Κοσμάς Πολίτης είναι το ψευδώνυμο που διάλεξε ο Παρασκευάς (Πάρις για τους δικούς του) Ταβελούδης για να υπογράφει τα βιβλία του και «για να σώσει την υπόληψή του», όπως έλεγε χαριτολογώντας.
Είναι λίγο αστείο ότι γεννήθηκε στην Αθήνα (16 Μαρτίου 1888) ο πιο Σμυρνιός απ’ όλους τους Σμυρναίους, ο άνθρωπος που ανέβασε στους ουρανούς την πεθαμένη Σμύρνη με την πένα του και τους χαρταετούς της, σε μια γιορτή Αναλήψεως, όπως σπάνια έχει χαριστεί ζωντανεμένη από τη μνήμη κάποιου που την αγάπησε πολύ. (Η Σμύρνη είναι η πρωταγωνίστρια στο βιβλίο του Στου Χατζηφράγκου).
Νόρα Αναγνωστάκη, «Κοσμάς Πολίτης», Διαδρομή. Δοκίμια κριτικής (1960-1995), Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1995, 277.
Δεν φαίνεται να διατήρησε ποτέ αγαθές σχέσεις με τον ρεαλισμό ο άνθρωπος που έγραψε το Λεμονοδάσος. Να είναι τάχα δίχως ουσιαστική σημασία ότι οι δύο κύριοι ήρωές του, ο Παύλος και η Βίργκω (= Βιργινία), δανείστηκαν τα ονόματά τους από τους ομώνυμους ήρωες του Bernardin de Saint-Pierre; Οπωσδήποτε, η νεορομαντική επίστρωση προβάλλει ως αναγκαίο σχήμα μιας μνήμης που θέλει να μείνει «αχρωμάτιστη φυγή μέσα στο θάμπος», καθώς «το πιθανό είναι πιο αληθινό απ’ την πραγματικότητα». Αν ο Κοσμάς Πολίτης έγραφε στίχους, δεν θα ήταν εύκολο να τον φανταστούμε ανάμεσα στους συμβολιστές, όμως είναι δυσκολότατο να υποθέσουμε πως θα μπορούσε ν’ αναχθεί ως τη μπωντλαιρική παραίσθηση.
Παν. Μουλλάς, «Κοσμάς Πολίτης. Με αφορμή την Κορομηλιά (1959)». Για τη μεταπολεμική μας πεζογραφία. Κριτικές καταθέσεις, Στιγμή, Αθήνα 1989, 21-22.
Στα τρία πρώτα βιβλία του ο Πολίτης διαγράφει τρεις μαγικούς χώρους. Το Λεμονοδάσος είναι ένα μαγεμένο δάσος όπου στήνονται οι παγίδες του έρωτα. Η Εκάτη είναι ο χώρος όπου συντελούνται οι αινιγματικές επιδράσεις τής από αιώνων δαιμονικής σελήνης στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Και η Eroïca είναι ο δικαιωματικά μαγικός χώρος της εφηβείας και των απεριόριστων ονείρων.
Νόρα Αναγνωστάκη, «Κοσμάς Πολίτης», Διαδρομή. Δοκίμια κριτικής (1960-1995), Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1995, 292.
