέσα από τη βιωματική-συγκινησιακή χρήση της γλώσσας.
Έτσι ο α΄ στίχος με τις συγκεκριμένες λεκτικές επιλογές αναδεικνύει απόλυτα την αίσθηση και την εικόνα της απόλυτης ακινησίας
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει
Σε αντίθεση με τον α΄ στίχο έρχεται ο β΄ με την παρουσία εμψύχων, τη δράση και τη συναισθηματική αντίδραση. Αυτό δηλώνεται με τη συσσώρευση τριών ρημάτων (σε σχέση με το ένα του α΄ στίχου). Αξιοσημείωτη είναι η παρήχηση του λ και του ρ, που αισθητοποιούν με τον καλύτερο τρόπο την αντίθεση ανάμεσα στο πουλάκι ,που έχει κάτι να φάει και τη Μεσολογγίτισσα μάνα που το ζηλεύει γιατί δεν έχει να ταΐσει το παιδί της. Το ανθρώπινο πλάσμα, το ανώτερο στην κυριαρχία των όντων, βρίσκεται σε κατώτερη μοίρα από το πουλί, το υποδεέστερο
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε. Στα μάτια η μάνα μνέει
Το α΄ ημιστίχιο με μια χαρακτηριστική οπτική εικόνα «δείχνει» το μέγεθος της πείνας. Ταυτόχρονα μας θυμίζει εκείνη την έκφραση «μαύρισε το μάτι μου», έκφραση που απεικονίζει παραστατικά τη μεγάλη στέρηση. Η επανάληψη της λ. μάτια, επισημαίνει το σημείο όπου φανερώνεται η στέρηση. Η πείνα λοιπόν, αποτυπώνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, στα μάτια, που αποτελούν το πολυτιμότερο αγαθό του ανθρώπου. Και είναι το πολυτιμότερο αγαθό, αφού ένας από τους βαρύτερους όρκους, αναφέρεται σ΄ αυτά: «στο φως μου».(Ας θυμηθούμε και την τρυφερή προσφώνηση της μάνας στο παιδί «μάτια μου».
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει
Κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου βρίσκονταν σ αυτό και πολλοί Σουλιώτες. Εδώ λοιπόν έχομε τη συγκλονιστική εικόνα του Σουλιώτη πολεμιστή, (καλός όχι με την στενά ηθική σημασία, αλλά με την πολεμική τελειότητα), ο οποίος στέκει «παράμερα», και κλαίει, όχι φυσικά από φόβο, αλλά από φιλότιμο και πίκρα, γιατί η πείνα τον έχει αποδυναμώσει, και έχει έτσι αχρηστεύσει την ιδιότητα του πολεμιστή. Το «κλαίει» δεν είναι δειλία είναι περηφάνια. Αυτή η εικόνα έρχεται σε αντίθεσημε με τη εικόνα του γενναίου και σκληροτράχηλου πολεμιστή.
«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ΄ έχω ‘ γώ στο χέρι:
οπού συ μου ΄γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει»
Εδώ ο Σουλιώτης απευθύνεται στο τουφέκι του (προσωποποίηση), αποκαλώντας το έρμο και σκοτεινό (=καημένο, παρατημένο, δύστυχο), θεωρώντας μάταιη την ύπαρξη του. Στον τελευταίο στίχο α) αιτιολογείται το περιεχόμενο των δύο προηγούμενων στίχων και β) επιτείνεται η απελπισία του πολεμιστή που οφείλεται στο γεγονός ότι οι εχθροί γνωρίζουν την εξάντληση και την αδυναμία του, πράγμα που κάνει τη θέση των πολιορκημένων, ακόμη δυσχερέστερη.
Σημειώσεις
Τα πρόσωπα του «δράματος»
Η Μεσολογγίτισσα μάνα εκπροσωπεί τον άμαχο πληθυσμό, ενώ ο Σουλιώτης υπερασπιστής του Μεσολογγίου, τους πολεμιστές .Τα δύο αυτά πρόσωπα έχουν κοινά χαρακτηριστικά: α) και οι δύο είναι πεινασμένοι και εξαντλημένοι β) και οι δύο βρίσκονται παράμερα, στο περιθώριο γ) και οι δύο έχουν χάσει τις πραγματικές τους ιδιότητες: η μάνα της τροφού και ο Σουλιώτης του πολεμιστή.