Η Eroica είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη […]. Στα δύο προηγούμενα (Λεμονοδάσος, Εκάτη) η δράση εκτυλισσόταν στο πλαίσιο της εύπορης αθηναϊκής κοινωνίας και η υπόθεση αφορούσε την ανικανοποίητη αναζήτηση της ιδανικής, αγνής αγάπης στο νέο κόσμο των bain mixte και της αϊνστάνειας σχετικότητας. Η Eroica στρέφεται στο παρελθόν: η δράση του έργου τοποθετείται περίπου τριάντα χρόνια πριν, σε μια φανταστική πόλη […]. Η ιστορία αναφέρεται σε μια ομάδα αγοριών στην πρώιμη εφηβεία. Ο ηρωικός κόσμος των φαντασιώσεών του ρημάζεται από την πρώτη βίαιη επαφή τους με το θάνατο και την πρώτη εκδήλωση του ερωτισμού τους. Το θέμα της ανέφικτης ιδανικής αγάπης, που τον απασχολεί και στα προηγούμενα μυθιστορήματα, είναι πάλι βασανιστικά παρόν, αλλά τώρα συγκρούεται με ένα άλλο ιδανικό: την αθωότητα της ηρωικής συμπεριφοράς. Τα αγόρια στα παιχνίδια τους παίζουν τους πυροσβέστες, είναι ντυμένα σαν αληθινοί πυροσβέστες της Σμύρνης (τουλουμπασήδες), με «περικεφαλαία» σαν αυτή των αρχαίων πολεμιστών. Εύστοχα το μυθιστόρημα διαπλέκει μια παραλληλία ανάμεσα σε αυτούς τους νεαρούς πολεμιστές-ήρωες και στους ήρωες της Ιλιάδας. Όταν, μάλιστα, ένας από αυτούς πεθαίνει, οι στενοί του φίλοι οργανώνουν αθλητικό διαγωνισμό στις αποθήκες του σιδηροδρομικού σταθμού, που αποτελεί κατά μέρος αναβίωση και κατά μέρος παρωδία των ‘άθλων επί Πατρόκλω’ της Ιλιάδας. Με χιούμορ αλλά και νοσταλγία το μυθιστόρημα ανατρέχει στην ηρωική ‘χρυσή εποχή’ του σύγχρονου ανθρώπου. Ταυτόχρονα, μέσω του ομηρικού παραδείγματος, η μυθική αναδρομή του μυθιστορήματος αναφέρεται στον ελληνικό πολιτισμό αλλά και στο σύνολο της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας.
Roderick Beaton, Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Ποίηση και Πεζογραφία, 1821-1992, μτφ. Ευαγγελία Ζουργού-Μαριάννα Σπανάκη, Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1996, 225-226.
Πίσω από την ιστορία της Eroica βρίσκεται […] η ομηρική Ιλιάδα ή πιο σωστά το σύνολο του τρωικού μύθου, στον οποίο παραπέμπει έμμεσα ο τίτλος του μυθιστορήματος, ενώ πίσω από τους ήρωες «στέκονται σαν σκιές οι μυθικές μορφές» του Αχιλλέα, του Πάτροκλου, της Ελένης και άλλων ομηρικών ηρώων. […]
Οι αναφορές στο μύθο του τρωικού κύκλου περισσεύουν στην Eroica. Ο παράτολμος αρχηγός της ομάδας των παιδιών, ο Λοΐζος, θυμίζει τον Αχιλλέα· οι συνθήκες του τραυματισμού του Αντρέα και οι αγώνες που οργανώνονται προς τιμή του μετά το θάνατό του φέρνουν στο νου τη μορφή του Πάτροκλου· η μικρή Μόνικα ενσαρκώνει την ωραία —και μοιραία για την ομάδα των αγοριών— Ελένη· στοιχεία που προέρχονται από τον ίδιο κύκλο, όπως η πυρπόληση του σπιτιού του αιώνιου εχθρού, του Πιερ, (ανάμνηση της καταστροφής της Τροίας) και οι συνθήκες του θανάτου του Αλέκου, αποτελούν σήματα για το τέλος του μυθιστορήματος.
Γιώργος Καλλίνης, Ο μοντερνισμός ενός κοσμοπολίτη. Στοιχεία και τεχνικές του μοντερνισμού στο μεσοπολεμικό μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2001, 213-214.
Στην περίπτωση της Eroica ο αφηγητής είναι ένα πρόσωπο στην ιστορία. Ονομάζεται Παρασκευάς κι αφηγείται στο πρώτο πρόσωπο. Είκοσι χρόνια όμως χωρίζουν την εποχή της ιστορίας από την εποχή της αφήγησης· ο Παρασκευάς-ήρωας είναι έφηβος ενώ ο Παρασκευάς-αφηγητής είναι μεσήλικας. Πρώτα ο Παρασκευάς-έφηβος παρακολουθεί τα γεγονότα από την οπτική γωνία του παιδιού που τα ζει από κοντά, κι ύστερα ο Παρασκευάς-μεσήλικας αφηγείται αυτά τα γεγονότα (τα οποία ήδη υπέστησαν μια επεξεργασία στη συνείδηση του εφήβου) από την οπτική γωνία του ώριμου άντρα που τα έζησε μεν, αλλά στο μεταξύ απέκτησε μεγαλύτερη πείρα ζωής. Και ο Παρασκευάς-ήρωας και ο Παρασκευάς-αφηγητής βλέπουν την ιστορία με διφορούμενο τρόπο· άλλοτε την εξωραΐζουν κι άλλοτε την ειρωνεύονται. Ο έφηβος ήρωας, όπως είναι φυσικό, τείνει να εξιδανικεύσει τα πρόσωπα που αγαπάει, χωρίς όμως να λείψουν ορισμένες ειρωνικές νύξεις, ενώ ο μεσήλικας αφηγητής, παρά τη νοσταλγία-του για τα παιδικά-του χρόνια, έχει γίνει περισσότερο κυνικός και συχνά ειρωνεύεται τα πρόσωπα. Αυτή η διπλή οπτική γωνία δημιουργεί την πολλαπλότητα των σημασιών στο κείμενο της Eroica.
Peter Mackridge, «Συμβολικές και ειρωνικές δομές στην Eroica». Κοσμάς Πολίτης, Eroïca, επιμ. Peter Mackridge, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1999, κε΄-κστ΄.
Μια πρώτη ανάγνωση των μυθιστορημάτων του Κ. Πολίτη δίνει την εντύπωση πως ο συγγραφέας βασίζει σε μεγάλο βαθμό την οργάνωσή τους στην αφήγηση μιας ιστορίας, στην εξωτερική δράση των προσώπων, πράγμα που δεν απέχει από την αλήθεια. Ο Κ. Πολίτης, που είναι καλός «παραμυθάς», έλκεται από την αφήγηση μιας ιστορίας. Όμως η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στα μυθιστορήματα του Κ. Πολίτη και σ’ αυτά άλλων συγχρόνων του Ελλήνων συγγραφέων, όπως του Θεοτοκά, του Τερζάκη, του Καραγάτση ή του Μυριβήλη, είναι η έμφαση στην υποκειμενική αφετηρία της αφήγησης αλλά και ένας ιδιωτικός προσανατολισμός που χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια. Η υποκειμενικότητα αυτή είναι απόρροια των αφηγηματικών τεχνικών που χρησιμοποιεί ο Κ. Πολίτης, όπως, λ.χ., της επιλογής του αφηγητή: ο απρόσωπος, άσχετος με την ιστορία αφηγητής (ή ενδοκειμενικός συγγραφέας) είναι άγνωστο είδος στη μυθιστορηματική πεζογραφία του. […]
Γιώργος Καλλίνης, Ο μοντερνισμός ενός κοσμοπολίτη. Στοιχεία και τεχνικές του μοντερνισμού στο μεσοπολεμικό μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2001, 130-132.
Η Eroica (1937) αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μοντερνιστικού μυθιστορήματος, εφόσον περιέχει άφθονες παραπομπές σε άλλα κείμενα· στην έννοια του κειμένου συμπεριλαμβάνονται όχι μόνο λογοτεχνικά έργα αλλά και μουσικά κομμάτια. […]
Peter Mackidge, «Παραθέματα, παρωδία, λογοκλοπή και διακειμενικότητα στην Eroica του Κοσμά Πολίτη», περ. Περίπλους, τχ. 48 (1999) 66.