Εκφραστικά μέσα
Ο ποιητής, προκειμένου να «ντύσει» το περιεχόμενο των στίχων του με το τελειότερο «ένδυμα», την τελειότερη μορφή και παράλληλα να αισθητοποιήσει μα τον πιο παραστατικό τρόπο την δραματική κατάσταση των πολιορκημένων χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα:
Απόσπασμα 2:Το απόσπασμα αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το απόσπασμα 1. Εδώ παρουσιάζεται η φύση στην ομορφότερή της ώρα, την άνοιξη. Την άνοιξη όλα ανανεώνονται, η ομορφιά της φύσης κατακλύζει τα πάντα, ενώ παντού επικρατεί η εύθυμη διάθεση, η χαρά και το κέφι. Μπροστά σ” αυτό το θαύμα της αναγέννησης της φύσης, η αγάπη των πολιορκημένων για τη ζωή γίνεται μεγαλύτερη, ενώ η ιδέα του θανάτου βαριά και ασήκωτη. Πολύ χαρακτηριστικά λέει ο ποιητής στο πεζό κείμενο των στοχασμών του που προηγείται: «Η ωραιότης της φύσης, που τους περιτριγυρίζει, αυξαίνει εις τους εχθρούς την ανυπομονησία να πάρουν τη χαριτωμένη γη, και εις τους πολιορκημένους τον πόνο ότι θα τη χάσουν». Η φύση λοιπόν, μ” αυτή την ανοιξιάτικη έκρηξη ομορφιάς της, γίνεται ένας «πειρασμός», μια πρόκληση που δελεάζει τους πολιορκημένους, καθώς τους καλεί στη ζωή. Είναι φυσικό οι πολιορκημένοι, που αισθάνονται το θάνατο πολύ κοντά τους, να απελπίζονται και να λυπούνται ακόμη περισσότερο, όταν βλέπουν γύρω τους τη φύση στολισμένη με όλες τις ομορφιές της, όπως είναι την άνοιξη. Διότι ο θάνατος σε μια τέτοια εποχή πολλαπλασιάζεται και είναι σαν να πεθαίνει ο άνθρωπος όχι μια αλλά χίλιες φορές. `Ετσι, η ψυχή τρέμει και για μια στιγμή παρασύρεται από την ομορφιά και τη γλύκα της ζωής, με κίνδυνο να ξεχάσει το χρέος προς την πατρίδα.Το θέμα του αποσπάσματος είναι η ομορφιά της ανοιξιάτικης φύσης, που καλεί τους Μεσολογγίτες να εγκαταλείψουν τον αγώνα τους και να απολαύσουν τη ζωή.
Δομή: Στιχ. 1-3 μας δίνεται το θέμα, στιχ. 3-11 οι εικόνες της φύσης, στιχ. 12-13 η πρόκληση της φύσης να εγκαταλείψουν τον αγώνα.
Στιχ. 1-2: Η φανταστική εικόνα του χορού ανάμεσα στον Απρίλη και τον Έρωτα
Στον 1ο στίχο αξιοπρόσεκτες είναι δύο προσωποποιήσεις που λειτουργούν συμβολικά: Ο Απρίλης, μήνας της άνοιξης, οπότε ανθίζουν τα περισσότερα φυτά, συμβολίζει την αναγέννηση και την ομορφιά της φύσης, ενώ ο Έρωτας συμβολίζει τη δημιουργία και γενικότερα τη χαρά. Επίσης τα ρήματα χορεύουνε και γελούνε
συμπληρώνουν το σκηνικό της γιορτινής ατμόσφαιρας. Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η δραματική αντίθεση ανάμεσα στην γιορτή της φύσης και το τραγικό σκηνικό της πολιορκημένης πόλης.
Στο στχ. 2, παρατηρούμε τη σύγκριση που εξισώνει τα όπλα με τα άνθη και τους καρπούς(κι όσα΄……τόσα).Το β΄ πρόσωπο (σε) στο οποίο απευθύνεται ο ποιητής είναι η ψυχή των πολιορκημένων.
Στιχ. 3-11: Οι εικόνες της ανοιξιάτικης φύσης
Εδώ έχουμε 4 εικόνες, πραγματικές πια και όχι φανταστικές: Οι 3 είναι από τον κόσμο των έμψυχων και η 4η από τον κόσμα των ανόργανων πραγμάτων.