[…] Η Eroïca αποτελεί ένα όριο για τη νεοελληνική πεζογραφία· ένα όριο όπου η πεζογραφία προσεγγίζει και πλουτίζει από την ποίηση, χωρίς να χάνεται μέσα στο ρευστό και το απεριόριστο της λυρικής ουσίας της· […]. Ο πεζογράφος που χάραξε το όριο αυτό παρακολουθείται από ιδιότητες της ψυχής, από λυρικά και μορφοπλαστικά χαρίσματα και από δυνατότητες της έκφρασης όχι συνηθισμένες στην πεζογραφία μας. Είναι αυτός και το μυθιστόρημά του η Eroïca που έθεσαν για πρώτη φορά συνειδητά το πρόβλημα και το θέμα της εφηβικής ηλικίας στη νεοελληνική λογοτεχνία· είναι αυτός και το μυθιστόρημά του που αποτέλεσαν το πρότυπο και άσκησαν μια σημαντική επίδραση στους νέους μυθιστοριογράφους μας. […]
Ο Κοσμάς Πολίτης σαν πεζογράφος βρίσκεται στους αντίποδες του ρεαλισμού· έτσι η Eroïca δεν έχει κεντρική υπόθεση και πλοκή και ίσως η αξία και η γοητεία της να οφείλεται περισσότερο στις λεπτομέρειες. Όλα μέσα στο μυθιστόρημα αυτό μετεωρίζονται με χάρη ανάμεσα στην υλική ζωή και την αϋλοσύνη, όλα συμβαίνουν σε μια σφαίρα ιδεατή, όπου εξανεμίστηκαν οι αισθήσεις. […] Η εξέλιξη και η χρονική διαδρομή του μυθιστορήματος δεν καλύπτει παρά το σύντομο διάστημα των δυο μηνών, όμως «πόσα δε γίνηκαν μέσα σε τόσο δα μικρό διάστημα», όπως γράφει και ο ίδιος ο συγγραφέας. Και θέλει να υποδηλώσει: πόσα γίνηκαν μέσα στις ψυχές των νέων ανθρώπων, πόσο προχώρησε η διαμόρφωση και πόσο ολοκληρώθηκε ο πλουτισμός του εσωτερικού τους κόσμου.
Απόστολος Σαχίνης, «Το μυθιστόρημα της εφηβικής ηλικίας». Η σύγχρονη πεζογραφία μας, Ίκαρος, Αθήνα 1951, 25-26, 28.
Ανασυνθέτοντας τον άξονα της χρονικής οργάνωσης του μυθιστορήματος Eroica, τοποθετώντας δηλαδή στη σειρά τα γεγονότα που ανακαλεί η μνημονική αναδρομή, η μοναδική πράξη του κειμενικού αφηγητή, του ενήλικα Παρασκευά, «διαβάζουμε» την ιστορία που σφράγισε τη ζωή και την προσωπικότητά του. Προφανώς μια τέτοια ανάγνωση θέτει από την αρχή το ερώτημα «ποιος είναι τελικά ο ήρωας;». Τόσο στα πρώτα κριτικά άρθρα όσο και σε κατοπινές αναφορές στο μυθιστόρημα κανείς δεν αντιμετωπίζει τον ορισμό του ήρωα ως ιδιαίτερο πρόβλημα. Μόνο ο Peter Mackridge αναρωτιέται: «Ποιος είναι ο πρωταγωνιστής της Eroica; Ο Λοΐζος; Ο Αλέκος; Ή και οι δυο;»
Μια από τις εντυπώσεις που αποκομίζει ο αναγνώστης του Eroica είναι ότι οι βασικές γραμμές της δράσης διαγράφουν ένα μοντέλο γνωστό και από ευρωπαϊκά αφηγήματα με πρωταγωνιστές εφήβους, το οποίο οικοδομείται πάνω στη σχέση δύο φίλων: ενός αγοριού που με πολλούς τρόπους και για πολλούς λόγους ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα και ενός αγοριού επιφανειακά συμβατικού, δέσμιου των κανόνων της τάξης του και της εποχής του. […] Ο Πολίτης αναπαράγοντας αυτό το μοντέλο, συνειδητά ή όχι, παράγει ταυτόχρονα και μια ενδιαφέρουσα παραλλαγή του όταν αντί για ένα ζεύγος φίλων δημιουργεί δύο: Λοΐζος-Αλέκος και Αλέκος-Παρασκευάς. Στην περιπέτεια του έφηβου Αλέκου ήρωας είναι ο Λοΐζος. Στην περιπέτεια του έφηβου Παρασκευά ήρωας είναι ο Αλέκος. Ο Αλέκος ακολουθεί το Λοΐζο και προσπαθεί να ταυτισθεί με την εξιδανικευμένη μορφή του υιοθετώντας παράτολμες συμπεριφορές, ενώ ο εσωστρεφής Παρασκευάς ακολουθεί τον Αλέκο. Τόσο ο Λοΐζος όσο και ο Αλέκος εξαφανίζονται, ο ένας στην αχλύ του μύθου και ο άλλος με ένα πραγματικό θάνατο. Ο θάνατος, όμως, του Αλέκου συμβαίνει μέσα στην ιστορία του Παρασκευά και ο Παρασκευάς τον βιώνει ως το τέλος της περιπέτειας και ως το τέλος των παιδικών χρόνων.
Αν συγκεντρώσουμε τα μέρη της αφήγησης όπου μιλά ο ενήλικας Παρασκευάς σε πρώτο ενικό και πρώτο πληθυντικό πρόσωπο διαπιστώνουμε ότι η περιπέτεια που έχει καταγραφεί στην παιδική συνείδηση του αφηγητή λειτούργησε ως το όχημα για το πέρασμά του από την αχρονικότητα της παιδικής ηλικίας στη συνειδητοποίηση του κόσμου και του χρόνου και ως μια αποκαλυπτική εμπειρία που θα τον ακολουθεί στην υπόλοιπη ζωή του. Γι’ αυτό αντικαθιστώντας τη λέξη πρωταγωνιστής με τη λέξη ήρωας θα απαντούσα στο ερώτημα του Mackridge ότι ήρωας του μυθιστορήματος Eroica είναι ο Παρασκευάς. Εφόσον δε η περιπέτειά του είναι και μαθητεία στα μυστικά της ζωής και επιπλέον διαπλέκεται με παράγοντες που εξ ορισμού καθορίζουν τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του νεαρού ατόμου, όπως την κοινωνία με τους κανόνες της, την εκπαίδευση και τη σχολική ζωή, τα διάφορα διαβάσματα, τις μαθητικές ομάδες, τους λογοτεχνικούς και εθνικούς μύθους, τη συμμετοχή στον ασυνθηκολόγητο αγώνα των παιδιών, το μυθιστόρημα Eroica ανταποκρίνεται στη βασική προϋπόθεση του τύπου Bildungsroman.
Γ. Μελισσαράτου, «Το μυθιστόρημα Eroica ως Bildungsroman: Κριτικά ξαναδιαβάσματα και μια πρόταση τυπολογικού προσδιορισμού», περ. Ελίτροχος, τχ. 11 (Χειμ. 1996/1997) 116-118.
[…] Δεν είναι τυχαίο που οι τίτλοι των μεταπολεμικών μυθιστορημάτων του Πολίτη αναφέρονται σε κάποιον τόπο: Το Γυρί είναι ονομασία μιας γειτονιάς και ενός περιπάτου στην Πάτρα, ενώ το Στου Χατζηφράγκου παραπέμπει σε λαϊκή συνοικία της Σμύρνης. Και οι δύο αυτοί τίτλοι δείχνουν μια αίσθηση ιθαγένειας. Αντίθετα, τα δύο προηγούμενα μυθιστορήματά του (Εκάτη και Eroïca) φέρουν τίτλους καθαρά συμβολικούς, και η δράση του δεύτερου δεν εντοπίζεται σε κανέναν πραγματικό χώρο. Το πρώτο βιβλίο του, καθώς και το τελευταίο, έχουν κι αυτά τοπογραφικούς τίτλους: το Λεμονοδάσος (1930) όμως δεν ονομάζει παρά μια από τις διάφορες τοποθεσίες του μυθιστορήματος (Αθήνα, Πόρος, Δελφοί, κ.λπ.) και λειτουργεί περισσότερο συμβολικά παρά τοπογραφικά.