1η εικόνα: παρουσιάζει ένα κοπάδι λευκά πρόβατα και το είδωλο τους πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας καθώς ενώνεται με τις ομορφιές του ουρανού, που καθρεφτίζονται κι αυτές στο νερό. Στην εικόνα υπάρχει κίνηση (κινούμενο) και ήχος(βελάζει). Αξιοσημείωτος είναι ο συσχετισμός των τριών στοιχείων της φύσης, βουνού, θάλασσας και ουρανού, αφού ο ποιητήςπαρομοιάζει το λευκό κοπάδι των προβάτων ως προς το σχήμα του με λευκό βουναλάκι, σχήμα το οποίο καθρεπτίζεται πάνω στα νερά της θάλασσας, σμίγοντας με την ομορφιά του ουρανού.
2η εικόνα: παρουσιάζει μια γαλάζια πεταλούδα, από τη μια να είναι βιαστική και να καθρεφτίζεται στα νερά της λίμνης του Μεσολογγίου και από την άλλη να κοιμάται μέσα σ΄ έναν ευωδιαστό άγριο κρίνο.(οσφρητική εικόνα)
3η εικόνα: Ένα μικρό και ασήμαντο σκουλήκι σε στιγμές χαράς και ευτυχίας.
4η εικόνα:εδώ έχουμε τα άψυχα της φύσης(μαύρη πέτρα) και τα νεκρά(ξερό χορτάρι), που μετουσιώνονται σε πανέμορφα(ολόχρυσα).Η εικόνα αυτή όπως και η προηγούμενη, υποδηλώνουν ότι και τα πιο απλά, ασήμαντα πλάσματα, όπως το σκουλήκι, ακόμα και τα ανόργανα, όπως η πέτρα και τα χόρτα, τώρα την άνοιξη αποκτούν εξαιρετική ομορφιά, γεγονός που κάνει ακόμη πιο δύσκολα τον αγώνα των πολιορκημένων.
Σημειώσεις: α)Αξιοπρόσεκτο είναι ότι οι εικόνες δίνονται σε φθίνουσα κλίμακα: από το μεγάλο και το ευρύ στο μικρό και ασήμαντο: από τη εικόνα της θάλασσας και του ουρανού προχωρούμε σε μικρότερο οπτικό πεδίο, για να καταλήξουμε στην εικόνα με το σκουλήκι και με την χωρίς στοιχείο ζωής τελευταία εικόνα.
β) Ο στιχ. 10 αποτελεί την κατακλείδα των εικόνων και δίνει άλλες διαστάσεις στην ομορφιά της φύσης μεταφέροντας την στην σφαίρα του μαγικού και του ονειρικού.
γ)στις 3 πρώτες εικόνες κυριαρχεί μια κίνηση σε αντίθεση με την 4η όπου υπάρχει ακινησία.
δ)Με όλες αυτές τις εικόνες ο ποιητής αγκαλιάζει όλη την πλάση(ουρανό,γη, θάλασσα), αλλά και το σύνολο των ζώων, αυτά που περπατούν (πρόβατα), πετούν (πεταλούδα) ή έρπουν( σκουλήκι) ακόμη και τα μη έμβια. Έτσι ο ποιητής με την τεχνική της εικόνας πραγματοποιεί την πρόθεσή του, που είναι παρουσιάζει όλα τα στοιχεία της φύσης να πολιορκούν την ανθρώπινη ψυχή και να την προκαλούν να απολαύσει την ομορφιά της άνοιξης, εγκαταλείποντας τον αγώνα.
Στιχ. 12-13 Η ιδέα του ποιητή-Το τραγικό δίλημμα των πολιορκημένων
Η γλώσσα του κειμένου είναι
δημοτική
, οι λέξεις λιτές αλλά οι στίχοι πυκνοί ως προς το περιεχόμενο.