Το Στου Χατζηφράγκου, ωστόσο, δεν ήταν το τελευταίο μυθιστόρημα του Πολίτη με σμυρναίικο περιβάλλον. Η δράση στο ημιτελές κύκνειο άσμα του, το Τέρμα (δημοσιεύτηκε το 1975), τοποθετείται σε μια μεγάλη πόλη της ίδιας εποχής —συγκεκριμένα το 1907-8— και ενώ η πόλη δεν ονομάζεται, και τα τοπωνύμια είναι φανταστικά, και λείπει κάθε αναφορά σε Τούρκους και Εβραίους, είναι φανερό ότι πρόκειται για μυθική ανάπλαση της Σμύρνης. Το Τέρμα παρουσιάζει ένα άλλο στοιχείο νεωτερισμού στο έργο του Πολίτη: για πρώτη και μοναδική φορά το κεντρικό πρόσωπο είναι γυναίκα, η δεκαοχτάχρονη Σόφη, και η δράση εξιστορείται από τη δική της οπτική γωνία. Στο πρόσωπο της Σόφης ο Πολίτης όχι μόνο αποτείνει φόρο τιμής στις γυναίκες που έπαιξαν τον πιο σημαντικό ρόλο στη ζωή του και που ήταν τώρα όλες νεκρές —την αδελφή του, τη γυναίκα του, την κόρη του— αλλά και συμβολίζει, με τη μετάβαση της Σόφης από την αστική στην εργατική τάξη, τη δική του πολιτική στροφή.
Peter Mackridge, «Η ποιητική του χώρου και του χρόνου Στου Χατζηφράγκου». Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, επιμ. Peter Mackridge, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2007, 28-29.
Σαν μπήκαν τα στρατεύματα του Κεμάλ στη Σμύρνη, ο Πάρις Ταβελούδης πήρε την οικογένειά του και φύγανε. Η Τράπεζα που εργαζόταν, του έδωσε μετάθεση στη Γαλλία — Μασσαλία και Παρίσι. Για τη συμφορά που βρήκε τη Σμύρνη, αρνιόταν να μιλήσει. «Γράφτηκαν τόσα, τι να προσθέσω εγώ. Άλλωστε το μνημόσυνό της το ’κανα», έλεγε εννοώντας το βιβλίο του Στου Χατζηφράγκου. […]
Ιώ Μαρμαρινού, Κοσμάς Πολίτης. Ένας δανδής του πνεύματος, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1999, 45.
Ενώ στο συνηθισμένο μυθιστόρημα ο χώρος αποτελεί ένα πλαίσιο, τα σκηνικά μπροστά στα οποία ενεργούν τα πρόσωπα, Στου Χατζηφράγκου η πολιτεία φαίνεται να παίζει τον κεντρικό ρόλο —να εμφανίζεται στο πλάνο— ενώ τα ανθρώπινα πρόσωπα είναι δευτερεύοντα. Συνήθως ο μυθιστοριογράφος πρώτα συλλαμβάνει τα κύρια πρόσωπα και τα κύρια νήματα της πλοκής, και μετά τα τοποθετεί σε κάποιο περιβάλλον. Στο μυθιστόρημα του Πολίτη, αντίθετα, φαίνεται να έγινε το αντίστροφο: πρώτα του ήρθε η επιθυμία να γράψει ένα βιβλίο για τα σαραντάχρονα της Σμύρνης, και ύστερα επινόησε τα πρόσωπα και τα δράματά τους. Η έμπνευσή του ήταν πρώτα απ’ όλα τοπογραφική. Γίνονται τρία δράματα, όχι ένα, στο μυθιστόρημα αυτό, και τα τρία νήματα σπάνια διασταυρώνονται: αλληλοσυνδέονται μόνο και μόνο γιατί ξετυλίγονται στον ίδιο χώρο.
[…]
Το Στου Χατζηφράγκου είναι κατ’ εξοχήν μυθιστόρημα του χώρου. Πρόθεση του Πολίτη ήταν να αναστήσει ένα χώρο, επιχειρώντας μια γλωσσική χαρτογράφηση της παλιάς Σμύρνης. […]
Peter Mackridge, «Η ποιητική του χώρου και του χρόνου Στου Χατζηφράγκου». Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας, επιμ. Peter Mackridge, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2007, 35-36 & 45.