Ο στίχος είναι ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος με ομοιοκαταληξία ζευγαρωτή. Το ύφος είναι απλό,
παραστατικό και ζωντανό, γεμάτο γλαφυρές εικόνες και περιγραφέ
Δείτε την ανάλυση του ποιήματος (ενότητες και σχήματα λόγου στο απόσπασμα του σχολικού εγχειριδίου) σε πολυμεσική εφαρμογή από τη Γ. Κωσταντίνου πατώντας
ΕΔΩ
Φύλλο εργασίας
Δεν είναι, νομίζω, τυχαίο και πάλι το ότι τονίζεται η ιδιαίτερη χρονική στιγμή που διάλεξε ο Χάρος, καθώς θεωρείται εντελώς οξύμωρο κι αντιφατικό κάποιος να πεθάνει όταν όλα γύρω τον προσκαλούν στη ζωή. Ειδικά σε παλαιότερες μορφές κοινωνίας, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους ως οργανικό κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος κι όχι ως κυρίαρχοι, ενάντιοι ή ανταγωνιστές του. Επομένως, η απόφαση να τελειώσουν τον βίο τους ακριβώς εκείνη την ώρα της ανοιξιάτικης ευφορίας, κατά την οποία η Φύση τούς καλεί να συμμετάσχουν στην κορύφωσή της, μοιάζει ακόμα πιο δραματική, σχεδόν προδοτική απέναντι στους φυσικούς νόμους που έχουν μάθει να ασπάζονται. Κι όμως, αντιβαίνουν -αν μπορούμε να το πούμε έτσι- στον φυσικό νόμο που επιτάσσει ζωή επειδή υπακοούουν στην εσωτερική τους ηθική που τους επιτάσσει ελευθερία. Υπερβαίνουν, επομένως, οι Μεσολογγίτες το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, της επιβίωσης, της αναπαραγωγής επειδή προ-τιμούν την πραγματικά ελεύθερη ζωή. Ακόμα κι αν ξαστοχά κάποτε η ψυχή τους από τα θέλγητρα του περιβάλλοντος, αμέσως επιστρέφει στην αίσθηση του καθήκοντος της υπεράσπισης της πατρίδας.
Και στο κάτω-κάτω, αυτοί που είναι μεγαλωμένοι μέσα στη Φύση κι έμαθαν τη φυσική ελευθερία, πώς είναι δυνατόν να ζήσουν και να χαρούν σκλαβωμένοι τα δώρα της; Η Φύση διδάσκει την πλήρη ελευθερία και ισότητα κι εκείνοι έχουν να αντιμετωπίσουν τα όπλα και την υποδούλωση. Είναι κάθε άλλο παρά παράδοξο (ή οξύμωρο και αντιφατικό, για να χρησιμοποιήσω τις ίδιες με πριν λέξεις) που επιλέγουν τον θάνατο: με τις συνθήκες που βιώνουν, μόνον εκεί υπάρχει πλήρης ελευθερία -άρα, μόνον εκεί υπάρχει και ζωή. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι όχι μόνο δεν αντιβαίνουν στη φυσική τάξη αλλά την υπηρετούν στο έπακρο: δίνοντας τη ζωή τους, κερδίζουν τη Ζωή.
Σημειωτέα, τέλος, η έννοια της συνειδητής επιλογής: μόνο ο ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να επιλέξει, και οι Μεσολογγίτες είναι στη βάση τους ελεύθεροι άνθρωποι. Γι' αυτό υποθέτουμε πως ο Σολωμός δεν κράτησε τον αρχικό τίτλο που είχε δώσει στην ποιητική του σύνθεση, "Χρέος" (= το χρέος που συναισθάνονταν οι πολιορκούμενοι να αγωνιστούν υπέρ πατρίδος και -εσωτερικής- πίστεως): διατηρώντας το ίδιο περιεχόμενο, έκανε ακόμα ευκρινέστερη και διαυγή σ΄εμάς την νοηματική που προσέδωσε στην Έξοδο του Μεσολογγίου με το οξύμωρο "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι".
Φύλλο εργασίας
1. Ποιο είναι το ιστορικό γεγονός που αποτελεί έμπνευση για τον ποιητή;
2. Να εντοπίσετε τον τόπο, τον χρόνο και τα πρόσωπα του ποιήματος.
3. Γιατί χρησιμοποιούμε τον όρο «σχεδίασμα»;
4. Να αιτιολογήσετε τον τίτλο του ποιήματος.
5. Να εντοπίσετε τα εκφραστικά μέσα στο 1ο απόσπασμα.
6. Ποιο είναι το θέμα και η δομή του 1ου αποσπάσματος;
7. Γιατί ο Σολωμός επιλέγει την ιδιότητα της μάνας και δεν κάνει λόγο γενικά για έναν άνθρωπο;
8. Η συμπεριφορά του Σουλιώτη δείχνει δειλία; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
9. Ποια κοινά γνωρίσματα εντοπίζετε στη μάνα και στον Σουλιώτη;
10. Ποια είναι τα συναισθήματά τους;
11. Σε ποια στοιχεία της φύσης αναφέρεται ο ποιητής στο 2ο απόσπασμα;
12. Γιατί ο Σολωμός αναφέρεται στον Απρίλη και στον Έρωτα;
13. Να περιγράψετε την εικόνα της φύσης, όπως παρουσιάζεται στο 2ο απόσπασμα.
14. Ποια αντίθεση εντοπίζετε στο 2ο απόσπασμα και γιατί τη χρησιμοποιεί ο ποιητής;
15. Να σχολιάσετε τους τέσσερις τελευταίους στίχους του 2ου αποσπάσματος.
16. Να εντοπίσετε τα εκφραστικά μέσα του 2ου αποσπάσματος.
17. Ποια η γλώσσα και το ύφος του ποιήματος;
ΠΑΡΑΛΛΗΛΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Κ.Γ.Καρυωτάκης, «Διάκος», Ελεγεία και Σάτιρες(1927). Ποιήματα και Πεζά, Ερμής, 1984, σ.95]
Κ.Γ.Καρυωτάκης, «Διάκος», Ελεγεία και Σάτιρες(1927). Ποιήματα και Πεζά, Ερμής, 1984, σ.95]
Μέρα του Απρίλη.
Πράσινο λάμπος,
γελούσε ο κάμπος
με το τριφύλλι.
Ως την εφίλει
το πρωινό θάμπος,
η φύση σάμπως
γλυκά να ομίλει.
Εκελαδούσαν
πουλιά, πετώντας
όλο πιο πάνω.
Τ’ άνθη ευωδούσαν.
Κι είπε απορώντας:
«Πώς να πεθάνω;»
1.Πώς εκδηλώνεται ο πειρασμός στα ποιήματα του Σολωμού και του Καρυωτάκη; Συγκρίνετε πώς αντιμετωπίζει ο κάθε ποιητής το ηθικό δίλημμα των ηρώων του.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ανάλογο το περιεχόμενο και στα δύο έργα , καθώς κυριαρχεί η εικόνα του πειρασμού της φύσης. Στο πρώτο, προσωποποιούνται δύο αφηρημένες έννοιες, ο Απρίλης και ο Έρωτας, για να σημάνουν την πανδαισία της χαράς που απλώνεται παντού στη γη. Σε μια τέτοια εποχή, ακόμη και υποδεέστερα του ανθρώπου όντα (πρόβατα, πεταλούδα, σκουληκάκι, μαύρη πέτρα και χορτάρι) αναζωογονούνται και ομορφαίνουν. Όλα αυτά δίνονται με πολλά σχήματα λόγου και εικόνες. Στο δεύτερο, υπερτερεί η εικόνα του Απρίλη, τα πουλιά και τα άνθη. Ο στίχος, μικρότερος σε έκταση, διακρίνεται από διασκελισμό, ενώ παρατηρείται μια κάπως περιορισμένη χρήση σχημάτων λόγου. Πάντως και στα δύο προετοιμάζεται η παρουσίαση της ηθικής στάσης των αγωνιστών, η οποία όμως διαφέρει σημαντικά. Στην πρώτη περίπτωση, είναι στάση αποδοχής της κατάστασης και καταξίωσης των Μεσολογγιτών να ζήσουν την ομορφιά αυτή, έστω για τελευταία φορά. Στο δεύτερο ποίημα, το ερώτημα στο τέλος ακούγεται σαν κραυγή απελπισίας και απόγνωσης, σα μια προσπάθεια ενεργοποίησης άνωθεν μηχανισμών για να μη συντελεστεί ο θάνατος.
Στο βιβλίο ανθολογούνται κομμάτια από το Σχεδίασμα Β'. Το α΄απόσπασμα περιγράφει την εξασθένηση των πολιορκούμενων Μεσολογγιτών κυρίως από την πείνα, που στερεί από την μάνα (άμαχος πληθυσμός) και τον πολεμιστή (μάχιμος πληθυσμός) ακριβώς αυτές τους τις ιδιότητες: τους αποξενώνει από τη βασικότερη ποιότητά τους -τη μητρική από την πρώτη και την στρατιωτική από τον δεύτερο- τους εξανραποδίζει και κατά έναν τρόπο τους απανθρωποποιεί.
Στο δεύτερο απόσπασμα, η ανθρώπινη παρουσία δε δηλώνεται ρητά καθότι το πιο κοντινό σε ανθρώπινο ον που αναφέρεται είναι η προσωποποίηση του Απρίλη και του Έρωτα που χορεύουν και γελάνε. Όχι και τόσο ανθρώπινο, δηλαδή... Προφανώς, η απουσία της ανθρώπινης φιγούρας είναι σκόπιμη: ο αποδέκτης της αφήγησης εύκολα τοποθετεί με τη φαντασία του μέσα στο ειδυλλιακό σκηνικό, με την φύση σε πλήρη ανθοφορία, τόσο τους εσώκλειστους στην πόλη του Μεσολογγίου όσο και τον ίδιο του τον εαυτό. και διαβάστε εδώ το σχολιασμό του ]
Μετά την οριοθέτηση του χρόνου (Απρίλης) και της γενικής ατμόσφαιρας (ερωτική), ακολουθεί η περιγραφή του φυσικού τοπίου, η οποία γίνεται με φθίνουσα κλιμάκωση, ξεκινώντας από τον μεγαλύτερο σε μέγεθος έμβιο οργανισμό (ένα κοπάδι προβάτων που καθώς μετακινείται πάνω στο βουνό κάνει την πλαγιά του να μοιάζει χιονισμένη), προς τον μικρότερο (μια πεταλούδα που καθρεφτίζεται στα νερά της λιμνοθάλασσας) έως τον μηδαμινό (ένα σκουλήκι που βρίσκεται στην καλή του ώρα). [Ανάλογη μετακίνηση του "φακού εστίασης" συμβαίνει και με τον χώρο καθώς από τη στεριά, η ματιά μας διαχέεται προς τη λιμνοθάλασσα]. Ωστόσο, η ποιητική φωνή δε σταματάει εκεί και μας κατεβάζει ένα ακόμα επίπεδο, στον κόσμο των άψυχων: μέσα σ' αυτήν την τελειότητα και την ονειρική μαγεία της φύσης, ακόμα κι η πέτρα και το ξερόχορτο παίρνουν αξία και φαίνονται ολόχρυσα (μισο-κυριολεκτικά, αν εννοηθεί πως γυαλίζουν στο δυνατό φως του ήλιου, ολο-μεταφορικά, αν εννοηθεί πως αναβαθμίζονται γιατί επανασημασιοδοτούνται μέσα από την οργιαστική τελείωση που επικρατεί γύρω τους).
Και με χίλιους διαφορετικούς τρόπους επιβεβαιώνεται το μέγιστο δίλημμα των Μεσολογγιτών που προετοιμάζονται για την ηρωική τους Έξοδο : είναι δυνατόν να πεθάνουν σήμερα που όλα βρίσκονται στην πιο ζωντανή τους στιγμή; Όποιος πεθάνει σήμερα, χίλιες φορές πεθαίνει. Η επανάληψη του αριθμού χίλια αισθητοποιεί κάπως την τραγικότητα της θέσης των πολιορκούμενων: η Έξοδος σημαίνει θάνατο, ο θάνατος σημαίνει στέρηση της ζωής και της φυσικής ομορφιάς. Αν δε παρατηρήσουμε τη μορφολογία του στίχου, σημειώνουμε τη χρήση της στιγμικότητας μόνο στο πρώτο ημιστίχιο (πεθάνει), μια και το ποιόν στο ρήμα του δεύτερου ημιστιχίου (πεθαίνει) είναι εξακολουθητικό, αφού μέσω της διεύρυνσης της στιγμικότητας, διαπλατύνεται και βαθύνεται και το αίσθημα του πόνου για την απώλεια.
Το αίσθημα αυτό του αποχωρισμού γίνεται ακόμα πιο έντονο, αν υπολογίσουμε την ιδιαίτερη σημασία που είχε προσλάβει για τους αγωνιζόμενους η Φύση. Το ίδιο ακριβώς θέμα διατρέχει το αυτοσχέδιο τετράστιχο που λέγεται πως απήγγειλε ο Αθανάσιος Διάκος πριν του επιβληθεί η θανατική ποινή, πέντε χρόνια πριν την Έξοδο του Μεσολογγίου, την 24η Απριλίου 1821.
Το αίσθημα αυτό του αποχωρισμού γίνεται ακόμα πιο έντονο, αν υπολογίσουμε την ιδιαίτερη σημασία που είχε προσλάβει για τους αγωνιζόμενους η Φύση. Το ίδιο ακριβώς θέμα διατρέχει το αυτοσχέδιο τετράστιχο που λέγεται πως απήγγειλε ο Αθανάσιος Διάκος πριν του επιβληθεί η θανατική ποινή, πέντε χρόνια πριν την Έξοδο του Μεσολογγίου, την 24η Απριλίου 1821.
Για ιδές καιρό που διάλεξε
ο χάρος να με πάρει
τώρα π' ανθίζουν τα κλαδιά
και βγάζει η γης χορτάρι
ο χάρος να με πάρει
τώρα π' ανθίζουν τα κλαδιά
και βγάζει η γης χορτάρι
Δεν είναι, νομίζω, τυχαίο και πάλι το ότι τονίζεται η ιδιαίτερη χρονική στιγμή που διάλεξε ο Χάρος, καθώς θεωρείται εντελώς οξύμωρο κι αντιφατικό κάποιος να πεθάνει όταν όλα γύρω τον προσκαλούν στη ζωή. Ειδικά σε παλαιότερες μορφές κοινωνίας, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους ως οργανικό κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος κι όχι ως κυρίαρχοι, ενάντιοι ή ανταγωνιστές του. Επομένως, η απόφαση να τελειώσουν τον βίο τους ακριβώς εκείνη την ώρα της ανοιξιάτικης ευφορίας, κατά την οποία η Φύση τούς καλεί να συμμετάσχουν στην κορύφωσή της, μοιάζει ακόμα πιο δραματική, σχεδόν προδοτική απέναντι στους φυσικούς νόμους που έχουν μάθει να ασπάζονται. Κι όμως, αντιβαίνουν -αν μπορούμε να το πούμε έτσι- στον φυσικό νόμο που επιτάσσει ζωή επειδή υπακοούουν στην εσωτερική τους ηθική που τους επιτάσσει ελευθερία. Υπερβαίνουν, επομένως, οι Μεσολογγίτες το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, της επιβίωσης, της αναπαραγωγής επειδή προ-τιμούν την πραγματικά ελεύθερη ζωή. Ακόμα κι αν ξαστοχά κάποτε η ψυχή τους από τα θέλγητρα του περιβάλλοντος, αμέσως επιστρέφει στην αίσθηση του καθήκοντος της υπεράσπισης της πατρίδας.
Και στο κάτω-κάτω, αυτοί που είναι μεγαλωμένοι μέσα στη Φύση κι έμαθαν τη φυσική ελευθερία, πώς είναι δυνατόν να ζήσουν και να χαρούν σκλαβωμένοι τα δώρα της; Η Φύση διδάσκει την πλήρη ελευθερία και ισότητα κι εκείνοι έχουν να αντιμετωπίσουν τα όπλα και την υποδούλωση. Είναι κάθε άλλο παρά παράδοξο (ή οξύμωρο και αντιφατικό, για να χρησιμοποιήσω τις ίδιες με πριν λέξεις) που επιλέγουν τον θάνατο: με τις συνθήκες που βιώνουν, μόνον εκεί υπάρχει πλήρης ελευθερία -άρα, μόνον εκεί υπάρχει και ζωή. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι όχι μόνο δεν αντιβαίνουν στη φυσική τάξη αλλά την υπηρετούν στο έπακρο: δίνοντας τη ζωή τους, κερδίζουν τη Ζωή.
Σημειωτέα, τέλος, η έννοια της συνειδητής επιλογής: μόνο ο ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να επιλέξει, και οι Μεσολογγίτες είναι στη βάση τους ελεύθεροι άνθρωποι. Γι' αυτό υποθέτουμε πως ο Σολωμός δεν κράτησε τον αρχικό τίτλο που είχε δώσει στην ποιητική του σύνθεση, "Χρέος" (= το χρέος που συναισθάνονταν οι πολιορκούμενοι να αγωνιστούν υπέρ πατρίδος και -εσωτερικής- πίστεως): διατηρώντας το ίδιο περιεχόμενο, έκανε ακόμα ευκρινέστερη και διαυγή σ΄εμάς την νοηματική που προσέδωσε στην Έξοδο του Μεσολογγίου με το οξύμωρο "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.